Nils Muiznieks: “Δεν υπάρχουν άλλοι βουλευτές στην Ευρώπη που να χαιρετούν ναζιστικά”

Ο Νιλς Μούιζνιεκς, σύμφωνα με το “Βήμα της Κυριακής”, Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, έχει υπό στενή παρακολούθηση την Ελλάδα, γιατί στο γραφείο του πέφτουν βροχή οι καταγγελίες για ξυλοδαρμό μεταναστών και για απειλές κατά δημοσιογράφων από μέλη της Χρυσής Αυγής…

Ο Νιλς Μούιζνιεκς σχεδιάζει να επισκεφθεί σύντομα την Αθήνα για να συζητήσει με τις Αρχές την αύξηση των κρουσμάτων αυτών που τον ανησυχούν ιδιαίτερα. «Παρακολουθούμε την κατάσταση στην Ελλάδα πολύ προσεκτικά και συλλέγουμε πληροφορίες» μας λέει τηλεφωνικά από το Στρασβούργο όπου βρίσκεται η έδρα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Ο κ. Μούιζνιεκς, 48 ετών, γόνος λετονών μεταναστών στις ΗΠΑ, ανέλαβε τα καθήκοντά του στις αρχές Απριλίου και αμέσως του τράβηξαν την προσοχή οι καταγγελίες για τη Χρυσή Αυγή, «αν και η ύπαρξη της οργάνωσης αυτής υπήρχε στο “ραντάρ” μας για αρκετό καιρό, ιδίως αφότου εξέλεξε έναν δημοτικό σύμβουλο πριν από δύο χρόνια».

Για τις περισσότερες από τις καταγγελίες που δέχεται το γραφείο του Επιτρόπου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «είναι καλά τεκμηριωμένο ότι οι δράστες είναι μέλη της Χρυσής Αυγής».

Ο κ. Μούιζνιεκς χαρακτηρίζει «μοναδική στην Ευρώπη» τη Χρυσή Αυγή. Και εξηγεί: «Κατά μία έννοια ανήκει στην ευρύτερη οικογένεια των ακροδεξιών κομμάτων, αλλά κατά μία άλλη αποτελεί κάτι καινούργιο. Δεν υπάρχουν άλλοι βουλευτές στην Ευρώπη που να χαιρετούν ναζιστικά. Η Χρυσή Αυγή έχει ομοιότητες με άλλα κόμματα, αλλά είναι πιο ανοιχτά εξτρεμιστική και ναζιστική στις απόψεις της απ’ οποιοδήποτε άλλο κόμμα στην Ευρώπη».

Υπάρχει πρόβλημα νομιμότητας με τη Χρυσή Αυγή; τον ρωτάμε. «Πιστεύω ότι η εστη Χρυσή Αυγήλευθερία ίδρυσης και λειτουργίας ενός κόμματος δεν είναι απεριόριστη» απαντάει. «Η ελληνική νομοθεσία δεν προβλέπει με σαφήνεια την πιθανότητα απαγόρευσης ενός κόμματος. Αλλά το άρθρο 29 παράγραφος 1 του ελληνικού Συντάγματος αναφέρει ότι “οι Ελληνες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος”. Με άλλα λόγια, εγείρεται το ερώτημα: Εξυπηρετεί η Χρυσή Αυγή την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος;».

Ο κ. Μούιζνιεκς πιστεύει ότι οι ελληνικές αρχές πρέπει να βάλουν στο μικροσκόπιο τη νομιμότητα της Χρυσής Αυγής με βάση το παραπάνω άρθρο του Συντάγματος, καθώς και το Αρθρο 17 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (που αναφέρει ότι καμία ομάδα ή άτομο δεν έχει το δικαίωμα να επιδίδεται σε δραστηριότητα που οδηγεί στην παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών άλλων ατόμων). Προσθέτει όμως: «Αλλο πράγμα είναι να απαγορεύσεις ένα κόμμα και άλλο να αντιμετωπίσεις τις αιτίες που οδήγησαν στη δημιουργία του – λ.χ. μέσω της Παιδείας, αλλά και της κατηγορηματικής στάσης άλλων πολιτικών παικτών ότι ρατσιστικές πράξεις και λόγια είναι απαράδεκτα σε μια δημοκρατία».

Ο Επίτροπος έχει 20ετή θητεία στην υπηρεσία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από διάφορες θέσεις- διετέλεσε, μεταξύ άλλων, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του Ρατσισμού και της Ελλειψης Ανεκτικότητας (ECRI), θέση από την οποία εργάστηκε εντατικά για την καταπολέμηση του ρατσισμού στην Αστυνομία. «Εχουμε λάβει πληροφορίες ότι η Ελληνική Αστυνομία δεν κάνει σωστά τη δουλειά της όσον αφορά τα ρατσιστικά εγκλήματα» λέει. «Πρέπει να ερευνηθούν εξονυχιστικά τυχόν διασυνδέσεις της Χρυσής Αυγής με αστυνομικούς, όπως επίσης και ο τρόπος αντιμετώπισης της ρατσιστικής βίας από την Αστυνομία».

Θεωρεί ότι ένα σαφές μήνυμα από τον υπουργό Δημόσιας Τάξης και τους πολιτικούς είναι απολύτως απαραίτητο, όπως και η σύσταση μιας ανεξάρτητης επιτροπής που δεν θα περιλαμβάνει αστυνομικούς για να εξετάζει τις καταγγελίες εναντίον αστυνομικών.

Ο κ. Μούιζνιεκς εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τις επιθέσεις εναντίον μεταναστών από μέλη της Χρυσής Αυγής στους δρόμους των ελληνικών πόλεων, αλλά και για τις απειλές εναντίον δημοσιογράφων τις οποίες χαρακτηρίζει «απειλές εναντίον της Δημοκρατίας».

«Οι επιθέσεις αυτές συνδέονται με τον ρατσιστικό λόγο που διαδίδει η Χρυσή Αυγή» λέει. «Ο σοβαρότερος κίνδυνος είναι ο λόγος αυτός και οι επιθέσεις αυτές να θεωρηθούν “κανονικά” φαινόμενα. Τότε ο κόσμος θα πάψει να τα αντιμετωπίζει σαν κάτι εκτός νόρμας και οι δράστες θα αισθάνονται δικαιωμένοι, ότι έχουν κοινωνική αποδοχή».

Τι είναι προτιμότερο, τα μέσα ενημέρωσης να αγνοούν τη Χρυσή Αυγή για να μην της χαρίζουν τζάμπα διαφήμιση ή να δημοσιοποιούν τις ακρότητες των μελών της για να «ξεσκεπάσουν» το πραγματικό τους πρόσωπο;

«Το δίλημμα αυτό δεν περιορίζεται στην Ελλάδα. Δημοσιογράφοι σε ολόκληρη την Ευρώπη πασχίζουν να βρουν ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης της Ακροδεξιάς και άλλων ακραίων κομμάτων και κινημάτων. Πρέπει να είναι προσεκτικοί για να μην τους παρέχουν τη διαφήμιση που τόσο αποζητούν και υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να το πετύχουν αυτό. Πρώτον, να μη δημοσιεύουν μεγάλες φωτογραφίες των μελών της στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων – αυτό ακριβώς επιζητούν οι ακροδεξιοί. Δεύτερον, να διπλοτσεκάρουν όποιο στοιχείο αναφέρουν σχετικά με μετανάστες, Ρομά, πρόσφυγες, διότι οι ακροδεξιοί έχουν την τάση να χειραγωγούν τα στοιχεία αυτά για να προωθήσουν τη δική τους ατζέντα. Τρίτον, αν ένα ρεπορτάζ αναφέρεται σε κάποιο κόμμα όπως η Χρυσή Αυγή πρέπει να καθιστά σαφές ότι δεν πρόκειται για ένα κανονικό δημοκρατικό κόμμα».

Η τέταρτη σύσταση του κ. Μούιζνιεκς πάει κόντρα στον καταιγισμό διαμαρτυριών που κατακλύζουν όποιο μέσο ενημέρωσης τονίζει την ιδιότητα του «Xρυσαυγίτη» για τον δράστη ενός εγκλήματος (λ.χ. το vima.gr έλαβε περισσότερα από 350 τέτοια σχόλια για την είδηση ότι 45χρονος Xρυσαυγίτης βίασε 15χρονη Αλβανίδα), καθώς και στις διαμαρτυρίες των ίδιων των μελών της Χρυσής Αυγής όταν γίνονται αναφορές σε τυχόν καταδίκες ή επικείμενες δίκες τους (λ.χ. ο Ηλ. Κασιδιάρης πέταξε ένα ποτήρι νερό στη Ρένα Δούρου του ΣΥΡΙΖΑ επειδή αναφέρθηκε στο έγκλημα για το οποίο κατηγορείται): «Αν κάποιος από τους ηγέτες ή τα μέλη των κομμάτων αυτών κατηγορούνται για ρατσιστικό λόγο ή βία ή οποιοδήποτε άλλο έγκλημα – καθώς πολύ συχνά τα μέλη τους διαπράττουν εγκλήματα – αυτό πρέπει οπωσδήποτε να αναφέρεται, καθώς και το ότι ανήκουν στο συγκεκριμένο κόμμα. Εν κατακλείδι, χρειάζεται προσοχή και υπευθυνότητα. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να τηρούν απόσταση: να μην προσφέρουν βήμα σε τέτοια κινήματα και να τα παρατηρούν επικριτικά».

Πηγή: newsit.gr

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ