Μπορεί σε όλη την Ευρώπη και κυρίως στις δοκιμαζόμενες χώρες καθημερινά να φουντώνει το ποτάμι της οργής και της αγανάκτησης για την πολιτική λιτότητας που εφαρμόζουν πιστά δεμένες στο άρμα του νεοφιλελευθερισμού οι κυβερνήσεις, στην Ελλάδα όμως είναι σαν να μην συμβαίνει τίποτα, και ο ελληνικός λαός φαντάζει να δέχεται μοιρολατρικά όλα όσα του μαγειρεύουν οι τρόικες εσωτερικού και εξωτερικού, κατ΄ εντολή των δανειστών και των τραπεζών…
Δυστυχώς στη χώρα μας που έζησε την πιο βάναυση επίθεση στα λαϊκά εισοδήματα, στα εργασιακά δικαιώματα, στις ελευθερίες, στην κοινωνική πολιτική, την υγεία, την παιδεία, αλλά και στην εθνική ανεξαρτησία, κανείς δεν κινείται, ή ακόμη και όταν κινείται, είναι για να πούμε ότι κάναμε διαδήλωση.
Ο λαός κοιτάζει αμήχανος και αδύναμος τις επιθέσεις που δέχεται, και αντί να ξεσηκωθεί, σκύβει ακόμη περισσότερο το κεφάλι δεχόμενος αυτά που του σερβίρουν η κυβέρνηση και τα κεντρικά ΜΜΕ -που με τα παπαγαλάκια τους την υπηρετούν πιστά- περί μονόδρομου και περί κινδύνου εξόδου της χώρας από τη ζώνη του ευρώ.
Και εδώ ακριβώς ξεκινά το δράμα του λαού και της χώρας αφού καμία πολιτική δύναμη, κανένα συνδικάτο, κανένας επιστημονικός φορέας δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να αρθρώσει έναν αξιόπιστο λόγο που θα του δείχνει τον άλλο δρόμο, όχι επειδή δεν υπάρχει αυτός ο δρόμος, αλλά επειδή δεν μπορεί να τον παρουσιάσει χτυπημένος από παθογένειες, σκοπιμότητες, ή ακόμα – ακόμα και επειδή δεν τον αφήνουν.
Και εξηγούμαι:
Ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν έχει καταφέρει ακόμη να ξεζαλιστεί από το ύψος της θέσης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και να ξεκαθαρίσει τη θέση του απέναντι στην Ε.Ε., το ευρώ και την κρίση, αν και ομολογουμένως έχει θέσεις και προτάσεις που όμως δεν μπόρεσε ακόμα να κοινωνήσει.
Το ΚΚΕ εγκλωβισμένο σε δογματισμούς και απόψεις περί καθαρότητας, περισσότερο ψάχνει στο εσωτερικό του για να λύσει προβλήματα και να εξηγήσει τα αίτια της ήττας του στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου, παρά να δημιουργήσει κίνημα αντίστασης στο μνημόνιο μέσα από την παρουσίαση ενός υλοποιήσιμου προγράμματος εξόδου από την κρίση.
Η άλλη αριστερά (εξωκοινοβουλευτική) φαίνεται ότι δεν έχει μάθει να συνομιλεί με την κοινωνία και αρέσκεται στο να ομφαλοσκοπεί χαμένη σε ανούσιες ιδεοληψίες και τσιτάτα.
Ο άλλος αντιμνημονιακός πόλος, όπως εκφράζεται από τους Ανεξάρτητους Έλληνες, περισσότερο μοιάζει με την αντιμνημονιακή δεξιά του Σαμαρά που μεταμορφώθηκε σε μνημονιοφύλακα, παρά σε πολιτική δύναμη που επιδιώκει την ανατροπή του μνημονίου και μια άλλη φιλολαϊκή αναπτυξιακή πολιτική.
Την ίδια ώρα τα συνδικάτα όπως είναι δομημένα, κουβαλούν παθογένειες και αδυναμίες από το παρελθόν με αποτέλεσμα ο όρος συνδικαλιστής να μην ακούγεται και τόσο καλά στα αφτιά του μέσου Έλληνα, και κατά συνέπεια δύσκολα μπορούν να φέρουν τον κόσμο στο δρόμο και να τον οδηγήσουν σε διεκδικήσεις που θα του εξασφαλίσουν ανθρώπινη ζωή και εργασία.
Από την άλλη πλευρά η πανεπιστημιακή κοινότητα εγκλωβισμένη σε συντεχνιακές διεκδικήσεις, αλλά και κουβαλώντας αμαρτίες, δύσκολα μπορεί να αρθρώσει ουσιαστικό λόγο που θα εξηγεί την ανάγκη αλλαγής πορείας για τη χώρα, ενώ και όταν το επιχειρεί μέσα από τηλεδιαύλους, η φωνή της χάνεται είτε σκόπιμα από τα παπαγαλάκια που διευθύνουν τις συζητήσεις, είτε από τη χάβρα που δημιουργούν οι υποστηρικτές του μνημονίου, που μη έχοντας επιχειρήματα για την πολιτική τους καταφεύγουν στις κραυγές.
Τι μένει λοιπόν στο δύστυχο ελληνικό λαό;
Η αυτοοργάνωση και η δημιουργία κινημάτων από τη βάση που θα φέρει την αλλαγή στα συνδικάτα, και ταυτόχρονα θα αναγκάσει και τα κόμματα να ξεφύγουν από τη φαυλότητα που τα διακρίνει, και να παρουσιάσουν άμεσα θέσεις και προτάσεις εξόδου από την κρίση είτε εντός είτε εκτός ευρώ.
Και πρέπει να ξέρουμε ότι όσο ο λαός δεν βρίσκει το δρόμο του και βολοδέρνει χωρίς όραμα και ελπίδα, τόσο επικίνδυνες δυνάμεις, όπως η Χρυσή Αυγή, θα ψαρεύουν σε θολά νερά, ενώ τα κόμματα του μνημονίου θα συνεχίσουν το καταστροφικό τους έργο.