Επιστολή προς τα μέλη της παράταξης “Θεσσαλών Δύναμη” της οποίας ήταν μέχρι πρότινος επικεφαλής απέστειλε ο Απ. Παπατόλιας καλώντας τους να κρίνουν με αυτοδιοικητικά και όχι κομματικά κριτήρια αν θα μπορέσουν να συνυπάρξουν στην παράταξη μετά την απόφασή του να φύγει από το ΠΑΣΟΚ και να περάσει στη ΔΗΜΑΡ. Στην επιστολή τοου ο κ. Παπατόλιας αναφέρει τα εξής:
“Κατά την τελευταία συνεδρίασή μας, στην οποία υπέβαλα την παραίτησή μου από επικεφαλής της παράταξής μας «Θεσσαλών Δύναμη», ετέθησαν δύο κρίσιμα ζητήματα για το μέλλον της κοινής αυτοδιοικητικής μας πορείας, τόσο στο επίπεδο της λειτουργίας του Περιφερειακού Συμβουλίου Θεσσαλίας, όσο και σε αυτό της συνολικής παρουσίας της παράταξης στα αυτοδιοικητικά και πολιτικά δρώμενα της Θεσσαλίας. Συγκεκριμένα, ετέθησαν τα εξής ζητήματα:
α) Εκλογή από τους περιφερειακούς συμβούλους της παράταξης του νέου επικεφαλής ή του «συντονιστή» της «Θεσσαλών Δύναμη» μέχρι τη λήξη της θητείας της παρούσας Περιφερειακής Αρχής.
β) Αποσαφήνιση του τρόπου συνεργασίας μου με την παράταξη, υπό το φως των νέων δεδομένων που δημιουργεί η ένταξή μου σε έναν κομματικό φορέα διαφορετικό από εκείνο που μας παρέσχε την πολιτική υποστήριξή του στον πρώτο γύρο των περιφερειακών εκλογών του 2010.
Για το πρώτο ζήτημα, της ανάδειξης του νέου επικεφαλής ή «συντονιστή», διαπιστώνω ότι ακόμη δεν έχει ληφθεί κάποια πρωτοβουλία από τα υπόλοιπα μέλη της παράταξης μέχρι σήμερα. Εκτιμώ ότι η εκκρεμότητα αυτή πρέπει να επιλυθεί το συντομότερο δυνατό, ώστε και η παράταξη να μην παραμένει «ακέφαλη» και τα θέματα της αποτελεσματικής πολιτικής εκπροσώπησής της να αντιμετωπιστούν άμεσα, στο πλαίσιο της εσωτερικής δημοκρατικής λειτουργίας μας.
Για το δεύτερο ζήτημα, που με αφορά προσωπικά, επιτρέψτε μου να καταθέσω κάποιες σκέψεις και μια πρόταση, διευκολύνοντας τη συλλογική μας τοποθέτηση σχετικά με τον τρόπο που μπορεί να εκφράζεται πολιτικά μέσα στην παράταξη ένα πολιτικό στέλεχος που δεν ανήκει πλέον στο χώρο του ΠΑΣΟΚ.
Αποτελεί πεποίθησή μου, αλλά και κτήμα της πολύχρονης πορείας του αυτοδιοικητικού κινήματος στη χώρα μας, η αντίληψη περί ανεξάρτητης, ακηδεμόνευτης και χειραφετημένης Αυτοδιοίκησης.
Ανεξάρτητης τόσο έναντι της Κεντρικής Διοίκησης, δηλαδή της εξουσίας του Κεντρικού Κράτους, όσο και έναντι των πολιτικών κομμάτων, δηλαδή των φορέων άσκησης εξουσίας στην κεντρική πολιτική σκηνή. Η αυτονομία της Αυτοδιοίκησης δεν συνιστά ρητορική κενολογία, αλλά κεντρικό αξιακό πλαίσιο και πολιτική επιλογή του προοδευτικού χώρου στην ελληνική πραγματικότητα, ανεξάρτητα από την εκλογική καταγραφή των κομμάτων που υιοθετούν αυτό το αξιακό πλαίσιο. Αυτονομία και ανεξαρτησία σημαίνουν, όμως, ότι οι αυτοδιοικητικές παρατάξεις, ακόμη κι όταν υποστηρίζονται από συγκεκριμένους πολιτικούς φορείς, σε καμμία περίπτωση δεν μπορούν να λειτουργούν ως ιμάντες μεταβίβασης κομματικών εντολών ούτε ως το «μακρύ χέρι» κάποιας κομματικής ηγεσίας. Σημαίνουν ακόμη πλήρη διασφάλιση του δικαιώματος του πολιτικού αυτοπροσδιορισμού των μελών μιας αυτοδιοικητικής παράταξης, είτε αυτά κατέχουν ηγετικές θέσεις είτε όχι. Σημαίνουν ότι ο καθένας μπορεί να επιλέγει ελεύθερα το κόμμα ή τον πολιτικό φορέα που τον εκφράζει, χωρίς αυτό να ασκεί την παραμικρή επιρροή στη λειτουργία της παράταξης στο χώρο της Αυτοδιοίκησης.
Τα παραπάνω ισχύουν υπό δύο κρίσιμες και καθοριστικές προϋποθέσεις: Πρώτον, ότι το δικαίωμα του πολιτικού αυτοπροσδιορισμού δεν συγκρούεται με το βασικό αξιακό πλαίσιο της παράταξης, κάτι που θα συνέβαινε μόνο σε περίπτωση ένταξης ενός μέλους της σε πολιτικό χώρο εκτός του γνωστού «συνταγματικού τόξου» (π.χ. Χρυσή Αυγή ή αναρχικό κίνημα).
Δεύτερον, το μέλος που αυτοπροσδιορίζεται πολιτικά δεν αναιρεί το βασικό ιδρυτικό και προγραμματικό πλαίσιο της αυτοδιοικητικής παράταξης.
Επιτρέψτε μου να επιμένω λίγο στη δεύτερη προϋπόθεση, αφού σε ό,τι αφορά την πρώτη εκτιμώ ότι δεν θα υπάρξει καμμία αμφισβήτηση ή διχογνωμία. Από τη στιγμή που κάποιο μέλος περιφερειακής παράταξης συναποδέχεται και τηρεί ευλαβικά το πολιτικό πρόγραμμα της παράταξης αυτής, εν προκειμένω το πρόγραμμα της «Θεσσαλών Δύναμη» που είχα την τύχη να συντάξω και να συναποδεχθούμε πανηγυρικά στις περιφερειακές εκλογές, τότε είναι πολιτικά αυτονόητο ότι αποτελεί μέλος της παράταξης, ανεξαρτήτως της κεντρικής πολιτικής του τοποθέτησης. Οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση, εκτιμώ ότι θα τραυμάτιζε ουσιωδώς την αντίληψη περί κομματικά ακηδεμόνευτης Αυτοδιοίκησης και θα εισήγαγε στοιχεία αντιδημοκρατικής λογικής στον ευαίσθητο αυτοδιοικητικό χώρο, σε μία περίοδο μάλιστα που οι αυτοδιοικητικοί θεσμοί προβάλλουν ως ανάχωμα στην κρίση αξιοπιστίας του κεντρικού πολιτικού συστήματος και ως ύστατο καταφύγιο απέναντι στις καθεστωτικές και ηγεμονικές πρακτικές των κομμάτων της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Με βάση τα παραπάνω και επειδή δηλώνω κατηγορηματικά ότι σέβομαι στο ακέραιο τις ιδρυτικές αρχές της παράταξης, υπηρετώντας τες με συνέπεια μέχρι σήμερα, θέτω ενώπιον σας το ακόλουθο ερώτημα, καταθέτοντας συγχρόνως την πρότασή μου με αίσθημα ευθύνης, συντροφικότητας και αλληλεγγύης προς τα μέλη της «Θεσσαλών Δύναμη», με τα οποία μας ενώνουν κοινοί αγώνες και κοινές ιδέες.
Αποτελεί κοινή πεποίθηση όλων μας ότι η «Θεσσαλών Δύναμη» δεν αποτελεί ιδιοκτησία κανενός κόμματος και ότι μπορούν να συνυπάρχουν στο εσωτερικό της φωνές με ποικίλες αναφορές στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο;
Είναι η «Θεσσαλών Δύναμη» η μεγάλη ευρύχωρη αυτοδιοικητική παράταξη, στην οποία μπορούν να συστεγάζονται μέλη που ανήκουν σε διαφορετικά κόμματα ή μήπως η κομματική ιδιότητα αποτελεί κριτήριο της αυτοδιοικητικής μας ταυτότητας;
Εκτιμώ ότι από τη απάντηση στο ερώτημα αυτό θα κριθεί και η προσωπική μου στάση απέναντι στην παράταξη στο εγγύς μέλλον. Εάν τελικά δεν υιοθετηθεί, στο πλαίσιο της εσωτερικής δημοκρατικής λειτουργίας μας, η άποψη περί κομματικά αυτόνομης παράταξης, τότε δε μένει παρά να ανεξαρτητοποιηθώ από το σώμα της «Θεσσαλών Δύναμη», προσβλέποντας πλέον αποκλειστικά σε επιλεκτικές συνεργασίες στο μέλλον για τα θέματα της Περιφέρειας.
Τέλος, επισημαίνω τα παραπάνω ζητήματα δεν μπορούν παρά να τίθενται με καθαρά πολιτικό τρόπο, πέρα από ψυχολογίζουσες ή άλλες συναισθηματικές προσεγγίσεις, διανθισμένες με στοιχεία «πειθαρχικού(;) δικαίου», οι οποίες καταλήγουν να υποτιμούν το γεγονός ότι η παράταξη αυτή ψηφίστηκε το 2010 από το 49,6% των πολιτών της Θεσσαλίας. Και το ποσοστό αυτό δεν ανήκει σε κανένα κόμμα της σημερινής πολιτικής ή εκλογικής γεωγραφίας. Ανήκει στη θεσσαλική κοινωνία. Ανήκει στους ανθρώπους που πάλεψαν, στο όνομα κάποιων ιδεών και οραμάτων, να φέρουν μια νέα πνοή στη Θεσσαλία”.