Γράφει ο Χρήστος Σιαΐνης*:
Ένα από τα φλέγοντα θέματα πολιτικής φύσης που απασχόλησε και εξακολουθεί να απασχολεί τόσο τον ευρωπαϊκό όσο και τον διεθνή τύπο το τελευταίο χρονικό διάστημα είναι οι βουλευτικές εκλογές στην Γερμανία, οι οποίες ολοκληρώθηκαν την περασμένη Κυριακή, με την Άνγκελα Μέρκελ να καταλαμβάνει για τρίτη συνεχόμενη θητεία των θώκο της καγκελαρίας.
Η συντριπτική νίκη, την οποία πέτυχε ο συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών και προσωπικά η κα Μέρκελ προκάλεσε μεγάλες αλλαγές στην πολιτική σκηνή της χώρας και θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως αποτελεί μια ψήφο εμπιστοσύνης των Γερμανών πολιτών στην πολιτική λιτότητας, την οποία ευαγγελίζεται η κα Μέρκελ και το επιτελείο της για τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσκολίες.
Όσον αφορά τις αλλαγές που σημειώθηκαν στο πολιτικό τοπίο της χώρας θα στηριχθούμε στα εκλογικά αποτελέσματα, προκειμένου να αναγάγουμε τα σχετικά συμπεράσματα. Αρχικά, το κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ σημείωσε εκπληκτική άνοδο καταφέρνοντας να φθάσει πολύ κοντά στην αυτοδυναμία, κάτι που επετεύχθη μόνο το 1957 από τον Κόνραντ Αντενάουερ, τον ‘πατέρα’ της Δυτικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Πιο συγκεκριμένα, απέσπασε το 41,5% των ψήφων σημειώνοντας άνοδο της τάξεως του 7,7% σε σχέση με τα εκλογικά αποτελέσματα του 2009, κάτι πρωτοφανές για ένα κόμμα το οποίο κυβερνά αδιάλειπτα την χώρα για δυο συνεχόμενες τετραετίες.
Κατάφερε να εμβολίσει τους Σοσιαλδημοκράτες καθώς, αν και ενίσχυσαν το ποσοστό τους κατά 2,7/% σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές φθάνοντας το 25,7%, η διαφορά τους με τους Χριστιανοδημοκράτες άγγιξε το 16%.
Συνέβαλε στο να μην υπάρξει εκπροσώπηση του νεοπαγούς κόμματος των ευρωσκεπτικιστών στο Γερμανικό κοινοβούλιο, το οποίο παρόλα αυτά συγκέντρωσε το 4,7% των ψήφων. Το συγκεκριμένο κόμμα, θα μπορούσαμε να το ταυτίσουμε με το κόμμα της Χρυσής Αυγής καθώς, είναι πολιτικά κατακριτέο και αποτελεί ανάθεμα για τους Γερμανούς ευρωπαϊστές.
Σχετικά με τα κόμματα των Πρασίνων και της Αριστεράς και τα δυο επηρεάστηκαν από την άνοδο των Χριστιανοδημοκρατών καθώς, σημειώθηκε μείωση της εκλογικής τους δύναμης σε σχέση με αυτή του 2009, φθάνοντας το 8,4% και το 8,6% αντίστοιχα.
Η μεγαλύτερη ανατροπή των γερμανικών εκλογών έχει να κάνει με την αποτυχία των Φιλελευθέρων, οι οποίοι αποτελούσαν τον κυβερνητικό εταίρο της Άνγκελα Μέρκελ, να εισέλθουν στο κοινοβούλιο καθώς συγκέντρωσαν μόνο το 4,8% των ψήφων. Η κάθετη πτώση των ποσοστών τους οφείλεται κατά κύριο λόγο στην διαρροή ψηφοφόρων προς το κόμμα της κυρίας Μέρκελ, η οποία έμεινε πιστή στην εφαρμογή μιας φιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής παρά τις αντιδράσεις που συναντούσε κατά καιρούς από τους κόλπους του κόμματός της.
Ο εκλογικός θρίαμβος της καγκελαρίου Μέρκελ οφείλεται στο γεγονός ότι κατά την διάρκεια των θητειών της κατάφερε, να καθιερώσει την Γερμανία ως κυρίαρχη εξαγωγική δύναμη, να μειώσει τα ποσοστά της ανεργίας, να ‘ανοίξει’ διόδους σε νέες αγορές, να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και να καταστήσει την χώρα της ως την κινητήριο δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης παραγκωνίζοντας ουσιαστικά την Γαλλία.
Η επανεκλογή της, τολμώ να πω, πως είναι ταυτόσημη με την συνέχιση των πολιτικών λιτότητας, τις οποίες υποστηρίζει με πάθος τόσο η ίδια και το επιτελείο της όσο και ο γερμανικός λαός. Αυτό φάνηκε και από τις δηλώσεις της μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων, όπου ανέφερε πως θα πρέπει να συνεχιστεί οι πιέσεις στις χώρες που λαμβάνουν διεθνή οικονομική βοήθεια και συγκεκριμένα προς την Ελλάδα για της εφαρμογή των συμφωνηθεισών μεταρρυθμίσεων. Οπότε, στον συγκεκριμένο τομέα δεν αναμένονται τρομερές αλλαγές.
Τα βασικά ερωτήματα των επόμενων ημερών είναι με ποιο ή με ποια κόμματα θα αποφασίσει να σχηματίσει κυβέρνηση η Άνγκελα Μέρκελ, καθώς η ίδια δήλωσε πως δεν θα αποπειραθεί να δημιουργήσει κυβέρνηση μειοψηφίας και εάν η όποια συνεργασία γίνει καταφέρει να βάλει στο πολιτικό λεξιλόγιο της κυρίας Μέρκελ την λέξη ανάπτυξη. Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι σχετικά εύκολη καθώς, όπως όλα δείχνουν, οδεύουμε προς έναν ακόμη μεγάλο συνασπισμό μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών με πιθανή συμμετοχή των Πρασίνων, ωστόσο σχετικά με τα δεύτερο ερώτημα θα πρέπει να είμαστε υπομονετικοί έως ότου ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο στην Γερμανία.
O Χρήστος Σιαΐνης είναι κοινωνιολόγος και μεταπτυχιακός φοιτητής του Birkbeck College, University of London στον τομέα των Πολιτικών Επιστημών