ΕΤΣΙ ΘΑ ΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΔΑΝΕΙΑ

trapezaΟδηγίες για την αντιμετώπιση των δανείων που βρίσκονται σε  καθυστέρηση, απέστειλε σήμερα προς τις τράπεζες  η Τράπεζα της Ελλάδας. Πρόκειται για ένα πλήρη σχέδιο αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων, επί του οποίου ζητούνται απαντήσεις έως τις 10 του επόμενου μήνα.

Στο κείμενο γίνεται ξεκάθαρο ότι οι διαδικασίες συνεννόησης με τους δανειολήπτες θα ξεκινάνε ακόμα και με την… υποψία της καθυστέρησης, ενώ οι λύσεις που θα προτείνονται κατά περίπτωση θα φτάνουν έως και την παράδοση του ενυπόθηκου ακινήτου.

Το «κλειδί» της νέας διαδικασίας, που σε κάθε περίπτωση θα εφαρμοστεί από τη 1η Ιανουαρίου του 2015, είναι η έννοια του «συνεργάσιμου» δανειολήπτη- όπως αυτή περιγράφεται στον «μπούσουλα» της ΤτΕ- αλλά και των «εύλογων δαπανών διαβίωσης», για τις οποίες ο δανειολήπτης υποχρεώνεται στη συμπλήρωση ενός εξαντλητικού καταλόγου εσόδων πάσης φύσης αλλά και δαπανών ακόμα και ανελαστικών, όπως η διατροφή των μελών ενός νοικοκυριού.

Οσον αφορά, στους μη συνεργάσιμους δανειολήπτες, αφενός θα βρίσκονται υπό τον πέλεκυ των κατασχέσεων αφετέρου επισημαίνεται ότι εάν μετά από τη ρευστοποίηση της περιουσίας τους εξακολουθεί να υφίσταται υπόλοιπο δανείου, αυτό θα συνεχίσει να αποτελεί εκτοκιζόμενη απαίτηση της τράπεζας.

ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ

Πρόταση κατάλληλης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης

(α) Κάθε ίδρυμα προτείνει, χωρίς αυτό να θεωρείται νέα υπηρεσία προς τον δανειολήπτη, μετά την ανωτέρω αξιολόγηση μία ή περισσότερες εναλλακτικές λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης στον δανειολήπτη που καλύπτεται από τον παρόντα Κώδικα και θεωρείται συνεργάσιμος.

(β) Η αξιολόγηση πρέπει να βασίζεται σε καθορισμένα και διαφανή κριτήρια και διαδικασίες του ιδρύματος. Κάθε ίδρυμα γνωστοποιεί στον δανειολήπτη τυχόν πρόσθετα στοιχεία καθώς και βασικές παραμέτρους της μεθοδολογίας αξιολόγησης καταλληλότητας των λύσεων ρύθμισης.

(γ) Κάθε ίδρυμα καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια για να συνεργαστεί με τον δανειολήπτη καθ’ όλη τη διαδικασία αξιολόγησης προκειμένου να προσδιορίσει με ακρίβεια την ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη, με στόχο να καταλήξουν σε μια κατάλληλη λύση.

(δ) Κάθε ίδρυμα οφείλει να διενεργεί την αξιολόγησή του, λαμβάνοντας υπόψη τόσο

ιστορικά στοιχεία όσο και ρεαλιστικές προβλέψεις. Για το σκοπό αυτό, το ίδρυμα οφείλει να εξηγεί στον δανειολήπτη τα πλεονεκτήματα και την αναγκαιότητα να παραμείνει συνεργάσιμος και να παρέχει σε εύθετο χρόνο, οποιαδήποτε συμπληρωματική πληροφόρηση είναι αναγκαία προκειμένου να μπορεί το ίδρυμα να αξιολογήσει και να επαληθεύσει τα προβλεπόμενα έσοδα και έξοδα του δανειολήπτη, καθώς και τα ελεύθερα επιβαρύνσεων περιουσιακά του στοιχεία.

(ε) Για την αξιολόγηση της καταλληλότητας λαμβάνονται υπόψη, σε κάθε περίπτωση η ανάγκη συμμόρφωσης προς τις ισχύουσες εποπτικές απαιτήσεις, καθώς και τις ειδικότερες για τη διαχείριση των καθυστερήσεων διατάξεις της ΠΕΕ [υπό έκδοση].

(στ) Κάθε ίδρυμα προβαίνει σε αξιολόγηση της αξίας τυχόν εμπράγματης εξασφάλισης (ή άλλου περιουσιακού/-ών στοιχείου/-ων του δανειολήπτη που θα μπορούσε/-αν να αποτελέσει/-ουν πρόσθετη/ες εξασφάλιση/-εις). Κάθε μία από τις εκτιμούμενες αξίες γνωστοποιείται γραπτώς στον δανειολήπτη, ταυτοχρόνως με την παρουσίαση της προτεινόμενης λύσης ρύθμισης/οριστικής διευθέτησης. Κατά τη  γνωστοποίηση της πρόθεσής του να συναινέσει στην προτεινόμενη λύση, ο δανειολήπτης γνωστοποιεί ότι συμφωνεί με τις εκτιμώμενες ως άνω αξίες.

(ζ) Σε περιπτώσεις πολλαπλών δανείων του ίδιου δανειολήπτη έναντι του ιδίου ιδρύματος (π.χ. επιχειρηματικού δανείου, στεγαστικού δανείου, δανείου με εξασφάλιση εμπορικό ακίνητο κλπ), το ίδρυμα οφείλει να εξετάζει την περίπτωση διαχωρισμού των στοιχείων των διαφόρων δανείων, της αξίας των αντίστοιχων εξασφαλίσεων και των χρηματοοικονομικών ροών, κατά τη διενέργεια της ανάλυσης, για τον προσδιορισμό της καταλληλότερης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης.

(η) Κάθε ίδρυμα παρουσιάζει στον συνεργάσιμο δανειολήπτη εντός προκαθορισμένου εύλογου χρόνου από τη λήψη των οικονομικών και άλλων πληροφοριών, όπως προβλέπεται στο Στάδιο 2, την προτεινόμενη ή τις εναλλακτικά προτεινόμενες σε αυτόν λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης (βλ. ενδεικτικούς τύπους στο Παράρτημα 2) με το «Τυποποιημένο Έγγραφο Πρότασης Λύσεων Ρύθμισης ή Οριστικής Διευθέτησης», το οποίο παραδίδεται σε κατ’ ιδίαν συνάντηση με βεβαιωμένη παραλαβή από τον δανειολήπτη ή αποστέλλεται ταχυδρομικά με συστημένη επιστολή.

(θ) Το «Τυποποιημένο Έγγραφο Πρότασης Λύσεων Ρύθμισης ή Οριστικής Διευθέτησης» περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τα εξής:

(αα) Την ένδειξη ότι αυτό συντάσσεται στο πλαίσιο των διατάξεων του Κώδικα.

(ββ) Την ευκρινή ένδειξη ότι η συναίνεση του δανειολήπτη σε μία ή περισσότερες περιλαμβανόμενες σε αυτό λύσεις είναι εθελοντικού χαρακτήρα και ότι η συναίνεση του δανειολήπτη είναι απαραίτητη για οποιαδήποτε τροποποίηση των υφιστάμενων όρων και προϋποθέσεων.

(γγ) Τεκμηρίωση της καταλληλότητας της προτεινόμενης/-ων λύσεων. Στην περίπτωση που προσφέρεται ως κατάλληλη μόνο λύση οριστικής διευθέτησης θα τεκμηριώνονται τα κριτήρια, βάσει των οποίων αποκλείστηκε η εξεύρεση κατάλληλης λύσης ρύθμισης.

(δδ) Τεκμηριωμένη επεξήγηση των επιπτώσεων κάθε λύσης, όπως ανάλυση του είδους και του ύψους του κόστους, εξόδων και επιβαρύνσεων των παραπάνω εναλλακτικών, στο μέτρο που ευλόγως μπορεί να εκτιμηθούν, το υπόλοιπο οφειλής που τυχόν θα πρέπει να αποπληρωθεί και μετά την υλοποίηση των λύσεων αυτών, την πιθανή επίπτωση στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής διαβάθμισης του δανειολήπτη κ.ο.κ.

(εε) Ενημέρωση για το δικαίωμα του δανειολήπτη να αναζητήσει συμβουλή ανεξάρτητου επαγγελματία για την υποβοήθησή του στη λήψη απόφασης, εάν αυτός το κρίνει απαραίτητο.

(ζζ) Ενημέρωση για τη δυνατότητα του δανειολήπτη

(i) να παράσχει τη συναίνεσή του εντός εύλογης προθεσμίας, όχι μικρότερης των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών, στην προτεινόμενη ή σε μία από τις προτεινόμενες λύσεις ή

(ii) να αντιπροτείνει γραπτώς ή

(iii) να δηλώσει γραπτώς ότι αρνείται να συναινέσει με οποιαδήποτε πρόταση,

εντός χρονικού διαστήματος όχι μικρότερου των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών.

(ηη) Ενημέρωση για τα επόμενα βήματα ή και τις έννομες συνέπειες, σε κάθε μία εκ των περιπτώσεων ανωτέρω (όπως λ.χ. τυχόν άρση προστασίας της περιουσίας του, το χρονικό διάστημα μετά το οποίο μπορεί να κινηθούν οι διαδικασίες ρευστοποίησης εξασφαλίσεων κ.ο.κ.).

(θθ) Τα πλήρη στοιχεία των φορέων που παρέχουν συμβουλευτική υποστήριξη δυνάμει του Ν. 4224/2013 ή άλλων σχετικών διατάξεων της νομοθεσίας.

(ιι) Επισήμανση για τη σημασία της έγκαιρης ενημέρωσης του ιδρύματος σε περίπτωση που η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη μεταβληθεί.

(ι) Κατά την παρουσίαση της προτεινόμενης ή των εναλλακτικά προτεινόμενων λύσεων, κάθε ίδρυμα οφείλει:

(αα) Να παρέχει όσο το δυνατόν πιο τυποποιημένη και εύληπτη πληροφόρηση στον δανειολήπτη, προκειμένου αυτός να κατανοήσει την πρόταση ή και τις διαφορές τόσο μεταξύ των εναλλακτικά προτεινόμενων λύσεων, σε περίπτωση που υφίστανται περισσότερες από μία, όσο και μεταξύ των όρων αυτών και της υφιστάμενης δανειακής σύμβασης.

(ββ) Να ανταποκρίνεται στον δανειολήπτη, γραπτώς, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της τυχόν άρνησης συναίνεσής του, εκφράζοντας την προθυμία του να τον καλέσει, εκ νέου, προκειμένου να αξιολογηθούν άλλες λύσεις, εάν είναι εφικτό, ή εξηγώντας του τους λόγους, για τους οποίους τούτο δεν είναι εφικτό. Στην δεύτερη αυτή περίπτωση, γνωστοποιεί στον δανειολήπτη επιπροσθέτως τα εξής:

(i) Το δικαίωμα του δανειολήπτη να υποβάλλει ένσταση στην Επιτροπή Ενστάσεων του ιδρύματος εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών από την τελευταία ως άνω γνωστοποίηση εκ μέρους του ιδρύματος,

(ii) Το δικαίωμα του ιδρύματος να κινήσει νομική διαδικασία μετά το πέρας της διαδικασίας εξέτασης ενστάσεων.

(γγ) Να είναι δεκτικό σε σχόλια και ερωτήματα από τους δανειολήπτες και, σε περίπτωση που έχουν γίνει ακούσια λάθη στην αξιολόγηση από το ίδρυμα λόγω λανθασμένων στοιχείων ή παραδοχών, τότε το ίδρυμα οφείλει να αναθεωρήσει την αξιολόγησή του και να παρουσιάσει εκ νέου αναθεωρημένη λύση, γνωστοποιώντας στον δανειολήπτη το γεγονός αυτό καθώς και το στάδιο στο οποίο «παραπέμπεται» εκ νέου η περίπτωση του δανείου του (π.χ. επαναφορά στο στάδιο 4).

Τύποι λύσεων ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης

Σκοπός του παρόντος Παραρτήματος δεν είναι η εξαντλητική παράθεση όλων των δυνατών ή επιτρεπτών λύσεων ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης, αλλά η απαρίθμηση και κατηγοριοποίηση ορισμένων από αυτές που τυγχάνουν εφαρμογής σε διεθνές επίπεδο, ώστε να διευκολύνεται η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της εφαρμογής των διατάξεων του Κώδικα.

Τμήμα Ι:- Βραχυπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης.

(α) Τόκοι μόνο κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης περιόδου.

(β) Μειωμένες τοκοχρεωλυτικές δόσεις κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης περιόδου.

(γ) Περίοδος χάριτος.

(δ) Αναβολή Πληρωμής Δόσης/Δόσεων.

(ε) Τακτοποίηση Καθυστερούμενου Υπολοίπου.

(στ) Κεφαλαιοποίηση καθυστερήσεων.

Τμήμα ΙΙ – Μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης

Ως μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης κατατάσσονται τύποι λύσεων ρύθμισης, η διάρκεια της χρονικής περιόδου μεταβολής του σχεδίου αποπληρωμής των οποίων ισούται με ή υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.

(α) Μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου.

(β) Αλλαγή Τύπου Επιτοκίου (π.χ. από κυμαινόμενο σε σταθερό).

(γ) Παράταση της διάρκειας.

(δ) Διαχωρισμός ενυπόθηκου δανείου σε:

i. ένα βιώσιμο δάνειο με εμπράγματη εξασφάλιση, το οποίο ο δανειολήπτης αποπληρώνει, με βάση την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής, και

ii. υπόλοιπο του δανείου, στο οποίο δεν λογίζονται τόκοι έως μια μεταγενέστερη ημερομηνία αποπληρωμής. Κατά την μεταγενέστερη αυτή ημερομηνία ή πριν από αυτήν, διενεργείται επαναξιολόγηση της ικανότητας αποπληρωμής. Η οποία προσδιορίζεται είτε από την εκτιμώμενη βελτίωση της δυνατότητας αποπληρωμής του δανειολήπτη είτε από τα εκτιμώμενα έσοδα ρευστοποίησης εμπράγματης εξασφάλισης ή άλλου περιουσιακού στοιχείου με συντηρητικές παραδοχές.

(ε) Πρόσθετη εξασφάλιση από τον δανειολήπτη, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης λύσης ρύθμισης.

(στ) Λειτουργική αναδιάρθρωση επιχείρησης.

(ζ) Συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με μετοχικό κεφάλαιο.

 Τμήμα IΙΙ – Λύσεις Οριστικής Διευθέτησης

Ως λύση οριστικής διευθέτησης ορίζεται οποιαδήποτε μεταβολή του είδους της συμβατικής σχέσης μεταξύ ιδρύματος και δανειολήπτη ή ο τερματισμός αυτής, αποσκοπώντας στην οριστική τακτοποίηση της απαίτησης του ιδρύματος έναντι του δανειολήπτη και, η οποία μπορεί να διενεργείται μέσω μίας ή περισσοτέρων από τις παρακάτω ενδεικτικά αναφερόμενες λύσεις, που προσφέρονται στο πλαίσιο των διεθνών πρακτικών. Η υιοθέτηση εκάστης εξ αυτών εξετάζεται, όμως, κάθε φορά σε σχέση με τις προβλέψεις του ελληνικού δικαίου:

(α) Εθελοντική Παράδοση Ενυπόθηκου Ακινήτου στο πλαίσιο ευρύτερης ρύθμισης.

(β) Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση, με την οποία ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στο ίδρυμα και υπογράφει μια σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, για ελάχιστη χρονική διάρκεια (συνήθως πέντε (5) έτη). Ο δανειολήπτης αποκτά τα προβλεπόμενα από το ισχύον δίκαιο περί συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης δικαιώματα.

(γ) Πώληση και ενοικίαση, με την οποία ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου είτε στο ίδρυμα είτε σε τρίτο (άλλο ίδρυμα, άλλο αγοραστή, κρατική εταιρία διαχείρισης ακινήτων κλπ) αποπληρώνοντας μέρος ή το σύνολο του δανείου.

Η συμφωνία μπορεί να συνοδεύεται με παραχώρηση του δικαιώματος διαμονής στο ακίνητο για κάποια ελάχιστη χρονική διάρκεια έναντι μισθώματος (συνήθως για μια ελάχιστη περίοδο τριών (3) ετών).

(δ) Μεταβίβαση του δανείου σε άλλο ίδρυμα.

(ε) Αντικατάσταση παλαιού δανείου με νέο μικρότερου υπολοίπου..

(στ) Διαχείριση σε εκκαθάριση στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας.

(ζ) Ρευστοποίηση Εξασφαλίσεων για την ικανοποίηση της απαίτησης του ιδρύματος.

(η) Δικαστικές/Νομικές Ενέργειες πέραν της ρευστοποίησης εξασφαλίσεων.

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ