Διαβάστε την απάντηση που έδωσε ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος στις κατηγορίες που δέχτηκε για την υπόθεση της δολοφονίας του δημοσιογράφου Σ. Γκόλια:…
“Με πρωτοσέλιδό της η εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» του πασίγνωστου για τις πάσης φύσεως αθλιότητες εκδότη Θέμου Αναστασιάδη εμπλέκει τον δημοσιογράφο Μάκη Τριανταφυλλόπουλο στην υπόθεση της εκτέλεσης του Σωκράτη Γκιόλια από την οργάνωση «Σέχτα Επαναστατών».
Όταν προ καιρού η Ντόρα Μπακογιάννη από του βήματος της Βουλής κατήγγειλε ότι είναι απορίας άξιον πώς ο εκδότης με τις μαύρες σακούλες γεμάτες αδήλωτα ευρώ, και παρά τη σύλληψή του στα σύνορα Ελβετίας-Γαλλίας από τις τελωνειακές αρχές για κατοχή επιταγών με αδικαιολόγητα ποσά, εξακολουθεί να κυκλοφορεί ελεύθερος, τότε ακόμη και οι αφελείς αντελήφθησαν ότι το παιγνίδι είναι πολύ σοβαρό.
Όταν δημοσιοποιήθηκε η αγορά του 40% των μετοχών της εφημερίδας του εκδότη από τον προφυλακισμένο Πάλλη, που κατηγορείται για διακίνηση όπλων και σειρά άλλων κακουργημάτων, και όλα αυτά με έντονη την οσμή της ναζιστικής κουλτούρας του, τότε και οι πλέον ανύποπτοι κατάλαβαν ότι το παιγνίδι είναι εξαιρετικά πολύπλοκο.
Όταν κανείς διαβάζει στα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας του εκδότη ειδικά αφιερώματα στους «εθνικούς νταβατζήδες», των οποίων οι δραστηριότητες επί δεκαετίες οδήγησαν τη χώρα στο «σημείο μηδέν», υφαρπάζοντας διά της διαπλοκής τον εθνικό πλούτο, τότε ο καθείς κατανοεί ότι το παιγνίδι είναι και επικίνδυνο.
Πριν από λίγες ημέρες η ηλεκτρονική εφημερίδα zougla.gr απεκάλυψε τη μετοίκιση της οικογένειας του εκδότη στο πολυτελές προάστιο Κilchberg της Ζυρίχης. Η διεύθυνση και το τηλέφωνο της κατοικίας είχαν καταχωρηθεί στο διαδίκτυο από τη σύζυγό του.
Ο περί ου ο λόγος παράγων έσπευσε να ζητήσει από τη Δικαιοσύνη τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά της ηλεκτρονικής μας εφημερίδας.
Το σκεπτικό του αιτήματος του είναι επί της ουσίας «τρομακτικό». Διατείνεται πως η δημοσίευση μιας τέτοιας πληροφορίας ενδεχομένως να προκαλέσει εκείνους που θα ήθελαν ή σχεδιάζουν να βλάψουν τον εκδότη. Το επιχείρημα θυμίζει λίγο τις θεωρίες της οικογενείας των Μπους περί διεθνούς τρομοκρατίας. Η Δικαιοσύνη, βεβαίως, αρνήθηκε να υποκλιθεί στις επιταγές του. Το αίτημα για τα ασφαλιστικά μέτρα απορρίφθηκε.
Είναι προφανές ότι ο εκδότης εκνευρίστηκε, διότι ως γνωστόν η διαπλοκή είναι μια δραστηριότητα η οποία οδηγεί αναπόφευκτα σε αλαζονικές συμπεριφορές. Συνηθίζει, βλέπετε, ο κάθε διαπλεκόμενος στη δουλικότητα των παρακατιανών.
Αποφάσισε να αντεπιτεθεί, ή μάλλον να φαντασιωθεί ότι αντεπιτίθεται. Εντρύφησε λοιπόν στο γνωστό για την αθλιότητά του «πόνημα» που δημοσιεύθηκε από το έντυπο «HOT DOC», ιδιοκτησίας του μυθομανούς Κώστα Βαξεβάνη, ο οποίος, επειδή προφανώς δεν είχε τίποτε καλύτερο να κάνει, πρότεινε ένα οδοιπορικό που άρχιζε από τη δολοφονία του Σωκράτη Γκιόλια, περνούσε στην αιματηρή δολοφονία των πέντε μπράβων στην Αγία Νάπα της Κύπρου, αναφερόταν στην εμπλοκή των δύο καταδικασθέντων σε ισόβια για τη δολοφονία αυτή και στις πιθανές σχέσεις τους με τη «Σέχτα Επαναστατών», για να καταλήξει -χωρίς να κατονομάσει- σε κάποιον γνωστό τηλεοπτικό δημοσιογράφο ο οποίος κατά τη γνώμη διαφόρων «εγκύρων πηγών» αγνώστου προελεύσεως (γνωστής όμως καταγωγής) βρίσκεται πίσω από τη δολοφονία Γκιόλια.
Ο εκδότης, προφανώς, αποφάσισε, λόγω πάγιας τακτικής του Τριανταφυλλόπουλου να μην καταφεύγει σε αγωγές και ασφαλιστικά μέτρα, την ανακύκλωση του «υλικoύ», προσδίδοντάς του και μια οσμή επικαιρότητας με αναφορές στην κατάθεση της συζύγου του εκλιπόντος Σωκράτη Γκιόλια. Για να εξηγούμεθα. Κατανοούμε τον πόνο και την απόγνωση μιας γυναίκας που έχασε τον σύζυγό της και πατέρα των παιδιών της. Κατανοούμε επίσης την αγωνία της οικογένειας του δολοφονημένου δημοσιογράφου για τον εντοπισμό των εκτελεστών. Γνωρίζουμε όμως ότι ο πόνος και η αγωνία οδηγούν συχνότατα μέσα από περίεργα και ανεξερεύνητα μονοπάτια της ψυχής σε λανθασμένα συμπεράσματα.
Η ενέργεια αντεκδίκησης του εκδότη, με την αναμόχλευση μιας προφανώς ψευδούς και καθ’ όλα άρρωστης στη σύλληψη και στην έκφρασή της υπόθεσης περί συμβολαίων θανάτου και εμπλοκής σε αυτά του ΜάκηΤριανταφυλλόπουλου, οδηγεί μοιραία στο συμπέρασμα πως ο κ. Θέμος Αναστασιάδης είναι απλώς και τελεσίδικα αξιοθρήνητος.
Ως εκφραστής συγκεκριμένων οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων διολισθαίνει σταθερά στην αναξιοπιστία, επισπεύδοντας την τελική αποδόμησή του. Ως δημοσιογραφικός παράγων προκαλεί ταυτόχρονα θυμηδία και οίκτο.
Περισσότερο από την αποκάλυψη του κρησφύγετού του στην Ελβετία αγωνιά για την πιθανή αποκάλυψη των χρυσοφόρων δημοσιογραφικών του κατορθωμάτων, τα οποία προς το παρόν παραμένουν ως κοινά μυστικά μέσα στα όρια επιχειρηματικών και πολιτικών κύκλων.
Η επαγγελματική του επάρκεια πιθανόν να έχει αμβλυνθεί λόγω οικονομικής άνεσης. Η επιβίωσή του όμως είναι σίγουρο ότι έχει διασφαλιστεί μέχρι εβδόμης γενεάς. Άλλωστε διαθέτει το «καταφύγιό» του στην ημιορεινή Ελβετία, όπου θα μπορούσε να απολαμβάνει την άνεση που του προσφέρει το περιεχόμενο το οποίο εντοπίστηκε εκείνο το απομεσήμερο στο υποκατάστημα της BNP στο Κολωνάκι και τα υπόλοιπα, όσα αποκόμισε, από παραδημοσιογραφικές πειρατικές δραστηριότητες.
Το τελικό συμπέρασμα, πως ανήκει στην κατηγορία εκείνων που όταν τους φτύνουν αισθάνονται ότι πέρα βρέχει, δεν πρέπει να απέχει πολύ από την πραγματικότητα…”