ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Η ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΧΩΡΙΣ ΚΟΙΝΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

ΓΡΑΦΟΥΝ Φίλιππος Σαχινίδης, Βουλευτής Λάρισας ΠΑΣΟΚ – πρώην Υπουργός και Γιώργος Σιακαντάρης, Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας

PrintΑμέσως μετά τις εκλογές ξεκίνησε εκ νέου η συζήτηση για την ανάγκη συνεργασίας των αυτοπροσδιοριζόμενων ως Κεντροαριστερά δυνάμεων. Πολύ φοβούμαστε ότι και αυτή τη φορά το κάρο είναι χωρίς άλογο. Γιατί οι προσωπικές στρατηγικές, απολύτως θεμιτές σε κάθε πολιτική συζήτηση, μένουν χωρίς προγραμματικό πλαίσιο.

Εκφράσεις του τύπου συζήτηση «χωρίς όρους και προαπαιτούμενα», αν αφορούν πρόσωπα έχουν βάση, αν όμως αφορούν πολιτικές τότε έχουν σίγουρα μη κεντροαριστερά κέντρα βάρους.

Η συζήτηση για την Κεντροαριστερά, όταν εστιάζει στο ποιοι συνομιλούν με ποιόν και ποιόν θέλουν για σύμμαχο και όχι στο τι είναι αυτό που διαχωρίζει την πρότασή της Κεντροαριστεράς απ’ όσα επαγγέλλεται και προτείνει η νεοφιλελεύθερη και η συντηρητική αντίληψη, αφενός οδηγεί σε περαιτέρω συγχύσεις και αφετέρου, και το κυριότερο, δεν ενδιαφέρει την κοινωνία.

Χωρίς προγραμματικό και ιδεολογικό πλαίσιο είναι άσκοπος κάθε προκαθορισμός των συμμαχιών της Κεντροαριστεράς. Αυτή δεν μπορεί να αποτελεί ένα ασπόνδυλο ιδεολογικά και προγραμματικά συνονθύλευμα στο οποίο μπορούν να εντάσσονται σχήματα, όπως η Δράση ή κεντροδεξιά ιδεολογικά ρεύματα όπως το Φιλελεύθερο Κέντρο, δυνάμεις σεβαστές, οι οποίες όμως καμία σχέση δεν έχουν με ό,τι ονομάζεται και είναι η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία.

Σε ομαλές οικονομικές και πολιτικές περιόδους, και αυτές υπάρχουν όταν υπάρχει μια σχετική δημοσιοοικονομική ισορροπία  και όχι όταν μια χώρα έχει δίδυμα ελλείμματα που υπερβαίνουν το 15%, τότε η πολιτική αντιπαράθεση  με κυβερνητική προοπτική επικεντρώνεται γύρω από δυο κεντρικές πολιτικές προτάσεις. Έχουμε υπόψη μας τη νεοφιλελεύθερη συντηρητική και τη σοσιαλδημοκρατική πρόταση.

Η νεοφιλελεύθερη πρόταση υποστηρίζει ότι η αγορά μπορεί από μόνης της, χωρίς κρατικές παρεμβάσεις  να μεγαλώνει το παραγόμενο προϊόν με ελάχιστες διακυμάνσεις και παράλληλα ότι το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο πρέπει να απολαμβάνει την μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία στην τοποθέτησή του σε δραστηριότητες.

Αντιθέτως, η σοσιαλδημοκρατική άποψη υποστηρίζει, ότι οι ανεξέλεγκτες αγορές αποτυγχάνουν και χρειάζεται η κρατική παρέμβαση και για να μειωθεί το κόστος αντιμετώπισης της κρίσης αλλά και για να μειωθούν οι ανισότητες που δημιουργούνται. Τα προβλήματα με τη σοσιαλδημοκρατική πρόταση άρχισαν όταν κάποιοι ανακάλυψαν τη μαγεία του κρατισμού, αδιαφορώντας για την παραγωγή και την αποτελεσματικότητα και κάποιοι άλλοι θεώρησαν ότι η λεγόμενη «ρυθμισμένη απορρύθμιση» δημιουργεί καλύτερες συνθήκες για την ανάπτυξη και την αναδιανομή.

Η κρίση της Σοσιαλδημοκρατίας ξέσπασε όταν αποδείχτηκε ότι η ανεξέλεγκτη ροή των κεφαλαίων και η απελευθέρωση των αγορών μεγαλώνει την πίτα προς  αναδιανομή, παραβλέποντας τους τεράστιους κινδύνους για την κοινωνική συνοχή από τις χρηματοοικονομικές κρίσεις. Ταυτόχρονα, προσχώρησε στη λογική του «μικρού» αντί του ποιοτικού και αποτελεσματικού κράτους υπηρεσιών. Η ανάγκη στήριξης του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων που ενισχύουν την παραγωγικότητα υποχώρησε στη λογική του φθηνού χρήματος και της χαμηλής φορολόγησης, η οποία δήθεν θα έφερνε υψηλότερες επενδυτικές ευκαιρίες. Τελικά, η χρηματοπιστωτική κατάρρευση έδειξε τα όρια αυτής της αντίληψης.

Η δεύτερη μεγάλη παράλειψη της  Σοσιαλδημοκρατίας είναι ότι δεν πρότεινε εγκαίρως  πολιτικές προτάσεις για τη μετάβαση σ’ ένα ομοσπονδιακό κεϋνσιανισμό που θα περιόριζε τις οικονομικές διακυμάνσεις σε επιμέρους χώρες σε κρίση.  Δεν ανέδειξε ότι μια παρατεταμένη υψηλή ανεργία δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως φυσικό φαινόμενο, αλλά ως απειλή για την κοινωνική συνοχή. Δεν παρενέβη με δικές της προτάσεις για μείζονα θέματα της αρχιτεκτονικής του ευρώ. Δεν πήρε εγκαίρως θέση για την εποπτεία των τραπεζών, για τη φορολογική συνεργασία, για το ζήτημα του ελέγχου των χρηματοοικονομικών αγορών, για την αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη που διέπει τη λειτουργία της ΕΚΤ, έτσι ώστε η νομισματική πολιτική να υπηρετεί όχι μόνο το στόχο της σταθερότητας των τιμών αλλά και την αύξηση της απασχόλησης.

Όλα αυτά σήμερα πρέπει να αποτελέσουν μέρος του διεκδικητικού πλαισίου της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, αλλά είναι και το μοναδικό προαπαιτούμενο για την ελληνική συζήτηση περί Κεντροαριστεράς.

Τα κόμματα επιβιώνουν, μόνο όταν τα ίδια είναι συνασπισμοί εξουσίας ή όταν προτείνουν κάτι τέτοιο. Και για να είσαι συνασπισμός εξουσίας πρέπει να αφουγκράζεσαι τα προβλήματα της κοινωνίας. Και η Κεντροαριστερά πρέπει να κατανοήσει ότι μόνο αν μετατραπεί σ’ έναν οργανισμό, πυρήνας του οποίου θα είναι η Σοσιαλδημοκρατία σε συνεργασία με ρεύματα όπως της Ανανεωτικής Αριστεράς, της Οικολογίας, του Πολιτικού Φιλελευθερισμού και όχι του Νεοφιλελευθερισμού, μόνο τότε θα αποτελέσει υπολογίσιμη δύναμη είτε ως αυτόνομος πόλος εξουσίας είτε ως ισχυρός εταίρος σε μια συνεργασία με τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις της προοδευτικής μεταρρυθμιστικής Αριστεράς.

Για εμάς, η Κεντροαριστερά ή θα είναι κατά βάση σοσιαλδημοκρατική ή δεν θα είναι Κεντροαριστερά.

 

Δημοσιεύθηκε στα ΝΕΑ

 

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ