Ανακοίνωση της παράταξης “Δρόμος Ανατροπής για τη Θεσσαλία”
Ο αγροτικός και κτηνοτροφικός τομέας βρίσκονται σε παρατεταμένη κρίση, η οποία επιτείνεται εξαιτίας του μνημονίου, των πολιτικών ακραίας λιτότητας και ύφεσης που επέβαλε η κυβέρνηση και η τρόικα.
Η αγροτική οικονομία της χώρας οδηγείται σε κατάρρευση και η Θεσσαλία σε μαρασμό συνέπεια των κυρίαρχων νεοφιλελεύθερων πολιτικών επιλογών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Μόλις μια εβδομάδα πριν την καταληκτική ημερομηνία, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, χωρίς καμιά διαβούλευση με τους αρμόδιους παραγωγικούς και κοινωνικούς φορείς, ανακοίνωσε την κατανομή των κονδυλίων ύψους 19,5 δισ. ευρώ στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ 2014-2020.
Οι εν κρυπτώ αποφάσεις της τελευταίας στιγμής για ένα τόσο σημαντικό θέμα που αφορά το σύνολο του αγροτικού κόσμου και όχι μόνο, δείχνουν ανεπίτρεπτη προχειρότητα και εγκυμονούν κινδύνους.
Η πρόταση της κυβέρνησης για τη νέα ΚΑΠ είναι αντίθετη στο συμφέρον των μικρομεσαίων αγροτών αφού δε διασφαλίζει την αναδιανομή των πόρων προς όφελός τους και δε συμβάλλει στην ανάκαμψη των αγροτών πίσω στη γη τους.
Παράλληλα, σε καμία περίπτωση δε συμβάλλει στην άρση των περιφερειακών ανισοτήτων που ζούμε και στη δική μας περιφέρεια με τη συνέχιση της υποβάθμισης της Δυτικής Θεσσαλίας.
Η ΚΑΠ 2014-2020 είναι πλήρως εναρμονισμένη στις νεοφιλελεύθερες επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης μειώνοντας σημαντικά τις άμεσες ενισχύσεις και τη συνολική στήριξη του πρωτογενούς τομέα.
Διαιωνίζει τον επιδοματικό χαρακτήρα των ενισχύσεων και, σε συνδυασμό με την γενικότερη κυβερνητική πολιτική, οδηγεί στην καταστροφή και εγκατάλειψη ολόκληρων παραγωγικών κλάδων και των σχετιζόμενων με αυτούς μεταποιητικών μονάδων. Συνεχίζει δηλαδή το «έργο» που ξεκίνησε με την ιδιωτικοποίηση της ΔΩΔΩΝΗΣ, το κλείσιμο κι άλλων εργοστασίων της ΕΒΖ σε Σέρρες και Ορεστιάδα κ.α.
Η κατανομή των ενισχύσεων που προβλέπει είναι αντιπαραγωγική, χωρίς στόχευση και εξυπηρετεί μόνο συγκεκριμένες εκλογικές περιφέρειες και σκοπούς.
Με αυτό τον τρόπο επιτείνεται η εγκατάλειψη της παραγωγικής διαδικασίας, η ερήμωση της υπαίθρου και η αύξηση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου για τα αγροτικά προϊόντα.
Αυτό άλλωστε αποτυπώνεται στην κατεύθυνση των πόρων όπως αυτοί θα αποδοθούν: 25% στα βοσκοτόπια, 47% στα σιτηρά και τα δημητριακά και 28% στις δενδρώδεις καλλιέργειες (επιδοτούνται για πρώτη φορά). Αποτυπώνεται, επίσης, στο πλήγμα που επιχειρείται εις βάρος της βαμβακοκαλλιέργειας αφού φαίνεται να μειώνεται σημαντικά η αποσυνδεδεμένη ενίσχυση ενός προϊόντος που θεωρείται εθνικό. Καταργείται ουσιαστικά, δηλαδή, το ειδικό καθεστώς προστασίας συγκεκριμένων προϊόντων.
Αυτό που απαιτείται είναι η ριζική αναθεώρηση της ΚΑΠ με στόχο την αύξηση των πόρων για τη γεωργία, τη στήριξη του εισοδήματος των μικρομεσαίων αγροτών με τιμές πάνω από το κόστος παραγωγής, την αντιστροφή της εγκατάλειψης της αγροτικής παραγωγής και μεταποίησης και τη ριζική ανακατανομή των πόρων υπέρ των μεσογειακών προϊόντων και των μικρομεσαίων αγροτών. Απαιτείται, παράλληλα, να ελεγχθούν οι ολιγοπωλιακές δομές και να παταχθούν τα «καρτέλ» στην επεξεργασία και εμπορία προϊόντων.
Ριζοσπαστική αναθεώρηση της ΚΑΠ σημαίνει εφαρμογή μιας νέας αγροτικής πολιτικής, με στόχο την παραγωγή υγιεινών και ποιοτικών προϊόντων για τις κοινωνικές ανάγκες και θεμελίωση της διατροφικής ασφάλειας. Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη της οικογενειακής γεωργίας και στην κάλυψη των κοινωνικών αναγκών στην ύπαιθρο. Αδήριτη ανάγκη είναι επίσης η δίκαιη και αποτελεσματική κατανομή των ενισχύσεων.
Με βάση τα παραπάνω, αναγκαίος είναι ο πολιτικός και κοινωνικός αγώνας για ριζική αναθεώρηση της ΚΑΠ 2014-2020, για τη δίκαιη ανάπτυξη της περιφέρειας και την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, για την οποία η ΕΕ έχει σοβαρότατες ευθύνες.