Από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα έκλεισαν 230.000 ΜΜΕ
Δυσοίωνο προδιαγράφεται και το 2014 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την πραγματική οικονομία σύμφωνα με την έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) για το α’ εξάμηνο του 2014.
«Κάθε πέρυσι και καλύτερα» λέει χαρακτηριστικά η Συνομοσπονδία, σημειώνοντας ότι και αυτό το εξάμηνο καταγράφηκε μείωση τζίρου και ζήτησης, απώλειες θέσεων εργασίας, ενώ η θηλιά των χρεών σφίγγει όλο και περισσότερο στο λαιμό των ΜμΕ, για τις οποίες η πόρτα της χρηματοδότησης παραμένει ερμητικά κλειστή. Επισημαίνουν δε ότι το διαθέσιμο εισόδημα μειώθηκε από 174 δισ. ευρώ το 2008 σε περίπου 100 δισ. εφέτος (10.000 ευρώ κατά κεφαλήν).
Ειδικότερα, δύο στις τρεις μικρομεσαίες επιχειρήσεις διαπίστωσαν σε αυτό το εξάμηνο ότι μειώθηκε ο τζίρος τους, η ζήτηση και οι παραγγελίες, ενώ η συνολική πτώση στο τζίρο σε ετήσια βάση (Ιούλιος 2013- Ιούλιος 2014) μειώθηκε κατά 20% και από την έναρξη της κρίσης άγγιξε το 74%.
Στο πλαίσιο αυτό εκφράζονται φόβοι ότι στα 230.000 λουκέτα από την αρχή της κρίσης, φέτος θα προστεθούν -σύμφωνα με το συντηρητικό σενάριο- άλλα 15.000, με τραγικές συνέπειες για την απασχόληση.
Όπως τονίζει η ΓΣΕΒΕΕ, μία στις πέντε μικρομεσαίες επιχειρήσεις που μέχρι τώρα άντεξαν, εκτιμούν ότι υπάρχει υψηλός κίνδυνος να διακόψουν τη λειτουργία τους μέχρι το τέλος του χρόνου και κατά συνέπεια τα λουκέτα θα προσεγγίσουν τις 15.000, γεγονός που θα οδηγήσει σε απώλεια 42.000 θέσεων εργασίας. Πιο δραματική είναι η κατάσταση για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις καθώς περισσότερες από τις μισές δηλώνουν ότι κινδυνεύουν να κλείσουν μέσα στο επόμενο εξάμηνο.
Ειδικότερα, το ποσοστό των μικρών επιχειρήσεων που θεωρούν πολύ ή αρκετά πιθανό το ενδεχόμενο να έχουν το επόμενο διάστημα σοβαρό πρόβλημα λειτουργίας σε βαθμό που θα κινδυνεύσουν παραμένει πολύ υψηλό (47,8% έναντι 47,1% στην αντίστοιχη έρευνα Φεβρουαρίου 2014). Επισημαίνεται ότι το Μάιο του 2009 ο αντίστοιχος δείκτης ήταν 11,7%. Σε απόλυτα μεγέθη 45.000 επιχειρήσεις βρίσκονται στο «κόκκινο».
Ενδιαφέρον στοιχείο της έρευνας είναι ακόμη ότι το 72,5% των επιχειρηματιών δηλώνει ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα, θεωρώντας ότι κανένα από τα υφιστάμενα πολιτικά κόμματα δεν εκφράζει τα συμφέροντά τους. Τη δική του ξεχωριστή σημασία έχει δε ότι το ποσοστό αυτό αυξήθηκε κατά 12% σε σχέση με την έρευνα του Ιουλίου του 2013.
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 1051 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 2 έως 9 Ιουλίου 2014 και παρουσιάστηκε σήμερα, Τετάρτη, από τον πρόεδρο της ΓΣΕΒΕΕ, Γ.Καββαθά, έχουν ως εξής:
Σε ό,τι αφορά την γενική οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων επισημαίνεται:
Αν και οι μακροοικονομικοί δείκτες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ελληνική οικονομία έχει σταθεροποιηθεί, ωστόσο οι δείκτες που αφορούν την επιχειρηματική δραστηριότητα ιδιαίτερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων εξακολουθούν να είναι αρνητικοί. Σχεδόν τα 2/3 των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων παραμένουν σε καθοδική τροχιά χωρίς να διαφαίνονται προοπτικές ανάκαμψης.
Για το α’ εξάμηνο του 2014, η αποτίμηση παραμένει αρνητική, αφού το 64,7% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι η κατάσταση τους επιδεινώθηκε.
Πιο αναλυτικά, σχεδόν 2 στις 3 επιχειρήσεις διαπιστώνουν και σε αυτό το εξάμηνο μείωση του τζίρου (64,3%), της ζήτησης (64,4%), των παραγγελιών (67,8%).
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ εκτιμάται ότι η συνολική πτώση στο τζίρο την τελευταία χρονιά άγγιξε το 20% (Ιούλιος 2013-Ιούλιος 2014). Η συνολική πτώση του τζίρου από την έναρξη της κρίσης αγγίζει το 75%.
Ιδιαίτερα αρνητικοί είναι οι δείκτες ρευστότητας και επένδυσης, αφού για ακόμη μια φορά το 72,8% των επιχειρήσεων παρουσίασε επιδείνωση στο δείκτη ρευστότητας, ενώ μόλις το 8,7% προχώρησε σε επενδύσεις. «Πρόκειται για έναν αυτοτροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο έλλειψης ρευστότητας και αποεπένδυσης, που ουσιαστικά αποστερεί από τον ιδιωτικό τομέα την αναπτυξιακή του δυναμική και την αυτόνομη δυνατότητα ανάκαμψης» σημειώνουν οι αναλυτές.
Αρνητικές παραμένουν οι προβλέψεις για την απασχόληση:
Δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, 15.000 επιχειρήσεις θα κλείσουν το επόμενο εξάμηνο, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κίνδυνος απώλειας 42.000 θέσεων απασχόλησης (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι, μισθωτοί).
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο πρώτο εξάμηνο 2014 οι απώλειες θέσεων μισθωτής απασχόλησης στις ΜμΕ εκτιμώνται στις 24.000. Μείωση προσωπικού κατά το τελευταίο εξάμηνο ανέφερε το 8,6% των επιχειρήσεων ενώ αύξηση ανέφερε το 5,5%.
Εξηγώντας τη σημαντική βελτίωση της αναλογίας προσλήψεων-απολύσεων, από 1:3 πέρυσι, σε 1:1,5 στο πρώτο εξάμηνο του 2014, η έρευνα επισημαίνει ότι αυτή αποδίδεται στην ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, στη μείωση του κατώτατου μισθού και στη μετατροπή των θέσεων σε μερικής ή προσωρινής απασχόλησης.
«Παρατηρείται ότι οι απώλειες θέσεων μισθωτής εργασίας (απολύσεις) έχουν μειωθεί σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, όπως άλλωστε φαίνεται και από τις έρευνες εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ. Η επιβράδυνση αυτή δε θα πρέπει να αποδοθεί σε ανάκαμψη της επιχειρηματικής δραστηριότητας αλλά στις ραγδαίες μεταβολές που σημειώθηκαν στο καθεστώς απασχόλησης και τούτο γιατί:
α) έχει μειωθεί ο κατώτατος μισθός
β) οι μισές σχεδόν θέσεις απασχόλησης στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις έχουν μετατραπεί σε θέσεις μερικής ή/και προσωρινής απασχόλησης
γ) οι μισές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στην έγκαιρη καταβολή των μισθών» επισημαίνεται στην έρευνα.
Όπως προκύπτει από την έρευνα μέγα πρόβλημα των ΜμΕ παραμένουν τα χρέη ενώ μεγαλώνει η αδυναμία τους να τα ξεπληρώσουν. «Αιχμάλωτους των χρεών» χαρακτήρισε τους μικρομεσαίους ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ.
Αναμφίβολα, επισημαίνεται στην έρευνα, το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και επιτείνεται μέσα στο 2014 είναι η συσσώρευση οφειλών και η δεδηλωμένη πια αδυναμία πληρωμών για μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων, τονίζεται στην έρευνα.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις εξακολουθούν να έχουν πολύ υψηλά χρέη προς όλες τις κατηγορίες «πιστωτών». Το μεγαλύτερο μέρος των καθυστερημένων οφειλών των επιχειρήσεων αφορά τις ασφαλιστικές οφειλές προς ΟΑΕΕ (41,7%). Ακολουθούν τα χρέη προς την εφορία (31,8%), τις ΔΕΚΟ (31,6%), τις τράπεζες (26,5%) και το ΙΚΑ (20,9%).
Μία στις 4 επιχειρήσεις έχει καθυστερούμενες οφειλές σε προμηθευτές και ενοίκια. Το 34,7% των επιχειρήσεων εκτιμά ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του 2014, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για την αδυναμία κάλυψης των ασφαλιστικών υποχρεώσεων ανέρχεται στο 35,7%.
Αρνητικά είναι τα ευρήματα της έρευνας και σε ότι αφορά τη πρόσβαση των ΜμΕ στον τραπεζικό δανεισμό:
Η σχέση ανάμεσα στο τραπεζικό σύστημα και την πλειοψηφία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχει διαρραγεί ανεπανόρθωτα, επισημαίνεται στην έρευνα.
Πριν από την κρίση, σύμφωνα με έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, οι μισές σχεδόν επιχειρήσεις δε χρηματοδοτούσαν τις επενδυτικές δραστηριότητές τους μέσω τραπεζικού δανεισμού. Το ποσοστό αυτό ανήλθε στο 73,7% την περίοδο της κρίσης.
Από το 73,4% που δεν έλαβε πίστωση τα τελευταία 5 χρόνια, το 65,5% (δηλαδή το 48% στο σύνολο των επιχειρήσεων) δηλώνει ότι δεν χρειάστηκε να καταφύγει σε τραπεζικό δανεισμό και καλύφθηκε με τα κεφάλαια που διέθετε. Το 34,5% (δηλαδή το 25% επί του συνόλου) που χρειάστηκε κεφάλαια θεωρεί απαγορευτικούς τους όρους πρόσβασης στη χρηματοδότηση.
Οι μισές σχεδόν επιχειρήσεις (47,1%) θεωρούν ότι τα χαμηλότερα επιτόκια θα διευκόλυναν την πρόσβασή τους στον τραπεζικό δανεισμό.
Από τις επιχειρήσεις που έχουν λάβει δάνειο από τις τράπεζες, το 46,2% δηλώνει ότι σημειώνουν καθυστερήσεις στις αποπληρωμές των δόσεων.
Οι προοπτικές για το β’ εξάμηνο του 2014
Οι προβλέψεις σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο, το δεύτερο του 2014, αποτυπώνουν επιδείνωση του οικονομικού κλίματος, γεγονός που καταδεικνύει ότι παραμένει διάχυτο το αίσθημα ρευστότητας και ανασφάλειας που διατηρούν οι επαγγελματίες για το οικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται.
Οι επιχειρηματικές προσδοκίες για το δεύτερο εξάμηνο του 2014 είναι αρνητικές (56,1% έναντι 51,1% στην προηγούμενη μέτρηση Φεβρουαρίου 2014, το ισοζύγιο θετικών-αρνητικών απαντήσεων επιδεινώθηκε σημαντικά).
Συνολικά, σε όλους τους δείκτες οικονομικού κλίματος καταγράφεται επιδείνωση και απαισιοδοξία για πάνω από τις μισές επιχειρήσεις. Σημειώνεται ότι ο βαθμός απαισιοδοξίας είναι μεγαλύτερος στις πιο μικρές επιχειρήσεις του δείγματος.
Εκτιμάται ότι σε αυτήν την εξέλιξη συντελούν καίρια τόσο οι διαδοχικές φορολογικές επιβαρύνσεις που δέχονται οι πολίτες, όσο και τα αναιμικά μακροοικονομικά αποτελέσματα, τα οποία δεν ενισχύουν το σενάριο εξόδου από την ύφεση και τροχιάς οικονομικής ανόδου.
Αποθαρρυντικά, όπως και στην προηγούμενη περίοδο, είναι τα ευρήματα για τις προοπτικές απασχόλησης, καθώς εάν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ τότε υπάρχει κίνδυνος απώλειας 40.000 θέσεων συνολικής απασχόλησης (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι, μισθωτοί) στο επόμενο εξάμηνο. Για το δεύτερο εξάμηνο του 2014 προβλέπεται απώλεια 28.000 θέσεων μισθωτής εργασίας.
Σημαντικό στοιχείο που προκύπτει επαναληπτικά στην έρευνα κλίματος, προσθέτουν οι αναλυτές, είναι η σταθερή δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην έγκαιρη καταβολή των μισθών.
Σχεδόν 1 στις 2 επιχειρήσεις (46,1%) παρουσιάζει αυτό το πρόβλημα αδιαλείπτως. Το 38,5% των επιχειρήσεων δήλωσαν ότι έχουν μειώσει τις αποδοχές των υπαλλήλων στο προηγούμενο εξάμηνο.
Παράλληλα, παγιώνεται σε υψηλά ποσοστά (42,7%) το καθεστώς εφαρμογής ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Άλλωστε, όπως έχει επισημάνει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ και σε προηγούμενες έρευνες, η πρακτική αυτή αποτελεί το έσχατο καταφύγιο μείωσης λειτουργικού κόστους και το μοναδικό εργαλείο το οποίο είναι ελέγξιμο από τις ΜμΕ.
Μάλιστα, το 26,9% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι είναι πολύ πιθανό να μειώσει μισθούς ή ώρες εργασίας στο επόμενο εξάμηνο. Η επιχειρηματική αναδιάρθρωση στη μορφή αυτή περιλαμβάνει βίαιη αναπροσαρμογή μισθών και κερδών της μικρομεσαίας επιχείρησης με μοναδικό στόχο την επιβίωση της επιχείρησης.
Αργυρώ Τσατσούλη – in.gr