Αν απέδειξε κάτι η ολομέλεια της Βουλής στις 30/3, ήταν ότι η κυβέρνηση δεν έχει πυξίδα και ότι η χώρα γίνεται έρμαιο στα χέρια των πιστωτών. Μια κατάσταση που θα σέρνεται τους επόμενους μήνες από πλευράς της τρόικας ώστε να κρατιέται η χώρα λίγο πριν την εκπνοή της, με απρόβλεπτες κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες. Η οικονομική και κοινωνική κατάσταση επιδεινώνεται από την πιστωτική ασφυξία που επιβάλλει η ΕΚΤ και η Ευρωζώνη.
Η κυβέρνηση αδυνατεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας και της χώρας απέναντι στους πιστωτές, καθήκον για το οποίο υποτίθεται ότι ζήτησε και έλαβε την ψήφο του λαού.
Στη Βουλή στήθηκε μια παράσταση προκειμένου να νεκραναστηθεί ο πολιτικός αντίπαλος, για να υπερτονιστεί, με τη γνωστή από το παρελθόν δικομματική αντιπαράθεση, η διαφορετικότητα της σημερινής κυβέρνησης από την προηγούμενη. Προς τι, όταν υπάρχουν τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα με τη συντριπτική καταδίκη της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου; Μήπως γιατί η κυβέρνηση θέλει να συγκαλύψει την αλήθεια; Ότι στο πλαίσιο της Ευρωζώνης είναι αδύνατον να εφαρμόσει ακόμη και το πολύ μετριοπαθές πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης; Ότι απέτυχε η τακτική “ούτε ρήξη ούτε υποταγή”;
Η κυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ δε νομιμοποιείται να διαπραγματεύεται με την τρόικα στη βάση της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου. Η συμφωνία αυτή απέχει παρασάγγες από το πρόγραμμα με το οποίο εκλέχτηκε, δεν έχει καν εγκριθεί από τη Βουλή.
Το ζητούμενο δεν είναι να αντλεί η κυβέρνηση νομιμοποίηση από τα αυτονόητα, από την ελάχιστη βοήθεια προς τις πιο πληττόμενες κατηγορίες του πληθυσμού. Ούτε από τα φοροεισπρακτικά μέτρα, για να λυθούν βραχυπρόθεσμα προβλήματα των δημοσίων οικονομικών και της εξυπηρέτησης του χρέους, τα οποία θα προκύψουν ξανά με ακόμη μεγαλύτερη οξύτητα. Το ζητούμενο είναι να αναστραφεί η πορεία της οικονομίας , να υπάρξει διέξοδος από την κρίση για την κοινωνική πλειοψηφία, να αντιμετωπιστεί η τρομερών διαστάσεων ανεργία. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει, αν δε σταματήσει η χώρα να εξυπηρετεί το τερατώδες δημόσιο χρέος και δεν ανακτήσει τη νομισματική και δημοσιονομική της κυριαρχία. Παύση πληρωμών στο εξωτερικό δημόσιο χρέος και επιστροφή στο εθνικό νόμισμα είναι τα πρώτα άμεσα μέτρα εξόδου από το κώμα στο οποίο έχει πέσει η χώρα, και όχι το κυνηγητό της χρηματοδότησης από τους πιστωτές που διαιωνίζει τις μνημονιακές πολιτικές. Γι’ αυτό κάθε συμβιβασμός με την τρόικα είναι μη έντιμος συμβιβασμός.
Στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων αποδεικνύεται επίσης ότι τα περί πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής –που θα βοηθήσει και οικονομικά την Ελλάδα– δεν έχουν στέρεα βάση. Στο πλαίσιο της Ευρωζώνης ακόμη και οι ελάχιστες έως συμβολικές κινήσεις που γίνονται προς την κατεύθυνση άλλων χωρών εκτός του δυτικού μπλοκ αντιμετωπίζονται ως “ρήγματα στην εμπιστοσύνη” μεταξύ της Ελλάδας και των Ευρωπαίων εταίρων της, με τις ανάλογες επιπτώσεις.
Η κυβέρνηση είχε και τη γνώση και την εμπειρία από την περίπτωση της Κύπρου και των χρηματοδοτικών εκβιασμών που άσκησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τα κόμματα που την απαρτίζουν γνώριζαν πριν από τις εκλογές ότι θα ασκηθούν οι ίδιοι εκβιασμοί. Το είχε καταστήσει σαφές η ΕΚΤ. Δεν έχει το ελαφρυντικό της άγνοιας. Με τον τρόπο που πολιτεύεται αφήνει τη χώρα έρμαιο στα χέρια των “αντιδραστικών κέντρων” που η ίδια κατήγγειλε στη Βουλή. Γι’ αυτό μπορεί να αμφισβητηθεί η ειλικρίνεια των λόγων της. Τους επιτρέπει να βυσσοδομούν, να διαχέουν τερατώδη ψέματα στην κοινωνία σχετικά με την ανάκτηση των εργαλείων της οικονομικής πολιτικής και την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, συμβάλλοντας και η ίδια στην καλλιέργεια της φοβίας. Από δικό της κορυφαίο υπουργό ακούστηκε το ότι το εθνικό νόμισμα αποτελεί επιστροφή στη “νεολιθική εποχή”. Αφήνει να καλλιεργείται η εντύπωση ότι η κυρίαρχη οικονομική και εξωτερική πολιτική είναι κάτι το αδιανόητο για τη χώρα μας.
Και γι’ αυτό φέρει τεράστια ευθύνη.