Το βαρύτερο φορτίο φόρων και ασφαλιστικών εισφορών σηκώνει η μέση ελληνική οικογένεια ανάμεσα στις 34 χώρες-μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Φόροι και ασφαλιστικές εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων «τρώνε» το 43,4% της αμοιβής ενός παντρεμένου μέσου εργαζομένου με δύο παιδιά όταν στις χώρες του ΟΟΣΑ ο αντίστοιχος μέσος όρος είναι 26,9%.
Δηλαδή, από τα 100 ευρώ αμοιβής ενός οικογενειάρχη με δύο παιδιά στην Ελλάδα τα 43,4 ευρώ φεύγουν πριν καν μπουν στην τσέπη του – όντας μισθωτός, η παρακράτηση γίνεται στην πηγή τόσο για τον φόρο όσο και για τις ασφαλιστικές εισφορές – και πηγαίνουν απευθείας στα ασφαλιστικά ταμεία και στην εφορία, ενώ σε μέσα επίπεδα στις χώρες του ΟΟΣΑ η αντίστοιχη επιβάρυνση είναι 26,9 ευρώ.
Το άνοιγμα της ψαλίδας είναι τεράστιο και αν η ανάλυση του ΟΟΣΑ συνοδευόταν από στοιχεία για το κατά πόσο στην Ελλάδα πιάνουν τόπο ασφαλιστικές και φορολογικές εισφορές σε όρους κοινωνικού κράτους σε σχέση με τη λοιπή Ευρώπη, δυστυχώς οι εντυπώσεις θα οξύνονταν.
Εκτός από αυτή τη θλιβερή πρωτιά, στην Ελλάδα καταγράφεται μια πρωτοτυπία εξίσου επώδυνη για τις οικογένειες. Ακόμα και αν ληφθούν υπόψη τα επιδόματα που χορηγούνται στις ελληνικές οικογένειες, η ασφαλιστική και φορολογική επιβάρυνση για τους οικογενειάρχες είναι υψηλότερη κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τους εργένηδες στη χώρα. Στις χώρες του ΟΟΣΑ η αντίστοιχη σύγκριση φέρνει σε πλεονεκτική θέση τις οικογένειες, με χαμηλότερο φορολογικό βάρος 9,1% σε σχέση με τους μεμονωμένους εργαζομένους.
Το συμπέρασμα που προκύπτει αβίαστα από τα στατιστικά δεδομένα του 2014, όπως αποτυπώνονται σε ειδική έκθεση του ΟΟΣΑ για όλες τις χώρες, είναι ότι ο μέσος έλληνας οικογενειάρχης φορολογούμενος βρίσκεται στη χειρότερη θέση αν συγκριθεί τόσο με τον μέσο φορολογούμενο με οικογένεια από τις χώρες του ΟΟΣΑ όσο και με τους εργένηδες φορολογουμένους εντός Ελλάδας.
Η εξήγηση είναι σχετικά απλή. Η φορολογική πολιτική στη χώρα μας έπαψε από το 2012 και μετά να ευνοεί όσους έχουν οικογένεια με την κατάργηση του έξτρα αφορολογήτου που δικαιούνταν όσοι είχαν παιδιά και την αντικατάστασή του από κοινωνικά επιδόματα. Η μελέτη του ΟΟΣΑ όμως αποδεικνύει ότι ακόμα και μετά τα επιδόματα, οι οικογενειάρχες επωμίζονται μεγαλύτερα φορολογικά βάρη σε σχέση με τους μη έχοντες τέκνα.
Η διαχρονική εξέλιξη της φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης των εργαζομένων στην Ελλάδα δείχνει επιδείνωση συνολικά για τους φορολογουμένους το διάστημα 2000-2014. Στη χώρα μας το 2014 ο μέσος εργαζόμενος χωρίς παιδιά έφτασε να δίνει το 40,4% της αμοιβής του σε Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία, από 39,1% το 2000. Στο μεσοδιάστημα υπήρξαν σαφώς καλύτερες περίοδοι, αλλά υπήρχαν και χειρότερα. Η κορύφωση της μέσης επιβάρυνσης εμφανίζεται τη διετία 2011-2012, όταν στις λοιπές χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ επικρατούσαν σταθεροποιητικές ή πτωτικές τάσεις.
Συνολικά, στις 34 χώρες-μέλη η επιβάρυνση μειώθηκε κατά 0,7 μονάδες από το 36,7% το 2000, στο 36% το 2014 και κάπως έτσι η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 14η θέση ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ για έναν μέσο εργαζόμενο χωρίς παιδιά. Με παιδιά, είμαστε πρώτοι.
left.gr