Την ώρα που οι περισσότεροι, εντός και εκτός συνόρων, ισχυρίζονταν ότι από τη συνάντηση κορυφής των «5» -Μέρκελ, Ολάντ, Γιούνκερ, Ντράγκι και Λαγκάρντ- στο Βερολίνο προέκυψε ένα είδος τελεσιγράφου προς την Αθήνα, ένα ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στη (συνήθως καλά πληροφορημένη) συντηρητική και φιλοκυβερνητική γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung την περασμένη Τετάρτη ερχόταν να τους διαψεύσει.
«Παρά το γεγονός ότι όλοι οι συμμετέχοντες διαβεβαιώνουν για το αντίθετο, οι μεγάλες και ουσιώδεις διαφορές στις τάξεις της πρώην τρόικας -Κομισιόν, ΕΚΤ και ΔΝΤ- δεν μπορούν πλέον να παραβλεφθούν», σημείωνε η εφημερίδα.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι και ο τίτλος που επέλεξε για το συγκεκριμένο ρεπορτάζ -«Ένα κούρεμα χρέους έρχεται και πάλι πιο κοντά»- κάθε άλλο παρά τυχαίος ήταν, καθώς για να τον στηρίξει, η εφημερίδα επικαλούνταν τη στάση του ΔΝΤ και της Κριστίν Λαγκάρντ, που επαναλαμβάνουν εμμονικά και σε κάθε ευκαιρία ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι και δεν θα καταστεί βιώσιμο χωρίς μια γενναία και ριζική αναδιάρθρωση -την οποία, ασφαλώς, πρέπει να επωμιστούν οι Ευρωπαίοι. Την επόμενη μέρα και για του λόγου το αληθές, ο επικεφαλής του τμήματος δημοσιονομικών υποθέσεων του Ταμείου, Βίτορ Γκάσπαρ, ήρθε για να… συστήσει στους Ευρωπαίους να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στη μείωση του χρέους -όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για όλες τις χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα, ανάμεσα στις οποίες είναι η Γαλλία και η Ιταλία…
Grexit και χρεοκοπία
Αυτό θα μπορούσε να γίνει για την περίπτωση του Νεπάλ, όχι όμως και στην Ελλάδα, απάντησε ευθύς σμέσως και χωρίς περιστροφές ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ξεκαθαρίζοντας ότι με τον ίδιο στη θέση του «τσάρου» της γερμανικής οικονομίας και τα δεδομένα ως έχουν σήμερα, κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να γίνει δεκτό από το Βερολίνο. Στο περιβάλλον του Σόιμπλε, μάλιστα, φαίνεται πως έχει διαμορφωθεί μια πολύ σκληρή γραμμή για την περίπτωση της Ελλάδας, η οποία αφήνει ελάχιστα ή μηδενικά περιθώρια διαπραγμάτευσης: ή δέχονται ακριβώς ό,τι τους λέμε ή οδηγούνται με τις… κλωτσιές στην έξοδο του ευρώ, προς παραδειγματισμό και συμμόρφωση όλων των υπολοίπων που θα διανοούνταν να κάνουν ανάλογες σκέψεις!
Τη συγκεκριμένη άποψη υποστηρίζουν ανοιχτά ορισμένοι από τους πιο διακεκριμένους οικονομολόγους της Γερμανίας. «Εφόσον συνοδευτεί από λογικά και προσεκτικά μέτρα, ένα Grexit δεν θα οδηγούσε στην καταστροφή του κόσμου. Αντιθέτως, η Ευρωζώνη θα μπορούσε να εξέλθει ενισχυμένη από κάτι τέτοιο», δήλωνε πρόσφατα στην εφημερίδα Die Welt το μέλος του συμβουλίου των «σοφών» του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών και στέλεχος του ινστιτούτου Max Planck του Μονάχου, Κάι Κόνραντ. «Προειδοποιώ για το ενδεχόμενο μιας λανθασμένης συμφωνίας με την Ελλάδα. Εφόσον της δοθούν νέα δάνεια χωρίς να συνοδεύονται από ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, τότε ο ακροαριστερός ΣΥΡΙΖΑ θα έχει πετύχει τους στόχους του και η κοινότητα των χωρών θα έχει υπονομεύσει την αξιοπιστία της», λέει από την πλευρά του ο Γεργκ Κρέμερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank.
Όσο για τον πρόεδρο του ινστιτούτου Ifo, Χανς-Βέρνερ Ζιν, είναι σαφής: «Η προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος με νέα κεφάλαια έγινε ήδη, στη διάρκεια των πέντε προηγούμενων ετών (…) Το πείραμα με την Ελλάδα απέτυχε εκ θεμελίων και θα σταθεί εμπόδιο στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Το μοναδικό ερώτημα είναι κατά πόσο το κόστος είναι μεγαλύτερο εντός ή εκτός Ευρωζώνης», λέει χαρακτηριστικά. Με την τελευταία του φράση ο Ζιν, αν και υπέρμαχος του Grexit, υπογραμμίζει ότι ακόμη κι αν επέλθει συμφωνία στη Γερμανία ότι απαιτείται ένας άλλος δρόμος για το ελληνικό πρόβλημα, αυτός δεν είναι αυτονόητος.
Για παράδειγμα, οι υπολογισμοί δύο πολύ γνωστών Γερμανών οικονομολόγων, του Γενς Μπόισεν-Χόγκρεφε από το ινστιτούτο του Κιέλου και του Τίμο Βόλμερσχοϊζερ από το Ifo, αμφισβητούν ευθέως τη θέση του Σόιμπλε ότι ως ύστατη λύση, το Grexit είναι προτιμότερο από ένα «κούρεμα» του ελληνικού δημόσιου χρέους. Κι αυτό διότι, με βάση τα στοιχεία και τη μέθοδό τους, στην πρώτη περίπτωση το κόστος για τη Γερμανία θα ανερχόταν στα 76 δισ. ευρώ, ενώ στη δεύτερη θα ήταν σχεδόν το μισό, ήτοι 40 δισ. ευρώ.
Παράλληλο νόμισμα
Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε να παραδεχτούμε πως ζούμε μια περίοδο στην οποία τα ταμπού έχουν πέσει και όλα τα σενάρια έχουν πέσει ανοιχτά στο τραπέζι: Οριστική έξοδος από την Ευρωζώνη και το ξαναβλέπουμε πολύ αργότερα, χρεοκοπία εντός της Ευρωζώνης με ό,τι μέτρα αυτό συνεπάγεται από την ΕΚΤ ή/και δημιουργία ενός παράλληλου νομίσματος για τις εσωτερικές συναλλαγές που θα βρίσκεται σε κυκλοφορία για κάποιο (άγνωστο πόσο) χρονικό διάστημα;
«Θα έπρεπε να δώσουμε πολύ καλές συμβουλές προς την ελληνική κυβέρνηση να δράσει αστραπιαία -τότε, η υπόθεση για τις ελληνικές τράπεζες θα τελείωνε μέσα σε πέντε λεπτά, ακριβώς πριν τα μεσάνυχτα», είπε πρόσφατα το μέλος του ΔΣ της γερμανικής Bundesbank, Αντρέας Ντόμπρετ, αποδεικνύοντας ότι στο Βερολίνο εξετάζουν πλέον όλα τα σενάρια. Αλλά και η ΕΚΤ, αυτή την εβδομάδα, προειδοποίησε για πρώτη φορά ανοιχτά ότι ο κίνδυνος μιας ελληνικής χρεοκοπίας έχει αυξηθεί δραματικά -αν και ο Μάριο Ντράγκι έσπευσε να διαβεβαιώσει ότι η θέση της χώρας είναι εντός του ευρώ. Όσο για το ΔΝΤ, παραδέχτηκε επίσης δημοσίως ότι χρεοκοπία και Grexit δεν αποτελούν σενάρια επιστημονικής φαντασίας.
«Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη -το φάντασμα του Grexit, μιας πιθανής ανεξέλεγκτης εξόδου της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ, συμπεριλαμβανομένης μιας ολοκληρωτικής κρατικής χρεοκοπίας. Ως διέξοδος συζητείται ήδη η υιοθέτηση ενός παράλληλου νομίσματος, κάτι που σημαίνει ότι στη χώρα θα κυκλοφορούν ταυτόχρονα δύο νομίσματα», έγραφε πρόσφατα και ο Χάνο Μπεκ, καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Πφόρτσχαϊμ.
Ενα αληθινό «στρες τεστ»;
Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει αρχίσει να νιώθει ολοένα μεγαλύτερο εκνευρισμό και ανησυχία για τα όσα συμβαίνουν στη Γηραιά Ήπειρο γύρω από την Ελλάδα.
Η Ουάσιγκτον, άλλωστε, έχει διαμηνύσει σε κάθε τόνο ότι δεν βλέπει με καλό μάτι ούτε το Grexit, ούτε το «κούρεμα», ούτε τη χρεοκοπία, ούτε το παράλληλο νόμισμα, ούτε κανένα από τα προαναφερθέντα σενάρια. Αυτό που θέλει είναι λύση εδώ και τώρα, με κάθε κόστος, καθώς η πιστή στην παγκοσμιοποίηση υπερδύναμη απεχθάνεται τις αναταράξεις που θα μπορούσαν να θέσουν σε αμφισβήτηση την κυριαρχία της και την ομαλή λειτουργία του συστήματος.
«Κανείς δεν θα πρέπει να αυταπατάται και να αισθάνεται εσφαλμένα σιγουριά ότι γνωρίζει τους κινδύνους που θα εμπεριέχει μια κρίση στην Ελλάδα», δήλωσε ξανά την προηγούμενη εβδομάδα ο Τζακ Λιου, μιλώντας στο London School of Economics.
Το ίδιο θα επαναλάβουν ο ίδιος και ο Μπαράκ Ομπάμα αύριο στους συνδαιτημόνες τους στη Σύνοδο Κορυφής της G-7, απαιτώντας συμβιβασμούς και λύσεις, χωρίς άλλο χάσιμο χρόνου, επιμένοντας ότι το ρίσκο είναι πολύ μεγάλο.
Θα εισακουστούν από τους Γερμανούς; Αυτό είναι άγνωστο, για την ώρα. Το βέβαιο είναι ότι στο Βερολίνο έχει κερδίσει πόντους το σενάριο -χωρίς να είναι πλειοψηφικό- ενός πραγματικού «στρες τεστ» για τις αγορές και το τραπεζικό σύστημα, που θα αφορά ένα γεγονός και όχι ένα σχέδιο επί χάρτου. Η Ελλάδα προσφέρει την ιδανική ευκαιρία για τους υπέρμαχους αυτής της άποψης…
Του Γιώργου Παυλόπουλου – Ημερησία