Του ΛΕΩΝΙΔΑ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ*
Στην αντεπίθεση πέρασε η κυβέρνηση προσπαθώντας να νομιμοποιήσει την υποταγή της στις πιέσεις των πιστωτών, εμφανίζοντας την συμφωνία που υπέγραψε στις 13 Ιουλίου ως την μοναδική συμφέρουσα επιλογή για τα λαϊκά συμφέροντα. Σε αυτή την κατεύθυνση ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας επιχείρησε να δυσφημίσει και να συκοφαντήσει την υπαρκτή δυνατότητα της ρήξης ταυτίζοντάς την με το σχέδιο του γερμανού υπουργού Οικονομικών Β. Σόιμπλε, όπως είχε κατατεθεί στις 10 Ιουλίου 2015.
Την Τρίτη συγκεκριμένα, επιτέθηκε στον Π. Λαφαζάνη και τον Γ. Βαρουφάκη κατηγορώντάς τους ότι αναζήτησαν ένα αριστερό σχέδιο στο σχέδιο Σόιμπλε, για πρόθεση αρπαγής του νομισματικού αποθέματος από την Τράπεζα της Ελλάδας και για σχέδιο απόδοσης μέρους της σύνταξης σε υποσχετικές (IOU).
Το φάντασμα των υποσχετικών δε ήταν παρά το προπέτασμα καπνού για να κρύψει ο Αλ. Τσίπρας την μείωση που θα δουν στις συντάξεις τους 2,6 εκ. συνταξιούχοι λόγω της αύξησης της ονομαστικής εισφοράς ασθένειας στο 6% από 4% στις κύριες και από 0% στις επικουρικές συντάξεις, ενώ η πραγματική μείωση θα είναι πολύ μεγαλύτερη. Η μείωση αν και θα επιβληθεί αναδρομικά, θα φανεί στις συντάξεις τον Σεπτέμβριο, οπότε και θα έχει οριστικοποιηθεί το νέο ασφαλιστικό, που θα ανακοινωθεί, είτε στις αρχές Αυγούστου πριν δηλαδή τη νέα συμφωνία και στο πλαίσιο των προκαταρκτικών δράσεων όπως ορίζει με σαφήνεια η συμφωνία της 12ης Ιουλίου, ή μετά την υπογραφή της στο πλαίσιο του νέου μνημονίου που θα συνοδεύσει τη νέα δανειακή συμφωνία ύψους 82-86 δισ. ευρώ. Για τους συνταξιούχους επομένως, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο Αλ. Τσίπρας που πήρε επάξια τη σκυτάλη από τους προκατόχους του επιβάλλοντας μια νέα μείωση στις συντάξεις, η οποία μάλιστα πλήττει και τους χαμηλοσυνταξιούχους. Όχι οι υποσχετικές.
Σε ό,τι αφορά τα νομισματικά αποθέματα ύψους 22 δισ. ευρώ που αποκάλυψε ο Π. Λαφαζάνης ότι διαθέτει η Τράπεζα της Ελλάδας για περίπτωση έκτακτης ανάγκης, δεν υπήρξε καμία διάψευση εκ μέρους της κεντρικής τράπεζας. Επομένως αυτό το απόθεμα υφίσταται και κάλλιστα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να καλύψει τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες νομισματικής κυκλοφορίας σε περίπτωση εξόδου από το ευρώ. Άμεσα, το ερώτημα που γεννιέται είναι γιατί αυτό το απόθεμα δεν αξιοποιήθηκε, δηλαδή δε ρίχτηκε στην αγορά έτσι ώστε να αποτραπούν τα όρια στις τραπεζικές αναλήψεις και η κυβέρνηση να ξεφύγει από τον θανάσιμο εναγκαλισμό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που αρνιόταν πεισματικά να απελευθερώσει ρευστότητα μέσω του έκτακτου μηχανισμού (ELA), κρατώντας τον σε πολύ πιο χαμηλά επίπεδα από το 2012, όπως φαίνεται στο διάγραμμα που παραθέτουμε κι έτσι πίεζε την κυβέρνηση να υποκύψει στα τελεσίγραφα…
Επομένως οι κατηγορίες περί ριφιφί στην κεντρική τράπεζα προς την Αριστερή Πλατφόρμα επιχείρησαν να καλύψουν την απροθυμία της κυβέρνησης να αξιοποιήσει υπαρκτές δυνατότητες ακύρωσης των εκβιασμών των πιστωτών.
KAMIA ΣΧΕΣΗ Η ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΣΟΪΜΠΛΕ
Προς άγρα εντυπώσεων και μόνο ήταν, επίσης, η προσπάθεια του Αλ. Τσίπρα να ταυτίσει τον Π. Λαφαζάνη και μέσω αυτού κάθε εναλλακτικής αριστερής ρήξης απέναντι στους πιστωτές, με τον Γ. Βαρουφάκη, καθώς ο πρώην υπουργός Οικονομικών μπορεί να μην υπέγραψε την εξευτελιστική συμφωνία της 13ης Ιουλίου (που φέρει ημερομηνία 12 Ιουλίου), αναλαμβάνει ωστόσο ακέραια την ευθύνη για σειρά ενεργειών που οδήγησαν στην τελική υποταγή στους πιστωτές: Από τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου στο πλαίσιο της Ευρωομάδας όπου υπήρχε η σαφής δέσμευση για αποπληρωμή «πλήρως και εγκαίρως» όλων των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων της Ελλάδας – δήλωση που ισοδυναμεί με αναγνώριση του χρέους, μέχρι την πληρωμή όλων των υποχρεώσεων προς τους δανειστές το τελευταίο πεντάμηνο που οδήγησε ακόμη και στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία επιχειρήθηκε να δεσμευθούν τα ρευστά διαθέσιμα εκατοντάδων οργανισμών του δημοσίου, για να πληρωθεί το ΔΝΤ.
Το πλέον αναληθές και προβοκατόρικο ωστόσο επιχείρημα αφορά την ταύτιση του σχεδίου του Σόιμπλε για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, με τη ριζοσπαστική πρόταση ρήξης που περιλαμβάνει την έξοδο από το ευρώ, ως μέσο προφανώς για την ανατροπή της λιτότητας κι όχι ως αυτοσκοπό.
Το σχέδιο του Σόιμπλε δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή την κυρίαρχη γραμμή του γερμανικού ιμπεριαλισμού που εκπροσωπείται από την πιο (επιφανειακά) συναινετική και μετριοπαθή γραμμή της Μέρκελ. Εκφράζει ωστόσο μια πιο επιθετική γραμμή διαχείρισης της κρίσης που προκρίνει τη φυγή προς τα εμπρός με την δημιουργία γύρω από τη Γερμανία μιας πειθαρχημένης ομοσπονδίας του ευρώ. Είναι ένα σχέδιο που εκ των πραγμάτων κατακερματίζει την ΕΕ και την ευρωζώνη που ξέρουμε (βλέπε επίσης σελ. 24) κι έχει περιέλθει σε γνώση της κυβέρνησης μέσω των συνομιλητών του γερμανού υπουργού Οικονομικών. Ο ίδιος μάλιστα στις συζητήσεις του δεν έχει διστάσει να κατηγορήσει την Μέρκελ για έλλειψη οράματος, χαρακτηρίζοντάς την, απαξιωτικά, γραμματέα νεολαίας επαρχιακής οργάνωσης του κομμουνιστικού κόμματος της Ανατολικής Γερμανίας…
Το σημαντικότερο ωστόσο, για να κατανοήσουμε τα σχέδια που καταστρώνονται, είναι ότι όλα τα προηγούμενα χρόνια το ευρωπαϊκό κεφάλαιο κι ειδικότερα το ιδιωτικό χρηματοπιστωτικό, προετοιμάστηκε ώστε μια πιθανή έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ να μην έχει σοβαρές συνέπειες για τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό, όπως θα είχε αν συνέβαινε το 2009. Φαίνεται χαρακτηριστικά στο διάγραμμα που παραθέτουμε στην σελίδα 7 απ’ όπου φαίνεται ότι η έκθεση των γερμανικών, γαλλικών, ιταλικών, ισπανικών και ολλανδικών τραπεζών στην Ελλάδα από 144,1 δισ. δολ. το 2009 έχει μειωθεί κατά 87,5%(!) σε 17,99 δισ. δολ. Ουσιαστικά έχουν αποκόψει την Ελλάδα από τις ενοποιημένες αγορές κεφαλαίου, προκρίνοντας προφανώς άλλες μορφές ενσωμάτωσης της στον καπιταλισμό, μικρότερου κινδύνου.
Η πρόταση του Σόιμπλε όπως κατατέθηκε γραπτά κι όπως έχει διατυπωθεί πιο αναλυτικά δημόσια από ακραίους νεοφιλελεύθερους Γερμανούς (όπως ο Χανς Βέρνερ Ζιν επικεφαλής του γερμανικού οικονομικού Ινστιτούτου, Ifo) στην πλήρη της ανάπτυξη περιλαμβάνει τα εξής: Πρώτο, προσωρινή έξοδο από την ευρωζώνη και όχι μόνιμη αποβολή, δεύτερο παραμονή στην ΕΕ, τρίτο αποπληρωμή του χρέους και τέταρτο έκδοση υποσχετικών για εσωτερικές πληρωμές. Είναι ένα σύνολο προτάσεων που παρά την φαινομενική τους ομοιότητα με τη ριζοσπαστική πρόταση εξόδου από το ευρώ, βαθαίνουν και διαιωνίζουν και δεν ακυρώνουν τις συνέπειες από την παραμονή στη ευρωζώνη.
Συγκεκριμένα, η κατά Σόιμπλε έξοδος από την ευρωζώνη δεν ισοδυναμεί με πλήρη ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, δηλαδή με την ελευθερία της Ελλάδας να επιβάλλει όποια συναλλαγματική ισοτιμία επιθυμεί στο νέο της νόμισμα (διατηρώντας ακόμη και το δικαίωμα των ανταγωνιστικών υποτιμήσεων) και να καθορίζει ελεύθερα την ποσότητα χρήματος που θα κυκλοφορεί και τα βασικά επιτόκια. Για να αποφευχθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο, που θα αμφισβητούσε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Γερμανίας στο πλαίσιο του ανταγωνισμού της με άλλα κεφάλαια, έχει προταθεί η επαναφορά του Μηχανισμού Συναλλαγματικών Ισοτιμιών που προετοίμασε την εισαγωγή του ευρώ. Πρόκειται για έναν περιθώριο διακυμάνσεων, ενδεικτικού εύρους ±2,5%, που έχει επιτυχημένα χαρακτηριστεί «φίδι μέσα στο τούνελ». Η πειθάρχηση της νομισματικής πολιτικής θα επιτυγχάνεται μέσα από την προσδοκία της επιστροφής στο ευρώ, καθώς κάθε προσπάθεια υποτίμησης άνω του επιτρεπτού ορίου θα σημαίνει την ακύρωση του σχεδίου επανένταξης.
Ο σημαντικότερος ωστόσο μηχανισμός πειθάρχησης θα είναι ο δημοσιονομικός και θα υλοποιείται μέσω της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όρος που αναφέρεται ρητά στις προτάσεις του Σόιμπλε. Σε αυτό το πλαίσιο η λιτότητα θα είναι δεδομένη και θα υλοποιείται μέσω των προβλέψεων του Δημοσιονομικού Συμφώνου: Εαρινό εξάμηνο, ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί και πολλά ακόμη μέτρα θα αποδειχθούν πολύ σύντομα εξ ίσου αποτελεσματικά στον αποκλεισμό κάθε ίχνους αναδιανεμητικής πολιτικής για τις 9 χώρες της ΕΕ που δεν ανήκουν στην ευρωζώνη, με τους εκβιασμούς της ΕΚΤ.
Το βασικότερο μέλημα ωστόσο της σκληρής γερμανικής γραμμής αφορά την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους κι αυτό το στόχο έρχεται να εξυπηρετήσει η πρόταση έκδοσης υποσχετικών. Τα υποκατάστατα χρήματος εμφανίζονται ως μονόδρομος λόγω μιας διπλής πίεσης: της προτεραιότητας που έχει η εξυπηρέτηση των δανειακών αναγκών από την μια, με αποτέλεσμα τα ευρώ να πηγαίνουν πρώτα και κύρια στο ΔΝΤ, την ΕΚΤ και για πληρωμή των τόκων, και από την άλλη, της ασφυκτικά περιορισμένης νομισματικής βάσης, με αποτέλεσμα να μην αρκεί για την κάλυψη των εσωτερικών αναγκών στις καθημερινές συναλλαγές. Επομένως, οι υποσχετικές του Σόιμπλε συνδέονται άρρηκτα με την αποπληρωμή του χρέους και τη διευκολύνουν. Ακόμη κι όταν επικαλούνται μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους που και πάλι δεν θα περιλαμβάνει μονομερείς ενέργειες, αλλά όπως έγινε το 2012 κι αυτή η αναδιάρθρωση του χρέους θα σχεδιαστεί και θα υλοποιηθεί από τους πιστωτές.
Από την άλλη, σχέδια έκδοσης υποσχετικών που κατατέθηκαν ως λύση ανάγκης για να διευκολυνθούν οι συναλλαγές μέχρι να εκδοθεί το καινούργιο νόμισμα δεν μπορούν να ταυτίζονται με την πρόταση Σόιμπλε, τζογάροντας στη φαινομενική τους ομοιότητα, γιατί εξυπηρετούν ένα σχέδιο ρήξης, κι όχι διασφάλισης της σημερινής καταστρεπτικής πολιτικής. Διατρέχοντας εξ αρχής αυτά τα σχέδια τον κίνδυνο διασυρμού τους, λόγω της ομοιότητάς τους με ομόηχες προτάσεις που κατατέθηκαν όχι μόνο από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών αλλά και από τις Βρυξέλλες, δεν μπορούν να διασφαλίσουν ότι η βραχυπρόθεσμη περίοδος της κυκλοφορίας τους δεν θα εξελιχθεί σε χάος, δημιουργώντας ένα νομισματικό απαρτχάιντ, μικρής έστω διάρκειας, μεταξύ όσων θα έχουν ευρώ και θα συνεχίσουν να πραγματοποιούν συναλλαγές με αυτά από την μια κι όσων θα περιμένουν τα μαγικά χαρτάκια του μισθού ή της σύνταξής τους, επιχειρώντας στη συνέχεια να ικανοποιήσουν με τη βοήθειά τους τις καταναλωτικές ανάγκες τους.
Μια ρεαλιστική λύση για να ξεπεραστεί το πρόβλημα των μέσων συναλλαγής μέχρι να εκδοθεί το νέο νόμισμα θα ήταν η έκδοση καρτών για όλους τους πολίτες από το υπουργείο Οικονομικών, στη βάση του ΑΦΜ, που θα ακολουθούταν από μια φαστ τρακ διαδικασία υποκατάστασης των συναλλαγών με ρευστό σε συναλλαγές με την βοήθεια ηλεκτρονικού χρήματος.
Η έξοδος επομένως από το ευρώ όπως την υπερασπίζεται ο Σόιμπλε κι άλλα τμήματα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου που προκρίνουν την επιτάχυνση των διαδικασιών αναμόρφωσης της ευρωζώνης στη βάση των νέων δεδομένων που δημιούργησε η κρίση χρέους, κόβοντας και πετώντας με λίγα λόγια τα ξερά κλαδιά, πιο πολλά κοινά στοιχεία έχει με την γραμμή Μέρκελ και Τσίπρα που καταλήγουν «πάση θυσία στο ευρώ», παρά με τη ριζοσπαστική γραμμή εξόδου από το ευρώ, που αντιμετωπίζει τη νομισματική ανεξαρτησία ως αναγκαίο μέσο για την ανατροπή της πολιτικής της λιτότητας και τον τερματισμό των νεοαποικιακών πολιτικών
ΌΡΚΟΙ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩ ΑΠΟ ΣΥΡΙΖΑ ΚΑΙ ΚΚΕ
ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η επικράτηση της «ήπιας» γραμμής της Μέρκελ, σε ό,τι αφορά την θέση της Ελλάδας στο ευρώ, δεν σημαίνει ότι η απειλή αποσύρεται από το τραπέζι. Ήδη, από την Παρασκευή αυξάνονται οι πιέσεις για ένα νέο τρίτο, πακέτο μέτρων που θα ψηφισθεί τις επόμενες μέρες ώστε να δοθεί το νέο δάνειο – γέφυρα για να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες του επόμενου διαστήματος, υπό την ίδια γνωστή απειλή. Το δεύτερο δάνειο – γέφυρα θα χρειαστεί σε εκείνη την περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις δεν πρόκειται να ολοκληρωθούν εντός του Αυγούστου, οπότε δε θα έχει εκταμιευθεί το δάνειο, και θα πρέπει «πλήρως και εγκαίρως» να πληρωθούν τα χρέη. Οι δανειακές υποχρεώσεις που πρέπει να πληρωθούν τον Αύγουστο αφορούν 188 εκ. ευρώ στο ΔΝΤ 3,4 δισ. και στην ΕΚΤ, ενώ τον Σεπτέμβρη πρέπει να πληρωθούν 1,56 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ.
Η έξοδος από το ευρώ θα επανέρχεται ξανά και ξανά ως απειλή, νομιμοποιώντας τους χειρότερους εκβιασμούς κι εξασφαλίζοντας τις πιο εξευτελιστικές υποχωρήσεις από τη μεριά της κυβέρνησης (όπως για παράδειγμα την πρόσκληση στο ΔΝΤ να συμμετέχει στο νέο δάνειο ή την επάνοδο της τρόικας στην Αθήνα, σε επαυξημένη έκδοση, υπό τη μορφή κουαρτέτου), όσο στο πλαίσιο της Αριστεράς θα συνεχίσει να είναι μια απαγορευμένη συζήτηση, που νομιμοποιεί τις αστικές θέσεις των ηγεσιών. Κι εδώ οι ευθύνες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ είναι τεράστιες και ιστορικές. Εκκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες το κάθε κόμμα (την δογματική και ανιστόρητη ευρωλαγνεία ο ΣΥΡΙΖΑ και την μετάθεση στο απώτερο μέλλον κάθε άμεσου αιτήματος που μπορεί να βελτιώσει την θέση των εργαζομένων και να προκαλέσει ρήξεις στην αστική κυριαρχία σήμερα το ΚΚΕ) και τα δύο κόμματα της παραδοσιακής Αριστεράς δίνουν όρκο πίστης στο ευρώ και καταγγέλλουν τη δραχμή επιδιώκοντας συμμαχίες με τα πιο συντηρητικά και κυρίως μικροαστικά τμήματα της κοινωνίας, που συνεχίζουν να θεωρούν το ενιαίο νόμισμα ως όχημα κοινωνικής ανόδου. Κυρίως όμως ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ δίνοντας όρκους αιώνιας πίστη στο ευρώ, κλείνουν το μάτι στην αστική τάξη που όχι απλά τάσσεται με το κοινό νόμισμα, αλλά έχει αναγορεύσει την υπεράσπισή του σε κόκκινη γραμμή που χωρίζει εχθρούς και φίλους…
*Πηγή: prin.gr