Έπειτα από δύο και πλέον μήνες «λειτουργίας» των σχολείων σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, με τα χιλιάδες κενά (που σημαίνουν απώλεια πλήθους διδακτικών ωρών και σκληρό χτύπημα, εκ μέρους της κυβέρνησης, στα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών), η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας
έσπευσε να αποδείξει, για μια ακόμη φορά, πως βασική της προτεραιότητα είναι ο έλεγχος του διοικητικού μηχανισμού της εκπαίδευσης.
Σε σχέδιο νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας συμπεριλήφθηκαν και ψηφίστηκαν τροπολογίες με τις οποίες αλλάζει ο τρόπος επιλογής των ορισμένων, από τη διοίκηση, μελών των Υπηρεσιακών Συμβουλίων.
Συγκεκριμένα, με τις τροπολογίες που ψηφίστηκαν:
Ο Διευθυντής Εκπαίδευσης δεν μπορεί, πλέον, να ορίσει τον αναπληρωτή του κάτι που αναλαμβάνει να κάνει ο Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης.
Τα προσόντα της διοικητικής εμπειρίας που θα έπρεπε να έχουν τα οριζόμενα από τη διοίκηση δύο (2) μέλη του Π.Υ.Σ.Π.Ε. και αποτελούσαν ένα, έστω ελάχιστο, εχέγγυο αποτροπής αυθαιρεσιών, εξαφανίζονται δια μαγείας και μοναδικό προαπαιτούμενο μένει η 15ετής εκπαιδευτική υπηρεσία.
Τα συμπεράσματα, δυστυχώς, εξάγονται πολύ εύκολα, αφού:
Οι ταυτισμένες με τις θέσεις του συνδικαλιστικού κινήματος απόψεις για θεσμοθέτηση της συμμετοχής και τρίτου αιρετού εκπροσώπου των εκπαιδευτικών στα υπηρεσιακά συμβούλια που εξέφραζε η σημερινή κυβέρνηση όταν ήταν αντιπολίτευση αποδείχτηκαν μια ακόμη… πολιτική «κυβίστηση», από αυτές στις οποίες μας έχει συνηθίσει.
Η αλλαγή στα κριτήρια επιλογής των οριζόμενων από τη διοίκηση μελών που θα μπορούσε να λάβει θετικό πρόσημο εάν ορίζονταν νέα κριτήρια (όπως, για παράδειγμα, η κοινωνική δράση) αποκτά αρνητικό πρόσημο προσπάθειας κομματικού ελέγχου αφού είναι ολοφάνερο ότι το μόνο «κριτήριο» που λαμβάνεται υπόψη είναι η ελαχιστοποίηση των προϋποθέσεων συμμετοχής των μη αρεστών που είχαν αποκτήσει διοικητική εμπειρία.
Η επιλογή του αναπληρωτή του Διευθυντή Εκπαίδευσης από τον Περιφερειακό Διευθυντή αποτελεί εξόφθαλμη κομματική παρέμβαση, με έντονα αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά, αφού ο αναπληρωτής επιβάλλεται στο Διευθυντή Εκπαίδευσης από τον Περιφερειακό Διευθυντή (και θυμόμαστε όλοι πολύ καλά τον τρόπο με τον οποίο έγινε η επιλογή των Περιφερειακών Διευθυντών…).
Μια από τα ίδια με τις προηγούμενες κυβερνήσεις μόνο που αυτή τη φορά δεν γίνεται καν προσπάθεια να υπάρξουν κάποια προσχήματα αντικειμενικότητας.
Πολλά ερωτήματα, εύλογα, γεννά και η, για μια ακόμη φορά, παράταση της θητείας των σχολικών συμβούλων, όταν, μάλιστα, πάρα πολλοί από αυτούς που είχαν επιλεγεί το 2012 έχουν αποχωρήσει από την υπηρεσία και τα κενά που υπάρχουν δημιουργούν πλήθος προβλημάτων στη λειτουργία του θεσμού και δυσκολεύουν σχολικούς συμβούλους κι εκπαιδευτικούς των σχολείων στην σχολική καθημερινότητα.
Με ποιο σκεπτικό η πολιτική ηγεσία παρατείνει μια κατάσταση που είναι, πλέον, προβληματική αντί να προχωρήσει άμεσα σε επιλογές κάτι που όφειλε να έχει πράξει πριν σπεύσει να επιλέξει διευθυντές σχολείων;
Αυτό που αναρωτιόμαστε είναι γιατί δε βρήκε χώρο ανάμεσα σ’ αυτές τις ρυθμίσεις και η κατάργηση του θεσμικού πλαισίου της αξιολόγησης – χειραγώγησης η οποία παραμένει σε «αναστολή». Ήταν ή δεν ήταν ζήτημα αιχμής για την παρούσα κυβέρνηση πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 και πρόσφατη δέσμευση του Υπουργού Παιδείας; Αν ναι, τι είναι αυτό που την αποτρέπει από τη ρητή κατάργηση;
Πού έχουν, επίσης, παραπέσει τα ζητήματα των αναπληρωτών εκπαιδευτικών και τι απέγινε η σύσταση των 7.631 θέσεων για τους εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων που παραμένουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, όμηροι των εγκληματικών κυβερνητικών χειρισμών από το 2013 μέχρι σήμερα;
Είναι ξεκάθαρη η στόχευση της πολιτικής ηγεσίας στο να ελέγξει το διοικητικό μηχανισμό της εκπαίδευσης κάτι που δεν μπορεί να το επιτύχει, μόνο του, το κομματικά ελεγχόμενο σώμα των Περιφερειακών Διευθυντών ιδιαίτερα μετά την αποτυχημένη απόπειρα να ελεγχθούν οι διευθυντές των σχολικών μονάδων μέσα από εκλογές που το μόνο που κατάφεραν ήταν να αναβαπτίσουν, στη συντριπτική πλειοψηφία, τις επιλογές που έγιναν με βάση τον Ν. 3848/2010.
Οι κυβερνητικές επιλογές έχουν διαλύσει τη δημόσια εκπαίδευση.
Τα σχολεία στενάζουν υπό το βάρος των ελλείψεων σε προσωπικό και χρηματοδότηση, η προσχολική αγωγή υπολειτουργεί, οι δομές της ειδικής αγωγής βρίσκονται σε απελπιστική κατάσταση και οι εγγεγραμμένοι στον προϋπολογισμό του 2015 διορισμοί φυλλορρόησαν μεταξύ εκλογικών διαδικασιών και μεγάλων υποσχέσεων.