Ερώτηση προς τον υπουργό Υγείας, κ. Ανδρέα Ξανθό, κατέθεσε ο Τομεάρχης Υγείας της ΝΔ, βουλευτής Ν. Λάρισας, Χρήστος Κέλλας, με θέμα “τα προβλήματα στη θεραπεία της ηπατίτιδας c”. Την ερώτηση συνυπογράφουν, ο Αντιπρόεδρος της ΝΔ, κ. Άδωνις Γεωργιάδης, ο Γραμματέας της ΚΟ, κ. Κώστας Τσιάρας,
ο Συντονιστής Κοινωνικών Υποθέσεων, κ. Νίκος Παναγιωτόπουλος, ο Τομεάρχης Εργασίας, κ. Βασίλης Οικονόμου, ο Τομεάρχης Περιβάλλοντος, κ. Κώστας Σκρέκας, ο βουλευτής Μαγνησίας, κ. Χρήστος Μπουκώρος και Άρτας, κ Βασίλης Γιόγιακας.
«Το 2014, η τότε ηγεσία του Υπουργείου Υγείας είχε εγκρίνει την κυκλοφορία νέων φαρμάκων και θεραπειών για την αντιμετώπιση της ηπατίτιδας c. Με την αλλαγή της Κυβέρνησης όμως, υπήρξε και αναθεώρηση των σχετικών αποφάσεων! Η νέα ηγεσία του Υπουργείου, επέβαλλε περιορισμούς στην πρόσβαση των ασθενών στην θεραπεία, έχοντας ως μοναδικό κριτήριο το κόστος αυτών των θεραπειών για τη συγκράτηση της φαρμακευτικής δαπάνης. Οι Κυβερνώντες οφείλουν να αντιληφθούν πως ο τομέας της υγείας δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται αποκλειστικά και μόνο με οικονομικά κριτήρια. Για άλλη μια φορά, αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων».
Αναλυτικά η ερώτηση του βουλευτή:
Στην Ελλάδα, εκτιμάται ότι περίπου 134.000 χιλιάδες άτομα πάσχουν από ηπατίτιδα C. Σήμερα, οι νέες θεραπευτικές εξελίξεις χαρακτηρίζονται από τους ειδικούς ως «επαναστατικές», διότι αλλάζουν ριζικά τον τρόπο αντιμετώπισης της νόσου. Εκριζώνουν τον ιό σχεδόν σε όλους τους ασθενείς, με πολύ μικρή διάρκεια θεραπείας και λόγω του χαμηλού ποσοστού παρενεργειών και του εξαιρετικού προφίλ ασφάλειας και αποτελεσματικότητας, μπορούν να δοθούν και σε ασθενείς που μέχρι τώρα δεν μπορούσαν να λάβουν καμία άλλη θεραπεία. Ακόμα και σε βαρέως πάσχοντες, όπως εκείνοι με προχωρημένη κίρρωση, στους οποίους η μοναδική αλλά δυσεύρετη και τριπλάσια σε κόστος θεραπευτική λύση είναι η μεταμόσχευση.
Οι νέες αυτές θεραπείες έχουν λάβει έγκριση κυκλοφορίας και στην Ελλάδα από το 2014, όμως ο Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.) και το Υπουργείο Υγείας, έχουν θέσει μέχρι στιγμής περιοριστικά κριτήρια στην πρόσβαση των ασθενών στην θεραπεία έχοντας ως μοναδικό κριτήριο το κόστος αυτών των θεραπειών για τη συγκράτηση της φαρμακευτικής δαπάνης.
Πρόσφατα ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου, σε Ευρωπαϊκή συνάντηση για την Χρόνια Ηπατίτιδα C, δεσμεύτηκε για την εκπόνηση Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την εξάλειψη του ιού. Επίσης, το Υπουργείο με το ΦΕΚ81/ΥΟΔΔ/17.02.2016 όρισε εννεαμελή Επιτροπή Διαπραγμάτευσης του ΕΟΠΥΥ, η οποία έχει αρμοδιότητα να διαπραγματευτεί καλύτερες τιμές με τους Κατόχους Αδειών Κυκλοφορίας των νέων θεραπευτικών σχημάτων για την Ηπατίτιδα C. Οι ενέργειες αυτές έχουν ήδη ολοκληρωθεί σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ελλάδα, πέραν των μελών της επιτροπής, δεν έχει ακόμη καθοριστεί το νομικό πλαίσιο για την διαδικασία της διαπραγμάτευσης.
Ο Σύλλογος Ασθενών Ήπατος Ελλάδος «Προμηθέας», έχει δεχτεί καταγγελίες από ανθρώπους που ζουν με ηπατίτιδα C, οι οποίοι έλαβαν απορριπτική απάντηση από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., στο αίτημα τους για πρόσβαση στα νέα φάρμακα. Με τα συγκεκριμένα κριτήρια που επιβάλει το Υπουργείο Υγείας και ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ., καταστρατηγείται το θεμελιώδες δικαίωμα της πρόσβασης στην θεραπεία, για χιλιάδες ασθενείς, αφήνοντας τους χωρίς καμία θεραπευτική επιλογή.
Επίσης, οι καταγγελίες αφορούν και ασθενείς, με ασφαλιστική κάλυψη πρόνοιας, που ενώ βρίσκονται σε τελικό στάδιο κίρρωσης (δηλαδή εντός των κριτηρίων που έχει θέσει ο ΕΟΠΥΥ), απορρίπτονται τα αιτήματά τους από τα δημόσια νοσοκομεία της χώρας. Η κατάσταση της υγείας της συγκεκριμένης ομάδας ασθενών είναι κρίσιμη και χρήζει άμεσα θεραπείας.
Κατόπιν όλων αυτών ΕΡΩΤΑΣΘΕ Κύριε Υπουργέ
Για ποιό λόγο ο ΕΟΠΥΥ αρνείται τη πρόσβαση των ασθενών σε αποτελεσματικές και οικονομικά ανταποδοτικές θεραπείες που προσφέρουν ίαση σε μία δυνητικά θανατηφόρο ασθένεια, όπως η ηπατίτιδα C;
Πότε θα δημοσιευτεί το νομικό πλαίσιο, το οποίο θα καθορίζει τη διαδικασία που θα διαπραγματευτεί ο ΕΟΠΥΥ με τους αρμόδιους φορείς και ποιός είναι ο χρονικός ορίζοντας της διαπραγμάτευσης;
Πότε προβλέπεται η έκδοση κοινής Υπουργικής Απόφασης, που θα προβλέπει την εφαρμογή του Νόμου υπ’ αριθ. 4368;