Ανακοίνωση της Αριστερής Παρέμβασης στη Θεσσαλία – Ανταρσία για την Ανατροπή
Δε θέλω να μου δίνουνε το χέρι το μουλιασμένο από το δικό μας αίμα (Π. Νερούδα)
Τι δουλειά έχει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΘΕΒ) κ. Αχ. Νταβέλης στη συζήτηση για την ανεργία στο περιφερειακό συμβούλιο;
Οι προτάσεις και οι θέσεις του εξάλλου ως αντίλαλος της πλειοψηφίας του περιφερειακού συμβουλίου ακούστηκαν, αφού δεν εξέφρασε τίποτα περισσότερο ή τίποτα λιγότερο από αυτά που εκφράζουν οι παρατάξεις της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, των ΑΝΕΛΛ. και της Χρυσής Αυγής. Το ίδιο θα εξέφραζε και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ακόμα αναμένουμε νέα από την ημιδιασπασμένη του παράταξη…
Πριν όμως υποκλιθούμε αφελώς στο κλίμα «εθνικής ομοψυχίας», το οποίο έσπευσε να εμφυσήσει ο κ. Αγοραστός, λέγοντας περίπου πως οι αντιθέσεις εργαζομένων – εργοδοσίας είναι πλέον ξεπερασμένες, θέλουμε να κάνουμε έναν απλό υπολογισμό. Μέσα σε 3 περίπου χρόνια ο βασικός μισθός από περίπου 800 ευρώ έφτασε σχεδόν στα 400, με αύξηση κατά κανόνα και των ωρών εργασίας, σε μια περίοδο που η παραγωγικότητα της εργασίας ανεβαίνει τόσο λόγω της νέας τεχνολογίας, όσο και λόγω του καλύτερου επιπέδου μόρφωσης των σύγχρονων εργαζομένων. Αν δεχτούμε ότι ένα ποσοστό από αυτή την κλεμμένη αξία του κόπου των εργαζομένων πηγαίνει ουσιαστικά με διάφορες οδούς (χρέος κτλ) σε μερίδες του διεθνούς κεφαλαίου, μήπως το υπόλοιπο πηγαίνει στις τσέπες της ντόπιας εργοδοσίας; Τι δουλειά έχουν λοιπόν οι χορτάτοι να μιλάνε για τα προβλήματα των πεινασμένων;
Ακόμα μεγαλύτερη αξία έχει όμως να δούμε ποιες είναι οι θέσεις της εργοδοσίας για την αντιμετώπιση της ανεργίας. Ο κ. Νταβέλης λοιπόν ζήτησε ουσιαστικά την επιδότηση των επιχειρήσεων και όχι των ανέργων, είτε μέσω επενδυτικών νόμων είτε μέσω του ΕΣΠΑ. Ζήτησε ουσιαστικά να συνεχιστεί αυτό που άνδρωσε όλους τους ντόπιους επιχειρηματικούς ομίλους, δηλαδή τη χρηματοδότηση της αύξησης του κεφαλαίου τους, όχι από τα κέρδη τους, αλλά ουσιαστικά από την ίδια την εργαζόμενη πλειοψηφία.
Μια μεθοδολογία που διόγκωσε το δημόσιο χρέος, υποβάλλοντας μια ολόκληρη κοινωνία σε ένα καθεστώς διαρκούς εκτάκτου ανάγκης. Όλα αυτά δικαιολογήθηκαν πως είναι απαραίτητα, γιατί για να λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας πρέπει να υπάρχει παραγωγή. Ένα συμπέρασμα στο οποίο συμφώνησαν οι επιχειρηματίες και ο κ. Αγοραστός. Αυτό βέβαια το οποίο ξέχασαν να μας πουν ήταν πως ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΘΕΒ προέρχεται από έναν χώρο που δεν έχει καμία σχέση με την παραγωγή, αλλά παρασιτεί στο «πτώμα» της υποβάθμισης της δημόσιας υγείας. Γιατί πολύ απλά η επιχειρηματική ιδιότητα του κ. Νταβέλη είναι αυτή του προέδρου και διευθύνοντα συμβούλου του κέντρου αποκατάστασης και αποθεραπείας ANIMUS.
Πως όμως εκφράστηκε η «ευαισθησία» των μελών του περιφερειακού συμβουλίου για το ζήτημα της ανεργίας; Ο κ Μπάρδας, περιφερειακός σύμβουλος της ΝΔ, θίχθηκε ιδιαίτερα όταν η Αριστερή Παρέμβαση στη Θεσσαλία δήλωσε πως οι εκπρόσωποι του ΣΘΕΒ και συνολικά του κεφαλαίου είναι ανεπιθύμητοι σε συζητήσεις που αφορούν την ανεργία, καθώς είναι οι κύριοι φορείς που και τη δημιουργούν και την αξιοποιούν για να εντείνουν την εκμετάλλευση.
Είναι από παλιά γνωστή εξάλλου η ευσεβής σχέση του κ. Μπάρδα με την εργοδοσία , από τον περασμένο Δεκέμβρη, όταν επιχειρούσε να παρουσιάσει το μαύρο άσπρο και «να βγάλει λάδι» τους εργολάβους του νοσοκομείου Τρικάλων που χρωστούσαν δεδουλευμένα σε εργαζόμενους και είχαν κάνει μηνύσεις και σε 9 αγωνιστές της πόλης. Ο κ. Τύμπας και ο κ. Λουφόπουλος από την μεριά του ΠΑΣΟΚ φρόντισαν να διανθίσουν από τη μια το μύθο για την «τεμπελιά» των εργαζομένων της χώρας μας, υποστηρίζοντας πως «οι νέοι δεν πηγαίνουν στις δουλειές που νομίζουν πως τους μειώνουν», αποκρύπτοντας με αυτό τον τρόπο πως η ανεργία αποτελεί δομικό στοιχείο της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης. Από την άλλη επιδίωξαν να υποτάξουν τα δικαιώματα των εργαζομένων στις επιδιώξεις της εργοδοσίας, ισχυριζόμενοι ότι χρειάζεται «να προσαρμοστούμε στο τι ζητάει κάθε επιχείρηση». Τέλος η Χρυσή Αυγή, πιστή στο δόγμα του κανιβαλικού ανταγωνισμού μεταξύ των εργαζομένων που καταλήγει να είναι μια εν λευκώ κάλυψη της εργοδοσίας, είπε πως οι μετανάστες φταίνε για την ανεργία.
Όσο λοιπόν και αν κάποια συμπεράσματα δεν βολεύουν την αφήγηση της αστικής πολιτικής η αλήθεια έχει 3 παραμέτρους. Πρώτον η ανεργία αυτή τη στιγμή χρησιμοποιείται ως πολιορκητικός κριός για την εισαγωγή και θεμελίωση των πιο αντιδραστικών σχέσεων εργασίας. Πυλώνας δε αυτής της «αντεπανάστασης» εναντίον των δυνάμεων της εργασίας είναι το ίδιο το τοπικό κράτος, οι δήμοι και οι περιφέρειες που μέσω των ΕΣΠΑ και των προγραμμάτων εργασίας με ημερομηνία λήξης («κοινωφελής εργασία» κ.α.), εισήγαγαν τις πιο επιθετικές βλέψεις του κεφαλαίου.
Δεύτερον όλες οι ρυθμίσεις που κατά καιρούς προωθούν οι κυβερνητικοί φορείς επιχειρούν να αφαιρέσουν από τους σημερινούς ανέργους οποιοδήποτε δικαίωμα. Η διαγραφή από τα μητρώα του ΟΑΕΔ και το χάσιμο του πενιχρού επιδόματος ανεργίας για ένα και δυο μεροκάματα το μήνα ή λόγω της φοίτησης σε κάποιο ΙΕΚ ή λόγω της άρνησης της θέσης σε κάποιο κοινωφελές πρόγραμμα ή ακόμα και η άρνηση αδειών σε εργαζόμενους των «κοινωφελών προγραμμάτων» (όλα τα αναφερόμενα ήταν ρυθμίσεις του ΟΑΕΔ, που πολλές ανατραπήκαν μετά από αγώνες), απλά επιβεβαιώνουν την παραπάνω κατεύθυνση.
Τρίτον η περιθωριοποίηση του 1/3 περίπου του εργατικού δυναμικού και το πέταγμα του στα αζήτητα, καθώς και η ανακύκλωση σε θέσεις προσωρινής απασχόλησης ενός αντιστοίχου ποσοστού αποτελούν στρατηγική επιλογή του σύγχρονου μοντέλου παραγωγής του σημερινού καπιταλισμού. Αυτή είναι και η αιτία που διεθνή καπιταλιστικά κέντρα μιλάνε για την «άνεργη ανάπτυξη» (jobless development) και ο λόγος που τελικά το κεφάλαιο δεν επιχειρεί να αντιμετωπίσει την ανεργία, αλλά να την ανακυκλώσει και να την αξιοποιήσει προς όφελος του.
Βάσει αυτών αποτελεί βασική μας πεποίθηση πως δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ανεργίας χωρίς 3 βασικές πολιτικές και κοινωνικές τομές. Πρώτον τη μείωση των ωρών εργασίας με ταυτόχρονη αύξηση των αποδοχών. Στην εποχή των εκρηκτικών δυνατοτήτων της τεχνολογίας και της γνώσης, σε μια περίοδο δηλαδή που αυτή η ανάπτυξη θα μπορούσε να απελευθερώνει και πλούτο και ανθρώπινο χρόνο, δεν είναι δυνατόν οι εργαζόμενοι να εργάζονται με ωράρια παρόμοια με τις αρχές του προηγούμενου αιώνα.
Δεύτερον η μείωση του χρόνου συνταξιοδότησης. Τρίτον η κρατικοποίηση βασικών τομέων της παραγωγής, για να παράγονται αυτά που έχει ανάγκη η εργαζόμενη πλειοψηφία και με τον τρόπο που το έχει ανάγκη. Γνωρίζουμε πως όλα αυτά προϋποθέτουν σύγκρουση με το κεφάλαιο και αναδιανομή του πλούτου προς όφελος των εργαζομένων. Από αυτή τη σκοπιά η Αριστερή Παρέμβαση δήλωσε στη συνεδρίαση πως οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου δεν έχουν καμία θέση σε τέτοιου είδους συζητήσεις. Γνωρίζουμε πως για να μπορέσει να αποκτήσει σάρκα και οστά ένα τέτοιο πρόγραμμα χρειάζεται ρήξη και αποδέσμευση από την ΕΕ, παύση πληρωμών και διαγραφή του χρέους. Δεν παραιτούμαστε όμως και από τα άμεσα μέτρα προστασίας των ανέργων.
Σε αυτή τη βάση στην κατάληξη της κουβέντας του περιφερειακού συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου ζητήσαμε να αποφασιστεί: α) η δωρεάν μετακίνηση με τις αστικές συγκοινωνίες για όλους τους ανέργους σε όλες τις πόλεις της Θεσσαλίας με την επίδειξη της κάρτας ανεργίας, β)το πάγωμα όλων των τιμολογίων των ΔΕΚΟ σε ανέργους και γ) το πάγωμα των κατασχέσεων από δανειακές υποχρεώσεις, καθώς και της απαίτησης για καταβολή δόσεων. Με τη συνηθισμένη τακτική ο κ. Αγοραστός δεν δεσμεύτηκε σε τίποτα συγκεκριμένο. Δε δεσμεύτηκε σε τίποτα συγκεκριμένο, παρόλο που στη Λάρισα μωρά παιδία κινδυνεύουν να πεθάνουν στην προσπάθεια τους να ζεσταθούν, αφού στο σπίτι τους είναι κομμένο το ρεύμα (βλ. ρεπορτάζ τοπικών μέσων στις 23/11). Αυτό που θα μπορέσει να κατοχυρώσει αναγκαία δικαιώματα για τους ανέργους, αλλά κυρίως να τους διασφαλίσει εργασία για μια αξιοβίωτη ζωή, είναι η οργάνωση ενός κινήματος ανέργων και εργαζομένων που θα σπάσει τα ασφυκτικά όρια του πλαισίου της φυλακής της ΕΕ και θα διεκδικήσει τον πλούτο που παράγει από το ίδιο το κεφάλαιο προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας.