«Πρέπει να στηρίξουμε χωρίς επιφυλάξεις και να συμμετέχουμε ολόψυχα στο διάλογο για τη δημιουργία ενός καινούριου κόμματος. Δεν μπορεί να υπάρξει φορέας στην Κεντροαριστερά χωρίς την ώσμωση και την συνύπαρξη Ποταμιού και ΠΑΣΟΚ. Ένα τέτοιο σχήμα δεν θα είναι βιώσιμο, όχι για λόγους εκλογικής εκπροσώπησης και δύναμης,
αλλά κυρίως γιατί το Ποτάμι είναι φορέας εκσυγχρονιστικών απόψεων και τάσεων που χρειάζονται για την ανανέωση του χώρου και μπορούν να προσελκύσουν ευρύτερες δυνάμεις» τόνισε ο κ. Μπαργιώτας, Βουλευτής Λάρισας με το Ποτάμι, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον δημοσιογράφο κ. Μπάμπη Παπαπαναγιώτου στον ραδιοφωνικό σταθμό «ΒΗΜΑ FM».
Απαντώντας σε ερώτηση του δημοσιογράφου σχετικά με το ποια θα είναι η προτίμηση συνεργασίας μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, τόνισε ότι είναι ένα πλαστό ερώτημα: «Το συγκεκριμένο είναι ένα ερώτημα που βολεύει τον ΣΥΡΙΖΑ και την ΝΔ. Το ζητούμενο είναι να υπάρξει αποκρυστάλλωση πολιτικών θέσεων και να καταφέρουμε να συνεργαστούμε με όποιον συμφωνεί με πέντε θέσεις, για να βγει η Ελλάδα από την κρίση. Το να διαλέξουμε παράταξη ακυρώνει την ύπαρξή μας. Είναι απαραίτητο να βρεθεί ένας χάρτης πολιτικής σύγκλισης με σαφή διακήρυξη θέσεων για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Αλλιώς, δεν μπορείς να συνεννοηθείς με κανέναν, γιατί συζητάς εν κενώ».
Κλείνοντας, εξέφρασε τις επιφυλάξεις του για το πόσο είναι διατεθειμένη η ΝΔ να προχωρήσει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, επισημαίνοντας «Η ΝΔ επαγγέλλεται τις μεταρρυθμίσεις, αλλά αρνείται επιμελώς να τις περιγράψει. Και ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά γενικώς για μεταρρυθμίσεις. Για την κυβέρνηση είναι εύκολο να τοποθετείσαι απέναντί της, γιατί έχει έργο και δείγματα γραφής. Η ΝΔ, όμως, θα πρέπει να μας πει και με ποιο προσωπικό θα κάνει τις μεταρρυθμίσεις που θέλει, και αν είναι το ίδιο πολιτικό προσωπικό που διαχειρίστηκε τις τύχες της χώρας από το 2004 έως το 2009 με τα γνωστά αποτελέσματα. Μπορούμε, ίσως, να περιμένουμε καλύτερα αποτελέσματα από τότε, αλλά δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Εν πάσει περιπτώσει, δεν υπάρχει περίπτωση να βγούμε από την κρίση με μονοκομματικές κυβερνήσεις και τη διπολική λογική της δεκαετίας του ‘80 και ‘90».