Παρέμβαση του Β. Κόκκαλη σε ημερίδα για τα κόκκινα δάνεια
«Κανείς δεν μπορεί πια να αγνοεί την αδήριτη ανάγκη να δοθεί η πραγματική δυνατότητα στους υπερχρεωμένους καταναλωτές και επαγγελματίες να πραγματοποιήσουν πλέον ένα νέο οικονομικό ξεκίνημα στη ζωή τους».
Στα παραπάνω λόγια συμπυκνώνεται το νόημα της ομιλίας του υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Βασίλη Κόκκαλη σε Συνέδριο με αντικείμενο τα «κόκκινα δάνεια» που διεξάγεται στην Αθήνα.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε το κυβερνητικό στέλεχος, «οι συνθήκες έχουν ωριμάσει περισσότερο παρά ποτέ, ώστε να δοθεί μία οριστική λύση που δε θα ανακουφίσει απλά εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες και επιχειρήσεις, αλλά θα αποτελέσει το πρώτο και σημαντικότερο βήμα προς την ανάκαμψη.
Και ξέρετε, οι συνθήκες δεν ωρίμασαν απλά γιατί πέρασαν τα χρόνια. Ευκαιρίες να παρέμβουν στο πρόβλημα και να το διευθετήσουν, είχαν όλες οι κυβερνήσεις από την απαρχή της κρίσης, δηλαδή από την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ, που με κινηματογραφική ελαφρότητα σκηνοθέτησε το ειδυλλιακό σκηνικό του Καστελόριζου και μας έριξε στον καιάδα των μνημονίων πριν καν το αντιληφθούμε ως κοινωνία.
Τις ευκαιρίες τις είχαν όλοι. Ακόμη και αυτοί που σήμερα με την ανεύθυνη άνεση που τους δίνει η αναρμοδιότητα του αντιπολιτεύεσθαι, μας κουνούν το δάχτυλο και μας εγκαλούν. Ζητούν και τα ρέστα που μέσα σε μερικούς μήνες, δεν έχουμε κάνει όλα όσα εκείνοι επί έξι χρόνια μέσα στην κρίση αγνοούσαν επιδεικτικά. Και να μην ξεχνάμε φυσικά πως ήταν οι ίδιοι οι ηθικοί αυτουργοί και θύτες της Ελληνικής τραγωδίας από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.
Φρόντιζαν όλα αυτά τα χρόνια για τη διάσωση ενός εν μέρει αμαρτωλού τραπεζικού συστήματος, με αλλεπάλληλες ανακεφαλαιοποιήσεις και νόμους που προστάτεψαν αρκετούς από τις ευθύνες τους ενώπιον της Ελληνικής δικαιοσύνης και της κοινωνίας. Την ίδια ώρα όμως, ποιούσαν τη νήσσαν για τα ματωμένα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και τις βυθισμένες στα χρέη επιχειρήσεις που οι ίδιοι, με τη συνενοχή τους ως κυβερνήσεις αυτού του τόπου τα προηγούμενα χρόνια, δημιούργησαν.
Θέλω όμως να αισθάνομαι δίκαιος στην κρίση μου απέναντι στην ιστορία και για το λόγο αυτό οφείλω να σταθώ σε δύο ημιτελείς μεν, αλλά σημαντικές πρωτοβουλίες που κατά την άποψή μου πάρθηκαν προς τη σωστή κατεύθυνση: Το νόμο Καραμανλή το 2004 για τα πανωτόκια και τον περιβόητο νόμο Κατσέλη».
«ΝΑ ΜΗΝ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΦΘΕΙ Ο ΠΟΛΙΤΗΣ»
Ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων υπογράμμισε επίσης ότι «το κοινωνικό κράτος δικαίου επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μία χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μία τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί και ευρύτερα το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν ουσιαστικά μέσω των εν λόγω διαδικασιών, την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα.
Τι σημαίνει αυτό με απλά λόγια; Ότι θα επιστρέψουν στην ενεργό δράση εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις, αρκετές εκ των οποίων θα επενδύσουν ξανά, δημιουργώντας εθνικό πλούτο και φυσικά θέσεις εργασίας. Από την άλλη, ένα μεγάλο δυναμικό κομμάτι της κοινωνίας που σήμερα διαθέτει μηδενική καταναλωτική ισχύ, θα μπορεί σταδιακά να επιστρέψει στην αγορά. Με άλλα λόγια, το χρήμα θα αρχίσει και πάλι να γυρίζει, όπως λέμε στην καθομιλουμένη, με ότι ευεργετικό αυτό συνεπάγεται».
«ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο,ΤΙ ΣΥΜΦΕΡΕΙ ΤΟ ΛΑΟ»
Δανειζόμενος τη ρήση του Λένιν που είχε πει κάποτε πως “αλήθεια είναι ό,τι συμφέρει το λαό”, ο κ. Κόκκαλης εξήγησε πως «σκοπός όλων θα πρέπει να είναι πρωτίστως η επανένταξη του υπερχρεωμένου πολίτη στην οικονομική και κοινωνική ζωή με την επανάκτηση της οικονομικής του ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη μέρους των χρεών που αδυνατεί να αποπληρώσει, διασφαλίζοντας έτσι ένα ελάχιστο επίπεδο οικονομικής διαβίωσης και προάγοντας την αγοραστική και κοινωνική δραστηριότητα του συνόλου του Ελληνικού κράτους και έπειτα η ικανοποίηση των πιστωτικών ιδρυμάτων και του Ελληνικού Δημοσίου».
Ο Λαρισαίος υφυπουργός κατέληξε λέγοντας πως «είναι η κρίσιμη ώρα των ευθυνών. Άπαντες πρέπει να αναλάβουν το μερίδιο που τους αναλογεί και να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων».