Ανακοίνωση των ΣΥΝΕΚ
Μετά τη γνωστή απόφαση του Σ.τ.Ε. για το σύστημα επιλογής των Διευθυντών σχολικών μονάδων, το Υπουργείο Παιδείας, στα πλαίσια της προσαρμογής του με την απόφαση, χωρίς καμία διαβούλευση με τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες, φέρνει ένα νέο σύστημα που αναπαράγει παλιές λογικές,
απαξιώνοντας ταυτόχρονα την έκφραση γνώμης του Συλλόγου διδασκόντων, ενώ θα μπορούσε με τις αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις να ισχυροποιήσει και να διευρύνει το ρόλο του, τόσο στην επιλογή διευθυντών όσο και στη γενικότερη λειτουργία του σχολείου.
Ο γνωμοδοτικός χαρακτήρας της απόφασης του Συλλόγου, χωρίς μάλιστα τη συμμετοχή των συναδέλφων αναπληρωτών, και ο τρόπος εφαρμογής (φόρμα μοριοδότησης συγκεκριμένων κριτηρίων και σύνταξη Πρακτικού), πέρα από τις παρενέργειες που θα δημιουργήσει αν εφαρμοστεί, δεν μπορεί να αποκρύψει την υποχώρηση του υπουργείου απέναντι στο αίτημα της εκπαιδευτικής κοινότητας για εκδημοκρατισμό της διοίκησης και της λειτουργίας του σχολείου.
Η επαναφορά της συνέντευξης, που έχει καταδικαστεί στις συνειδήσεις όλων ως εργαλείο πελατειακών σχέσεων και επιλογής «ημετέρων» της εκάστοτε εξουσίας, παρά τη φαινομενικά μικρή μοριοδότηση και το δομημένο χαρακτήρα της, δημιουργεί πρόβλημα ανατροπών και υποκειμενικής κρίσης της διοίκησης, που σε συνδυασμό με τον υποβαθμισμένο ρόλο του Συλλόγου διδασκόντων θα ξαναστήσει συντηρητικές δομές διοίκησης της εκπαίδευσης.
Η αυξημένη μοριοδότηση μεταπτυχιακών τίτλων και πιστοποιήσεων, θα εντείνει την ήδη μεγάλη εμπορευματοποίηση της ανάγκης για απόκτηση τίτλων και θα αποκλείσει πολλούς ικανότατους συναδέλφους που τα πενιχρά τους εισοδήματα δεν τους επέτρεψαν να τους αποκτήσουν. Παράλληλα αναδεικνύεται ακόμη μια φορά η ευθύνη της Πολιτείας και του Υπουργείου απέναντι στο πάγιο αίτημα της δωρεάν ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ των εκπαιδευτικών με βάση τις θέσεις της ΟΛΜΕ, που παραπέμπεται για άλλη μία φορά στις καλένδες.
Η δημοκρατική αλλαγή που προσπάθησε να φέρει το προηγούμενο σύστημα, πρέπει όχι μόνο να μην ακυρωθεί, αλλά να διευρυνθεί, κάνοντας το Σύλλογο Διδασκόντων κυρίαρχο όργανο σε όλους τους τομείς της ζωής του σχολείου, όπως και στην επιλογή του διευθυντή, που πρέπει να έχει ρόλο συντονιστικό των λειτουργιών του σχολείου. Χρειάζεται να θεσμοθετηθεί περιορισμένος αριθμός συνεχόμενων θητειών χωρίς αποκλεισμούς, ενώ ρόλο πρέπει να παίζει η διδακτική εμπειρία στις εκπαιδευτικές δομές, χωρίς αιφνιδιασμούς και χωρίς αναδρομική ισχύ σε κάθε περίπτωση.
Το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών δεν μπορεί να παραμένει απλός θεατής παρακολουθώντας τα βήματα προς το παρελθόν. Οι δυνάμεις των ΣΥΝΕΚ ανέδειξαν εγκαίρως το ζήτημα, καλώντας τον κλάδο αμέσως μετά την απόφαση του Σ.τ.Ε. σε αγωνιστική παρέμβαση για την αποτροπή του όποιου πισωγυρίσματος. Είναι μεγάλες οι ευθύνες κάποιων παρατάξεων, οι οποίες ενώ μπλόκαραν αντίστοιχες αποφάσεις σε ΟΛΜΕ και ΕΛΜΕ, γίνονται τώρα τιμητές για λόγους στείρας αντιπολίτευσης.
Το επόμενο διάστημα τα συνδικαλιστικά όργανα και οι Σύλλογοι διδασκόντων θα πρέπει να αποκλείσουν επιλογές διευθυντών με ακραία αυταρχική και αντιδημοκρατική συμπεριφορά.
Με την αγωνιστική συμμετοχή μας σε όλα τα επίπεδα και μέσα από τις διαδικασίες των συνδικαλιστών οργάνων, θα υπερασπιστούμε τα δικαιώματά μας και θα δημιουργήσουμε συλλογικά τις προϋποθέσεις για την προώθηση δημοκρατικών αλλαγών στο σχολείο.
Ο δρόμος της κατοχύρωσης του Δημοκρατικού σχολείου περνάει μέσα από τη δραστηριοποίηση όλων των εκπαιδευτικών στους Συλλόγους διδασκόντων, που μπορούν να αποτελέσουν κύτταρα συλλογικότητας, δημοκρατίας και διεκδίκησης, έτσι ώστε με την ταυτόχρονη συσπείρωση όλων στα σωματεία (ΕΛΜΕ, ΟΛΜΕ) να διεκδικηθούν αποτελεσματικότερα δημοκρατικές τομές στη διοίκηση του σχολείου: κατάργηση καθηκοντολογίου, νέο θεσμικό δημοκρατικό πλαίσιο, ουσιαστική αναβάθμιση του ρόλου του Συλλόγου.
Ο αγώνας μας για την κατάκτηση ενός Δημοκρατικού σχολείου θα είναι καθημερινός και συνεχής.