Με αφορμή την έναρξη, ήτοι 04 Σεπ 2017, των υποχρεωτικών σχολείων εκπαιδεύσεως των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΔ), όπου πραγματοποιούνται αντίστοιχα στις Σχολές Εφαρμογής Όπλων-Σωμάτων με απώτερο στόχο την απόκτηση εξειδικευμένων γνώσεων, η ΕΣΠΕΘ έχοντας,
ευήκοα ώτα προς κάθε κατεύθυνση, έχει επανειλημμένα γίνει αποδέκτης της ανησυχίας και του προβληματισμού μεγάλου αριθμού μελών της, σχετικά με την αναγκαιότητα μετεξέλιξης και αναδιάρθρωσης της δομής του προκεχωρημένου σταδιοδρομικού σχολείου του Στρατού Ξηράς (Σ.Ξ) «Ενιαίο Τμήμα Προκεχωρημένης Εκπαίδευσης», στο οποίο φοιτούν υποχρεωτικά στο 1ο έτος του βαθμού του Λοχαγού, άπαντες οι κατώτεροι Αξιωματικοί Όπλων και Σωμάτων του Σ.Ξ.
Διερμηνεύοντας την αγωνία των αξιωματικών, η ΕΣΠΕΘ απέστειλε επιστολή σκοπεύοντας στην ανάδειξη όλων των διαστάσεων του θέματος, καθιστώντας κατ’ αυτό τον τρόπο, την Πολιτεία και τους λοιπούς εμπλεκόμενους, κοινωνούς των προβληματισμών και των σκέψεων των αξιωματικών.
Στην επιστολή που απευθύνεται στους βουλευτές αναφέρονται τα εξής:
“Με αφορμή την έναρξη ήτοι 04 Σεπ 2017, των υποχρεωτικών σχολείων εκπαιδεύσεως των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΔ), όπου πραγματοποιούνται αντίστοιχα στις Σχολές Εφαρμογής Όπλων-Σωμάτων με απώτερο στόχο την απόκτηση εξειδικευμένων γνώσεων, η Ένωση μας έχοντας, ευήκοα ώτα προς κάθε κατεύθυνση, έχειεπανειλημμένα γίνει αποδέκτης της ανησυχίας και του προβληματισμού μεγάλου αριθμού μελών της, σχετικά με την αναγκαιότητα μετεξέλιξης και αναδιάρθρωσης της δομής τουπροκεχωρημένουσταδιοδρομικού σχολείου του Στρατού Ξηράς (Σ.Ξ) «Ενιαίο Τμήμα Προκεχωρημένης Εκπαίδευσης», στο οποίο φοιτούν υποχρεωτικά στο 1ο έτος του βαθμού του Λοχαγού, άπαντες οι κατώτεροι Αξιωματικοί Όπλων και Σωμάτων του Σ.Ξ.
Διερμηνεύοντας την αγωνία των συναδέλφων, η παρούσα αποσκοπεί στην ανάδειξη όλων των διαστάσεων του θέματος, καθιστώντας κατ’ αυτό τον τρόπο, την Πολιτεία και τους λοιπούς εμπλεκόμενους, κοινωνούς τωνπροβληματισμών και τωνσκέψεων των συναδέλφων.
Η αξιολόγηση της σκοπιμότητας και η φιλοσοφία σχεδιασμού και οργάνωσης της παραπάνω εκπαίδευσης, εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του ΓΕΣ, εφόσον έχει να κάνει με θέμα επαγγελματικής κατάρτισης των στελεχών, που αποτελεί σημαντική παράμετρο για τη σταδιοδρομική εξέλιξη τους. Είναι απολύτως σαφές και δεν επιδέχεται αμφισβήτηση ότι, οι Ενώσεις ουδεμία πρόθεση, ούτε και σχετική θεσμική νομιμοποίηση, έχουν να εμπλακούν σε θέματα που άπτονταιαμιγώς σεδιοικητικές και επιχειρησιακές λειτουργίες των ΕΔ, συμπεριλαμβανομένων και των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων.
Έχοντας λοιπόν πλήρη συναίσθηση των παραμέτρων που συνθέτουν το ζήτημα, θα επιχειρήσουμε να αποκωδικοποιήσουμε τα προβλήματα και τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι συνάδελφοι, όταν ως επαγγελματίες, αλλά ταυτόχρονα και ως οικογενειάρχες, καλούνται να συμμετάσχουν σε εκπαίδευσηαυτής της διάρκειας.
Συνεπώς, τίθεται σε θεωρητική υπόσταση,υπό αίρεση η αναγκαιότητα κοινής συμμετοχής, στο (προαναφερθέν)συγκεκριμένο τμήμα των Αξκών απόαποφοίτουςΑΣΣΥ και μάλιστα για τόσο εκτεταμένο χρονικό διάστημα φοίτησης.
Της εν λόγω εκπαίδευσης έχει προηγηθεί (για τους προαχθέντες στο βαθμό του Ανθυπολοχαγού από το 2010 και εντεύθεν), συναφές επιπέδου καιθεματολογίας, υποχρεωτική εκπαίδευση στο Σχολείο Διοικητών Υπομονάδων, διάρκειας δώδεκα (12) εβδομάδων, εκ των οποίων οι τέσσερις (4) μέσω Διαδικτυακής Μάθησης (ΔΙ.ΜΑ) και οι υπόλοιπες οκτώ (8) δια φυσικής παρουσίας στις Σχολές Εφαρμογής Ο-Σ.
Μελετώντας τη δομή και διάρθρωση του Ενιαίου ΣχολείουΠροκεχωρημένης Εκπαίδευσης, διαπιστώνεται η ανομοιογένεια που διακρίνει το συμμετέχον προσωπικό και η αδυναμία συγκερασμού του ψυχισμού αυτών, διότι οι προθέσεις και τα κίνητρα συμμετοχής διαφοροποιούνται απολύτως, εξαιτίας της εμπλοκής προσωπικού διαφορετικής προέλευσης (ΑΣΕΙ – ΑΣΣΥ). Εν ολίγοις το προσωπικό εκκινεί από άλλη προσωπική και επαγγελματική αφετηρία, μη διαθέτοντας το ίδιο ακαδημαϊκό υπόβαθρο και έχοντας διαφορετική και διακριτή σταδιοδρομική εξέλιξη.
Η βασική παραδοξότητα έγκειται στο ότι οι συνάδελφοι που προέρχονται από τα ΑΣΕΙ διάγουν τη βιολογική ακμή τους, έχοντας ως βασικές προτεραιότητες σε αυτή την φάση της ζωής τους, την ακαδημαϊκή επιμόρφωσηκαι την επαγγελματική τους εξέλιξη. Αντιθέτως, οι προερχόμενοι από ΑΣΣΥ, οδεύοντας προς τη δύση της σταδιοδρομίας τους και σε προχωρημένη ηλικία (αγγίζοντας ηλικιακά προς τα 50 έτη), έχουν εκ φύσεως περιορισμένες μαθησιακές δυνατότητες. Παράλληλα, οι οικογενειακές και κατ’ επέκταση οικονομικές υποχρεώσεις επιδρούν αρνητικά στον ψυχισμό τους μη επιτρέποντάς τους να αφοσιωθούν απερίσπαστοι στα αντικείμενα της εκπαίδευσης, όταν πρέπει να επιβιώσουνσε ένα ιδιαίτερα ασφυκτικό οικονομικό πλαίσιο.
Οι συμμετέχοντες στην εκπαίδευση, καλούνται να «ματώσουν» οικονομικά εν μέσω βαθιάς δημοσιονομικής κρίσης, εγκαταλείποντας τις οικογένειές τους, για διάστημα απουσίας τριών (3) μηνών, λαμβάνοντας ως χρηματικήανταμοιβή ένα ιδιαίτερα χαμηλό εκπαιδευτικό επίδομα(βασιζόμενο σε παρωχημένα μισθολογικά δεδομένα της δεκαετίας του 1980), όταν μάλιστα οι περισσότεροι εξ’ αυτών έχουν παιδιά σχολικής ηλικίας, με πληθώρα πρόσθετων εξωσχολικών υποχρεώσεων και λοιπών δραστηριοτήτων.
Πέραν των παραπάνω, οι γυναίκες συνάδελφοι, προερχόμενες από το θεσμό των μονιμοποιηθεισών Εθελοντριών του Ν.705/1977, διαχωρίζονται αυθαίρετα από το σώμα των υπόχρεων συμμετοχής, παρακολουθώντας παρεμφερές Σχολείο περιορισμένης χρονικής διάρκειας και ηπιότερης μαθησιακής έντασης, παραχωρώντας έτσι η Υπηρεσία μόνο για τη συγκεκριμένη κατηγορία συναδέλφων, μια εξόφθαλμα ευνοϊκή μεταχείριση. Το παραπάνω γεγονός, φυσικά έρχεται φυσικά σε ευθεία αντίθεση με τις Συνταγματικές επιταγές οι οποίες επιτάσσουν την ισότητα των δύο φύλων και παρέλκει των Αρχών του Κράτους Δικαίου.
Για την άμβλυνση των ως άνω προβλημάτων και τωνδυσχερειών που απορρέουν, απαιτείται η λήψη μέτρων τα οποία, συνδυαστικά, μπορούν να εξαλείψουν σε μεγάλο βαθμό τις αντιξοότητες, χωρίς να επηρεαστεί η διοικητική ή επιχειρησιακή λειτουργία των Ε.Δ, που αποτελούν πρωταρχικό μέλημα όλων µας. Αντιθέτως, τυχόν υιοθέτησή τους, θα επιφέρει τεράστια οικονομικά οφέλη για την Υπηρεσία λόγω μείωσης των αμοιβών και αποζημιώσεων που καταβάλλονται στο συμμετέχων προσωπικό και περιστολής λειτουργικών εξόδων των Σχολών Εφαρμογής Ο-Σ.
Ειδικότερα, προτείνεται όπως εξετασθούν:
α. Διαχωρισμόςτων φοιτούντων Αξκών βάσει προέλευσης, ώστε οι απόφοιτοι ΑΣΕΙ να παρακολουθούν εκπαίδευση διάρκειας δώδεκα (12) εβδομάδες, εκ των οποίωντέσσερις (4) εβδομάδες δια ΔΙ.ΜΑ και οι υπόλοιπες οκτώ (8) εβδομάδες δια φυσικής παρουσίας (ανά τέσσερις (4) εβδομάδες στις Σχολές εφαρμογής Ο – Σ&στη ΣΠΖ). Για τους αποφοίτους ΑΣΣΥκαι τις μονιμοποιηθείσες Εθελόντριες του Ν.705/1977, προτείνεται ως βέλτιστη επιλογή, η φοίτηση διαρκείας τεσσάρων (4) εβδομάδων ΔΙ.ΜΑ καιτεσσάρων (4) εβδομάδων φυσικής παρουσίας (ανά δύο (2) εβδομάδες στις Σχολές εφαρμογής Ο-Σ&στη ΣΠΖ). Τα παραπάνω, επιβάλλεται όπως εφαρμοστούν κατ’ ελάχιστον για όσους συναδέλφους, ανεξαρτήτως προέλευσης και φύλου, έχουν αποφοιτήσει επιτυχώς από το Σχολείο «Διοικητών Υπομονάδων», όπου βάσει συναφούς θεματολογίας ΑΝΑΠΕΚ έχουν ήδη πιστοποιημένα αποκτήσει τις αναγκαίες θεωρητικές και πρακτικές γνώσεις, ενημερώθηκαν επί των νέων τεχνολογικών εξελίξεων και επιστημονικών αντιλήψεων, καθώς και επί θεμάτων τακτικής χρησιμοποίησης των Ο-Σ του Σ.Ξ, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στα συγκεκριμένα καθήκοντα (Διοικητής Λόχου) που είναι,κατά βάση, κοινά για τους βαθμούς του Υπολοχαγού – Λοχαγού.
β. Δραστικός περιορισμός διάρκειαςτης φυσικής παρουσίας των εκπαιδευομένων, με πλήρη εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που παρέχει η εξέλιξη της τεχνολογίας, μέσω εντατικοποίησης της εκπαίδευσης από απόσταση, ήτοι της ΔΙ.ΜΑ, όπως γίνεται σε άλλες συναφείς εκπαιδεύσεις των ΕΔ και κατά κόρον πλέον εφαρμόζεται στον ιδιωτικό τομέα, με άριστα αποτελέσματα. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι, η επιτυχία του θεσμού του Ανοικτού Πανεπιστημίου, σηματοδοτεί και στη χώρα μας το πέρασμα σε μια άλλη εποχή, στην οποία οι Ε.Δ οφείλουν να πρωτοπορήσουν και όχι να παραμένουν απλοί παρατηρητές.
γ. Θέσπιση δυνατότητας λήψης αυξημένης προκαταβολής (περί το 50%), έναντι των δικαιούμενων αμοιβών – αποζημιώσεων που προβλέπονται για τους συμμετέχοντες στην εκπαίδευση (έξοδα μετακίνησης, εκπαιδευτικό επίδομα , ΗΕΕ εκπαίδευσης).
δ. Λήψη μέριμνας για έγκαιρο καταλογισμό και απόδοση του υπολοίπου ποσού σε διάστημα όχι μεγαλύτερο του ενός (1) μηνός από επιστροφής των εκπαιδευομένων στην οργανική τους θέση. Το συγκεκριμένο θέμα εκτιμάται ότι είναι καθαρά θέμα καταπολέμησης της «γραφειοκρατίας», καθόσον με την υποβολή πλήθους δικαιολογητικών που αφορούν στην οικογενειακή κατάσταση, ημέρες εκπαίδευσης, ακόμα και βεβαίωσης για το που υπηρετούν, στοιχεία τα οποία είναι ήδη γνωστά στην Υπηρεσία.
ε. Τροποποίηση της ΠαΔ 8-1/1993 του ΓΕΕΘΑ που ρυθμίζει θέματα οικονομικού ενδιαφέροντος, ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σήμερα, εναρμονιζόμενη με τα τρέχοντα επίπεδα τιμών κόστους ζωής και θεσμοθετημένων αμοιβών – αποζημιώσεων, όπως έχουμε προτείνει σεπαλαιότερη επιστολήμας (Υπ. αριθµ 82/16 Φεβ 15).
στ. Τροποποίησητου ισχύοντος θεσμικού πλαισίου που διέπει τη χορήγησηΚαταστάσεων Επιβίβασης (ΚΕ), για το προσωπικό των Ε.Δ που φοιτά σε υποχρεωτικά σχολεία, ώστε να λαμβάνεται µια (1) πρόσθετη ΚΕ για κάθε δύο (2) εβδομάδες εκπαίδευσης, µε προορισμό αποκλειστικά τον τόπο υπηρέτησης του στελέχους, προκειμένου να δύναται να επισκεφθεί την οικογένειά του, εφόσον απομακρύνεται απ’ αυτή κατ’ εντολή της Υπηρεσίας.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι κάθε πρόταση για διαρθρωτικές αλλαγές και βελτιστοποίηση οργάνωσης & λειτουργιών, συναντά πάντοτεαρχικά ισχυρές αντιστάσεις. Η έλλειψη τόλμης όμως είναι αυτή που οδηγεί στην απραξία και η απραξία στη στασιμότητα Το ζητούμενοστη συγκεκριμένη περίπτωση όμως είναι η πρόοδος. Η αδράνεια, ο εφησυχασμός, η εμμονή σε παρωχημένα στερεότυπα και αντιλήψεις, η περιχαράκωση σε στεγανά, πρέπει να απομονωθούν στο μακρινό χθες, διότι δε μπορεί να έχουν θέση στο ελπιδοφόρο αύριο.
Αξιότιμοι Κύριοι/ες Βουλευτές,
Έχοντας επίγνωση της αγάπης και της εμπιστοσύνης µε την οποία η Πολιτεία περιβάλει το προσωπικό των ΕΔ, λαμβάνοντας υπόψη τη δυσχερή δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, καθώς και τα οικονομικά προβλήματα των οικογενειών των στελεχών που αντικειμενικά δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στις καθημερινές απαιτήσεις διαβίωσης, ευελπιστούμε για την εξέταση των προτάσεων μας και την, κατά την κρίση σας, ανάδειξή τους”.