ΜΙΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ, ΕΝΑΣ ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΝΙΔΕΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Η αναγκαστική εξαφάνιση του Σαντιάγο Μαλντονάδο χτύπησε μια ευαίσθητη φλέβα της Αργεντινής, μια πληγή που ακόμη δεν έχει κλείσει σε μια χώρα που μετρά 30.000 αγνοούμενους στη διάρκεια της δικτατορίας.

Το σύνθημα «Πού είναι ο Σαντιάγο» ξεπέρασε τα εθνικά σύνορα και χθες η κυβέρνηση Μάκρι αναγκάστηκε να δώσει κάποιες απαντήσεις για το πώς διερευνά την εξαφάνισή του σε αξιωματούχους της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα που βρέθηκαν στο Μπουένος Αϊρες έπειτα από αίτημα της οικογένειας του αγνοούμενου για τη δημιουργία ανεξάρτητης επιτροπής εμπειρογνωμόνων που θα συμμετάσχει στις σχετικές έρευνες.

Ο Σαντιάγο Μαλντονάδο είναι αγνοούμενος εδώ και ενάμιση μήνα. Αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν πως τον είδαν για τελευταία φορά την 1η Αυγούστου στη διάρκεια επιχείρησης για την εκδίωξη της κοινότητας Μαπούτσε του Κουσαμέν από εδάφη τους που αγόρασε ο όμιλος Μπένετον. Σύμφωνα με τις καταθέσεις τους, μέλη της στρατοχωροφυλακής τον έπιασαν τη στιγμή που επιχειρούσε να διαφύγει διασχίζοντας το ποτάμι, τον χτύπησαν και τον έβαλαν με τη βία σε ένα λευκό φορτηγό.

Από την πρώτη στιγμή αξιωματούχοι της κυβέρνηση Μάκρι, ιδίως η υπουργός Ασφάλειας, Πατρίσια Μπούλριτς, απέρριψαν κάθε ευθύνη της στρατοχωροφυλακής και επιδόθηκαν στη δημοσιοποίηση αβάσιμων υποθέσεων ώστε να στρέψουν τις έρευνες σε κάθε άλλη κατεύθυνση εκτός της εξαφάνισης και των πολιτικών ευθυνών που απορρέουν από αυτήν: ότι δεν ήταν εκεί, ότι διέφυγε και τον κρύβουν άλλες κοινότητες Μαπούτσε, ότι εθεάθη να περιφέρεται σε κοντινό αυτοκινητόδρομο, ότι πέθανε από μαχαιριά ενός εργάτη του Μπένετον στον οποίο επιτέθηκε… Ολα αποδείχθηκαν βολικά ψέματα.

Χρειάστηκαν 40 μέρες, δεκάδες βίντεο, φωτογραφίες και καταθέσεις εννέα μαρτύρων για να κατευθυνθεί επιτέλους η έρευνα στον ρόλο της στρατοχωροφυλακής στην υπόθεση της εξαφάνισης του Μαλντονάδο. Μάρτυρες κατέθεσαν πως το λευκό φορτηγό στο οποίο τον έσυραν κατευθύνθηκε προς την είσοδο του αγροκτήματος Λελέκε του Μπένετον. Αλλά μόλις πριν από πέντε ημέρες ο δικαστής Οτράντο -που είχε αρνηθεί να διατάξει σχετική έρευνα σε αυτά τα εδάφη γιατί «δεν μπορούμε να ενοχλούμε τον κύριο Μπένετον για κάθε βλακεία»- έδωσε εν τέλει την εντολή, έπειτα και από τον σάλο που προκλήθηκε μετά την αποκαλυπτική έρευνα του δημοσιογράφου Ρικάρντο Ραγκεντόρφερ της συνεταιριστικής εφημερίδας «Tiempo Argentino».

Σύμφωνα με αυτήν, στα εδάφη των Μαπούτσε που κατέχει ο Μπένετον δεν έχει εγκατασταθεί μόνο ένα αστυνομικό τμήμα που στην ουσία προσφέρει προστασία στην ιδιοκτησία του, αλλά και μια μυστική επιμελητειακή βάση της στρατοχωροφυλακής. Τα μέλη της, γράφει το άρθρο, συνεργάζονται αρμονικά με την ένοπλη ιδιωτική φρουρά που διαθέτει ο Μπένετον και συνοδεύουν τις περιπολίες των στρατιωτών και τις επιχειρήσεις τους εναντίον των κοινοτήτων των Μαπούτσε. Αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν ότι και στην επιχείρηση της 1ης Αυγούστου «μέλη της παραστρατιωτικής φρουράς του Μπένετον πηγαινοέρχονταν στο αστυνομικό τμήμα και στην περιοχή των επεισοδίων και έδιναν εντολές».

Η έρευνα του Ραγκεντόρφερ αποκαλύπτει επίσης ότι η εξαφάνιση του Μαλντονάδο είναι συνέπεια της σύμπραξης κράτους-γαιοκτημόνων κατά των διεκδικήσεων των Μαπούτσε, που άρχισε από το 2016 όταν η Πατρίσια Μπούλριτς ανέλαβε το υπουργείο Ασφάλειας. Τότε η Μπούλριτς και ο επικεφαλής των συμβούλων της, Πάμπλο Νοσέτι (δικηγόρος που έχει υπερασπιστεί βασανιστές και υμνητής της δικτατορίας), είχαν τουλάχιστον τρεις συναντήσεις με μεγαλογαιοκτήμονες της περιοχής, ανάμεσά τους ο Μπένετον και ο διαχειριστής του στην αργεντίνικη Παταγονία, Ρόναλντ Μακ-Ντόναλντ.

«Στόχος ήταν να συμφωνηθεί μια γενικότερη επιχείρηση για την πολιορκία και τον εκτοπισμό των κοινοτήτων των Μαπούτσε, με το επιχείρημα ότι οι διεκδικήσεις τους δεν αποτελούν δικαιώματα κατοχυρωμένα από το Σύνταγμα αλλά ομοσπονδιακό έγκλημα, γιατί είναι επικίνδυνα στοιχεία που επιδιώκουν να επιβάλουν τις ιδέες τους με τη βία, πλήττοντας την ιδιωτική ιδιοκτησία και τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους». Επιχείρημα που περιλήφθηκε σε έγγραφο που φέρει την υπογραφή του Νοσέτι.

Και είναι ακριβώς ο Νοσέτι που, σύμφωνα με έγγραφα της ίδιας της στρατοχωροφυλακής, στις 31 Ιουλίου βρέθηκε στο Τσουμπούκ της Παταγονίας και συναντήθηκε με τον τοπικό κυβερνήτη και τους επικεφαλής αστυνομίας και στρατοχωροφυλακής για να συντονίσει την επιχείρηση της 1ης Αυγούστου, που κατέληξε στην εξαφάνιση του Μαλντονάδο. Οπως ξεκαθάρισε, στόχος της επιχείρησης ήταν η με κάθε μέσο «σύλληψη όλων των ταραχοποιών» και μάλιστα χωρίς καν δικαστική εντολή. Και παρότι υποστηρίζει πως δεν είχε καμία σχέση με την υπόθεση, σε συνεντεύξεις του σε τοπικά μέσα αναγνώριζε πως συντόνισε την επιχείρηση, θριαμβολογούσε πως «τελείωσε ο εκβιασμός» και απειλούσε τους Μαπούτσε ότι θα φυλακίσει «όποιον διαμαρτύρεται».

Είναι άξιον απορίας με τι επιχειρήματα θα αιτιολογήσει τη δράση (και την απραξία) της η κυβέρνηση στους αξιωματούχους του ΟΗΕ, όταν μετά από όλες τις αποκαλύψεις η Μπούλριτς -με τις ευλογίες του προέδρου Μάκρι- επιμένει πως «ο Νοσέτι είναι ένας εξαιρετικός επαγγελματίας» και δεν υπάρχει καμία πολιτική ευθύνη.

Συντάκτης: Χριστίνα Πάντζου

efsyn.gr

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ