Αφιέρωμα στον Τυρναβίτη στην καταγωγή γιατρό Δημήτρη Γιαννούση που είναι χειρουργός ο οποίος εδώ και μία δεκαετία, ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο για να προσφέρει τη βοήθειά του σε εμπόλεμες ζώνες, φιλοξενεί η ιστοσελίδα vice.com, με συνέντευξη που πήρε από τον ήρωα αυτό γιατρό ο Θοδωρής Χονδρόγιαννος.
Ο Δημήτρης Γιαννούσης γεννήθηκε και πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στον Τύρναβο ενώ στη συνέχεια μετακόμισε στην Πάτρα, όπου ο πατέρας του ήταν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο.
Το αφιέρωμα έχει ως εξής:
Ο ήχος από τον βομβαρδισμό που συμβαίνει έξω, φτάνει στο χειρουργείο. Το κτίριο τρίζει κάθε φορά που μία βόμβα σκάει στο έδαφος. «Νυστέρι», λέει ο Δημήτρης σε έναν από τους βοηθούς του. Γιατροί και νοσοκόμοι είναι συγκεντρωμένοι πάνω από τον βαριά τραυματισμένο ασθενή. Μία σφαίρα από καλάσνικοφ έχει προκαλέσει ένα διαμπερές τραύμα στο δεξί του πόδι. Ο Δημήτρης πιέζει με το νυστέρι και ανοίγει με μία τομή τη σάρκα στο σημείο από το οποίο πέρασε η σφαίρα. Αίμα χύνεται δεξιά και αριστερά. Μία ριπή αίματος πετάγεται και σκάει στο ιδρωμένο πρόσωπό του, όμως εκείνος δεν δίνει σημασία και παραμένει σκυμμένος πάνω από τον ασθενή. Μία ακόμη βόμβα ακούγεται απ’ έξω – αυτήν τη φορά ο ήχος είναι πολύ πιο έντονος. Βρίσκεται στο χειρουργείο για πολλές ώρες, ίσως παραπάνω από αυτές που θα μπορούσε να αντέξει. Όμως στον πόλεμο δεν υπάρχει ωράριο για τον γιατρό. Μάλιστα, κάνει όσο πιο γρήγορα μπορεί. Ξέρει ότι δεν έχει πολύ χρόνο, καθώς οι βόμβες που πέφτουν έξω σύντομα θα φέρουν νέους βαριά τραυματισμένους στο νοσοκομείο.
«Από παιδί ήθελα να γίνω γιατρός και να βοηθάω τους ανθρώπους. Ο γιατρός οφείλει να είναι αλληλέγγυος και ανθρωπιστής»
«Θα ήθελες λίγο αραβικό καφέ;», με ρωτάει ο Δημήτρης καθώς με υποδέχεται στο σπίτι του, σε ένα διαμέρισμα κοντά στην πλατεία Βικτωρίας. Ο Δημήτρης Γιαννούσης, 45 ετών και χειρουργός στις αερομεταφορές του ΕΚΑΒ, είναι ένας χειρουργός που δεν βλέπει πολύ συχνά το σπίτι του. «Από παιδί ήθελα να γίνω γιατρός και να βοηθάω τους ανθρώπους. Ο γιατρός οφείλει να είναι αλληλέγγυος και ανθρωπιστής», μου λέει λιτά, την ώρα που σερβίρει τον καφέ. «Αυτό με ώθησε στο να κάνω την πρώτη μου αποστολή στη Νιγηρία, το 2008. Ήθελα να σώσω ανθρώπους».
Πρώτη φορά σε πόλεμο
Εκείνη τη χρονιά, σε ηλικία 36 ετών, ο Δημήτρης τελείωσε την ειδικότητά του και αποφάσισε αμέσως να πάει ως χειρουργός σε ανθρωπιστική αποστολή των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. Αφού εκπαιδεύτηκε, για να μπορεί να καλύψει ένα ευρύ φάσμα ιατρικών ειδικοτήτων -από γέννες και ορθοπεδικά προβλήματα, έως εγχειρήσεις για τραύματα στο κεφάλι-, ταξίδεψε με ένα μικρό ελικοφόρο αεροπλάνο στο Πορτ Χαρκούρ της Νιγηρίας, όπου διεξαγόταν ένας εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στον κυβερνητικό στρατό και τους αντάρτες. Η κυβέρνηση προσέφερε προστασία στις εταιρείες παραγωγής πετρελαίου, που για πολλούς αποτελούν την αιτία της περιβαλλοντικής καταστροφής και της οικονομικής εξαθλίωσης των ντόπιων.
«Οι αντάρτες ήθελαν να διώξουν τις πετρελαιοπαραγωγούς εταιρείες και η σύγκρουση είχε ως αποτέλεσμα έναν εμφύλιο, στη μέση του οποίου ήμασταν εμείς», λέει ο Δημήτρης. «Το νοσοκομείο τραύματος -μία μονάδα αποκλειστικά για τη νοσηλεία όσων τραυματίζονταν στις πολεμικές επιχειρήσεις- βρισκόταν στο Δέλτα του Νίγηρα. Πρώτη φορά ζούσα τον πόλεμο από κοντά. Πρώτη φορά στη ζωή μου είδα τόσες σφαίρες σε τόσα ανθρώπινα σώματα. Αντιμετωπίζαμε τραύματα από σφαίρες, χειροβομβίδες, νάρκες, καλάσνικοφ, Μ-16, πυροβόλα όπλα, πράγματα που δεν βλέπεις ποτέ στην Ελλάδα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπισα στην αρχή ήταν η απειρία μου σε τέτοιου είδους τραύματα, μιας που οι σφαίρες έχουν μεγάλη κινητική ενέργεια και προκαλούν διαμπερή τραύματα που σπάνια βλέπουμε σε χώρες με μακρές περιόδους ειρήνης. Εγχειρίσεις για τις οποίες διάβαζα σε βιβλία και για τις οποίες έκανα πρακτική σε εγκεφάλους πτωμάτων, έπρεπε να τις κάνω πλέον σε παιδιά 15 ετών».
Ο κόσμος του «Mad Max»
Ρωτάω τον Δημήτρη τι του έμεινε χαραγμένο στο μυαλό από εκείνη την εμπειρία. «Δύο εικόνες», μου λέει, την ώρα που ψάχνει τις φωτογραφίες από το ταξίδι, στον υπολογιστή του. «Η πρώτη είναι η πανοραμική όψη της πόλης Πορτ Χαρκούρ, όπου έβλεπες μία απέραντη φαβέλα. Ο ορίζοντας τελείωνε, η φαβέλα συνέχιζε. Ο ουρανός ήταν γκρίζος, από τη μόλυνση που προκαλεί η επεξεργασία του πετρελαίου. Μου θύμισε τον κόσμο του Mad Max. Ήταν το σκηνικό της απόλυτης φτώχειας. Απλώς δεν μπορείς να φανταστείς το πώς είναι να ζεις σε μία χώρα όπου το μεροκάματο είναι ένα δολάριο – και όλα αυτά στη Νιγηρία, την έκτη μεγαλύτερη χώρα σε παραγωγή πετρελαίου και δεύτερη σε παραγωγή φυσικού αερίου. Η δεύτερη εικόνα, είναι τα κρεβάτια με τους βαριά τραυματισμένους στο νοσοκομείο. Στον ίδιο χώρο είχαμε τους κυβερνητικούς και τους αντάρτες, που μία ώρα νωρίτερα αλληλοσκoτώνονταν. Στρατιώτης, αντάρτης, στρατιώτης, αντάρτης».
O φόβος σε ακολουθεί παντού
Σε όλα του τα ταξίδια, ο Δημήτρης είχε πάντα έναν συνοδοιπόρο: τον φόβο. «Στη Νιγηρία άκουσα για πρώτη φορά πυροβολισμούς έξω από το σπίτι μου. Εγώ και οι υπόλοιποι γιατροί ήμασταν οι μόνοι λευκοί χωρίς ένοπλη προστασία. Όσοι εργάζονταν στις πετρελαϊκές εταιρείες είχαν μαζί τους ανθρώπους με το δάχτυλο στη σκανδάλη του καλάσνικοφ. Ο φόβος υποβόσκει πάντα, σε ακολουθεί όπου και αν πας. “Δεν θα συμβεί σε μένα”, λες και συνεχίζεις».
Ο φόβος ακολούθησε τον Δημήτρη και όταν επισκέφτηκε την Υεμένη, τη Συρία, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, το Νότιο Σουδάν, τη Λιβύη. «Έμαθα να χειρουργώ ακούγοντας τις ερπύστριες των τανκς και τους βομβαρδισμούς των αεροπλάνων. Κρατούσα το μυαλό μου συγκεντρωμένο στον ασθενή μου. Ήξερα ότι έπρεπε να τον σώσω και μάλιστα γρήγορα, επειδή ήξερα ότι πάντα υπάρχει επόμενος».
Οι επιθέσεις στα νοσοκομεία
Ο Δημήτρης προσγειώθηκε στη συριακή πόλη Αζάζ, στις αρχές του 2013. «Ο εμφύλιος πόλεμος ήταν πολύ σκληρός και είχε ξεκινήσει ήδη να καταστρέφει τη χώρα. Όταν φτάσαμε, οι συγκρούσεις γίνονταν μεταξύ του Ελεύθερου Συριακού Στρατού και των καθεστωτικών δυνάμεων του Assad», λέει ο Δημήτρης.
Το μέτωπο του πολέμου απείχε 12 χιλιόμετρα από το νοσοκομείο όπου βρισκόταν ο Δημήτρης. Η απόσταση δεν ήταν αρκετή, για να μη δεχθούν επίθεση. «Μια μέρα, ξεκίνησαν να ακούγονται βομβαρδισμοί. Κοίταξα από το παράθυρο και είδα δύο βόμβες να σκάνε στα τρία χιλιόμετρα. Σιγά-σιγά ο ήχος γινόταν όλο και πιο δυνατός, έως τη στιγμή που δεχθήκαμε πυραυλική επίθεση. Δύο πύραυλοι Scud έσκασαν σε απόσταση 800 μέτρων – το περιθώριο αστοχίας τους είναι 1.300 μέτρα, που σημαίνει ότι ήμασταν μέσα στην ακτίνα του. Εκείνη τη φορά το νοσοκομείο τη γλίτωσε, όμως μετά την αποχώρησή μας, το νοσοκομείο βομβαρδίστηκε».
Αμέσως μετά τη φωτογραφία με τον βομβαρδισμό, ο Δημήτρης πέφτει σε μία φωτογραφία που τραβήχτηκε κατά τη διάρκεια επέμβασης σε τραυματία πολέμου. Μου δείχνει έναν συνάδελφό του. «Το όνομά του ήταν Mohamed, ήταν γιατρός από τη Συρία. Οι ιδέες του ήταν δυτικότροπες, μετριοπαθείς. Αυτό του κόστισε τη ζωή, όταν μία μέρα τον έπιασαν, τον απήγαγαν και τον σκότωσαν».
Η ζωή του Δημήτρη βρέθηκε σε κίνδυνο σε αρκετές αποστολές. «Το 2011, ταξίδεψα στη Βεγγάζη της Λιβύης. Μια μέρα, μας ειδοποίησαν ότι μία βόμβα εξερράγη στο πάρκινγκ το ξενοδοχείου, δέκα λεπτά προτού φτάσουμε εκεί. Στην Υεμένη αναγκαστήκαμε να εκκενώσουμε το νοσοκομείο μας και να εγκαταλείψουμε τη χώρα, όταν ο εμφύλιος προκάλεσε την κατάρρευση της χώρας. Οι βόμβες έπεφταν στα 300 μέτρα. Ξέσπασαν αναταραχές μέσα στην πόλη και επικράτησε χάος. Το ίδιο έγινε και την επόμενη φορά που πήγα στην Υεμένη, το 2014. Τρεις φορές έχουν χτυπηθεί νοσοκομεία μας στη χώρα. Κανείς δεν είναι προστατευμένος σε τέτοιες καταστάσεις. Αυτό που σε τρομάζει είναι ότι πλέον δεν κινδυνεύεις από μία αδέσποτη σφαίρα, αλλά ότι έρχονται για να φυτέψουν συνειδητά μία και σε εσένα».
«Μία μέρα, οι αντάρτες επιτέθηκαν με ρουκέτες RPG στο φυλάκιο. Το RPG έσκασε 200 μέτρα από το νοσοκομείο»
Ο Δημήτρης επισκέφτηκε την Υεμένη τρεις φορές. Οι συγκρούσεις των ντόπιων φυλών και η εμπλοκή ξένων δυνάμεων -της Σαουδικής Αραβίας, του Ιράν, των ΗΠΑ- στη χώρα οδηγούν σε μια κατάσταση που βγαίνει εκτός ελέγχου. Όποιος βρεθεί εκεί, βρίσκεται σε κίνδυνο. «Σε μία από τις αποστολές μου στη χώρα, το φυλάκιο του στρατού βρισκόταν ακριβώς δίπλα από το νοσοκομείο μας. Αυτή είναι πάγια τακτική των κυβερνητικών, ώστε τα πυρομαχικά και οι στρατιώτες να “προστατεύονται” από το νοσοκομείο, το οποίο απαγορεύεται να δεχθεί επίθεση. Αυτό συνήθως οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα, καθώς τελικά δέχεται και το νοσοκομείο επίθεση. Μία μέρα, οι αντάρτες επιτέθηκαν με ρουκέτες RPG στο φυλάκιο. Το RPG έσκασε 200 μέτρα από το νοσοκομείο. Σείστηκε ο τόπος και σύντομα ξεκίνησαν οι μάχες δίπλα μας. Κάποιες μέρες, δεν μας άφησαν να πάμε στο νοσοκομείο, εξαιτίας του φόβου ότι θα χτυπήσουν και εμάς. Σε περιπτώσεις που στρατιώτες πλησίαζαν πολύ κοντά στο νοσοκομείο, καίγαμε την αλληλογραφία και τα ιατρικά δεδομένα, ώστε να μην βρουν πληροφορίες για τους τραυματίες που είχαμε βοηθήσει».
«Δεν διαλέγεις ποιον θα σώσεις»
Μια μέρα, στο νοσοκομείο της Αζάζ έφτασαν ταυτόχρονα 25 τραυματίες, πολλοί από τους οποίους ήταν βαριά χτυπημένοι. «Το πρόβλημα στον πόλεμο είναι ότι δεν έχεις γραμμική ροή στις εισροές τραυματιών. Για παράδειγμα, όταν στην Ελλάδα γίνεται ένα τροχαίο ή ένας σεισμός, ο αριθμός των τραυματιών φτάνει σε μια κορύφωση και μετά σημειώνει σταδιακή μείωση. Όμως ο πόλεμος δεν έχει πρόγραμμα. Συνέχεια γίνονται συρράξεις, συνέχεια σκάνε βόμβες, οι νάρκες είναι παντού. Έτσι, μπορεί να πρέπει να δουλεύεις στα κόκκινα για μέρες, για 18 και 20 ώρες. Ο κανόνας είναι ένας: δεν διαλέγεις ποιον θα βοηθήσεις για να σώσεις. Βοηθάς τους πάντες».
Αυτοί που δεν τα κατάφεραν
Όμως δεν φτάνουν όλοι οι τραυματισμένοι εγκαίρως στο νοσοκομείο. «Έχω χάσει δύο ανθρώπους μέσα στα χέρια μου. Έναν στην Υεμένη το 2016 και έναν στη Συρία. Όταν έφτασαν στο νοσοκομείο, ήταν ήδη σε πολύ κακή κατάσταση. Προσπάθησα να κάνω damage control, δηλαδή να σταθεροποιήσω τις λειτουργίες τους σώματός τους, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Δεν τα κατάφερα και δεν τα κατάφεραν. Αυτές οι δύο στιγμές, όπου οι άνθρωποι ξεψύχησαν μπροστά μου, είναι δύο προσωπικές ήττες μου».
Φόβος, βία, θάνατος. Ο Δημήτρης δεν είχε αντιμετωπίσει ποτέ όλα αυτά μαζί. Ήταν ένας γιατρός που μεγάλωσε σε μία χώρα ειρηνική, μακριά από πολέμους. «Συνηθίζεις στη νέα πραγματικότητα και κάνεις τα πάντα “lege artis”, σύμφωνα με το πρωτόκολλο. Αν τελικά χάσεις τον άνθρωπο που έχεις μπροστά σου, ξέρεις μέσα σου ότι έκανες αυτό που έπρεπε, αυτό που μπορούσες», λέει ο ίδιος. Όσοι γιατροί προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε εμπόλεμη ζώνη, κάνουν υποχρεωτικά συνεδρίες με ψυχολόγο. «Σε σύντομο χρόνο, βιώνεις πολλή βία. Δεν πρέπει να την αφήσεις να περάσει μέσα σου, δεν πρέπει να αφήσεις τα όπλα, το αίμα και τους διαμελισμένους ανθρώπους να σημαδέψουν το υποσυνείδητό σου. Όπλα, σφαίρες, αίμα, θάνατος, διαμελισμένοι άνθρωποι: Όλα αυτά σου δημιουργούν παράξενα συναισθήματα, σε στοιχειώνουν».
Ένας γιατρός για όλους
Σε έναν πόλεμο, οι γιατροί είναι πάντα λίγοι. «Συχνά, στις αποστολές μετατρέπεσαι σε ρομπότ. Στη Συρία έφτασα να δουλεύω 18 ώρες συνεχόμενες πάνω από τραυματίες. Δεν νιώθεις κουρασμένος, επειδή υπερεκκρίνεται αδρεναλίνη. Όμως μετά το πρώτο 12ωρο, είναι επικίνδυνο, τόσο για τον ασθενή, όσο και για τον γιατρό. Όταν βρίσκεις χρόνο, απλώς κλείνεις τα μάτια, για να κοιμηθείς δύο-τρεις ώρες και ελπίζεις να μην έρθει σύντομα ο επόμενος, επειδή αργά ή γρήγορα θα καείς. Γι’ αυτό και οι αποστολές διαρκούν περίπου δύο με τρεις μήνες, δεν αντέχεις παραπάνω».
Όσοι πηγαίνουν γίνονται κάτι παραπάνω από απλοί γιατροί. «Μαθαίνουμε να αντιμετωπίζουμε οποιοδήποτε πρόβλημα μπορεί να εμφανιστεί σε έναν πόλεμο», λέει ο Δημήτρης. «Έχω κάνει κρανιοτομές σε παιδιά 14 ετών που δέχθηκαν σφαίρες, στο Σουδάν. Έχω κάνει μεταμοσχεύσεις δέρματος από το πόδι στο χέρι, για να κλείσω τραύμα από σφαίρα. Έχω κάνει καισαρικές και γέννες, έχω βοηθήσει σε εγκαύματα και ορθοπεδικά προβλήματα. Στον πόλεμο δεν μπορείς να στείλεις έναν ασθενή σε άλλον γιατρό, επειδή δεν υπάρχει άλλος γιατρός. Αντιμετωπίζεις όποιο πρόβλημα υπάρχει».
H Αφρική είναι μία happyland σε εξαθλίωση
Ο Δημήτρης μού δείχνει στον χάρτη τις χώρες στις οποίες έχει προσφέρει ανθρωπιστική βοήθεια. Η Ευρώπη απέχει ελάχιστα από την Αφρική. Παρόλα αυτά, η Αφρική είναι ο ορισμός της εξαθλίωσης. Στις φωτογραφίες βλέπω το αεροπλάνο της αποστολής να προσγειώνεται σε διάδρομο από χώμα. «Αυτό ήταν το σπίτι μου», μου λέει ο Δημήτρης και μου δείχνει μία αυτοσχέδια καλύβα. «Η ανέχεια, η φτώχεια και τα δεινά που πέρασαν οι ντόπιοι πληθυσμοί τους έχουν γεμίσει με ένα μίσος. Οι λευκοί πήγαν και διέλυσαν τους ανθρώπους, τις κοινωνίες, τη Φύση. Όμως εμάς μας συμπαθούσαν, ήξεραν ότι ήμασταν εκεί, για να βοηθήσουμε. Κάποιοι, μάλιστα, γνώριζαν και την Ελλάδα, από ελληνικές ομάδες που έβλεπαν στο Champions League».
«Έγκυες γυναίκες και στρατιώτες με τρεις και τέσσερις σφαίρες στην πλάτη περπατούσαν τρεις μέρες, για να φτάσουν σε εμάς. Σε μία περιοχή ίση με το μέγεθος της Ελλάδας, υπήρχε μόνο ένα νοσοκομείο».
Σε αντίθεση με τον αραβικό κόσμο, όπου οι δομές υγείας ανταγωνίζονται εκείνες της Δύσης, η ανέχεια στην Αφρική μεταφράζεται σε ένα ανύπαρκτο σύστημα υγείας. Ο Δημήτρης διηγείται: «Όταν ήμουν στο Νότιο Σουδάν, το 2015, εκτός από τους τραυματίες πολέμου, πρόσφυγες από το γειτονικό Τσαντ περνούσαν τα σύνορα και περπατούσαν 80 χιλιόμετρα με τα πόδια, για να έρθουν στο νοσοκομείο και να τους εξετάσουμε για οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας: από σφαίρες και νάρκες, έως εγκαύματα και δαγκώματα φιδιού. Έγκυες γυναίκες και στρατιώτες με τρεις και τέσσερις σφαίρες στην πλάτη περπατούσαν τρεις μέρες, για να φτάσουν σε εμάς. Σε μία περιοχή ίση με το μέγεθος της Ελλάδας, υπήρχε μόνο ένα νοσοκομείο».
Παρόλα αυτά, η Αφρική είναι μία happyland. «Η φύση είναι απίστευτη και οι ντόπιοι είναι πάντα χαρούμενοι. Οι πληθυσμοί είναι νέοι και ελπίζουν. Ακόμη, βλέπουν τον θάνατο πολύ διαφορετικά από εμάς. Για εκείνους, ο θάνατος δεν έχει το μυστήριο που βλέπουμε στον αραβικό κόσμο. Εκεί πεθαίνεις με χαμόγελο, επειδή ο θάνατος είναι καθημερινότητα. Ο Αφρικανός ξέρει ότι θα κάνει 14 παιδιά και θα χάσει τα επτά. Ζει με αυτό».
Ένας πολεμιστής που σώζει ζωές
Συνηθισμένη και επικίνδυνη πρακτική στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή είναι το happy shooting, «όπου παιδιά 14 ετών παίρνουν τα καλάσνικοφ και βαράνε στον αέρα», λέει ο Δημήτρης. «Εμείς προσπαθούσαμε να τους μάθουμε πώς να δένουν τραύματα και να βοηθούν τους συνανθρώπους τους. Εμείς πάντοτε φεύγουμε κάποια στιγμή, εκείνοι θα μείνουν».
Σύντομα, ο Δημήτρης πρόκειται να επισκεφτεί τη Βηρυτό. Είναι η επόμενη μάχη ενός ανθρώπου που δεν σκοτώνει με καλάσνικοφ, αλλά σώζει με την επιστήμη. Είναι η επόμενη μάχη ενός πολεμιστή χωρίς όπλο. Σε μία από τις τελευταίες φωτογραφίες που μου δείχνει, βλέπω τον Δημήτρη να είναι ντυμένος με μία παραδοσιακή στολή κάποιας φυλής της Υεμένης. Ο ίδιος μου λέει: «Όταν επρόκειτο να φύγω, μου έκαναν ένα πάρτι και μου χάρισαν μία στολή πολεμιστή. Ήθελαν να με τιμήσουν, επειδή κινδύνεψα μαζί τους, με θεώρησαν έναν από αυτούς, ο οποίος έδωσε τη δική του μάχη».
Η συνέντευξη φιλοξενείται στη σελίδα vice.com