Το κείμενο υπογράφουν οι Β. Ζωγράφος Αναπληρωτής Συντονιστής ΣΥΡΙΖΑ Λάρισας και Στ. Σαΐτης στέλεχος ΣΥΡΙΖΑ Λάρισας
Ο βουλευτής Λάρισας κ. Χαρακόπουλος με ερώτησή του προς τον ΥΠΕΘ κ. Κώστα Γαβρόγλου με τίτλο περί διαβλητότητας των διαδικασιών επιλογής Διευθυντών σχολικών μονάδων Β/θμιας Εκπαίδευσης Λάρισας αναφέρεται στην Ηλεκτρονική αποστολή των δηλώσεων προτίμησης υποψηφίων
και στο χρόνο επίδοσης των φύλλων αξιολόγησης στους υποψηφίους προσπαθώντας να στοιχειοθετήσει τους λόγους που συνηγορούν στην έγκληση για τη διαβλητότητα των διαδικασιών.
Αναφέρεται ακόμα στην ουσία των κρίσεων με την άποψη ότι το συμβούλιο επιλογής (διευρυμένο ΠΥΣΔΕ) αδίκησε στις βαθμολογίες της πολλούς που είχαν υψηλή μοριοδότηση στα μετρίσιμα κριτήρια και έκανε μεροληπτική κρίση της γνώμης του συλλόγου διδασκόντων.
Ο Βουλευτής υποστήριξε ότι με την ηλεκτρονική αποστολή των δηλώσεων προτίμησης σχολικών μονάδων το συμβούλιο επιλογής άφησε περιθώρια να αλλοιωθεί η σειρά προτίμησης από υποψηφίους με εσωτερική πληροφόρηση. Δεν καταλόγισε απλώς πλημμέλεια στην τήρηση της μυστικότητας. Υπαινίχθηκε και δόλο από μέρους του προκειμένου να «πλασαριστούν πονηροί» στον τελικό πίνακα των Διευθυντών.
Κατά τη γνώμη μας ο Βουλευτής υιοθέτησε «ελαφρά την καρδία» την θέση δυσαρεστημένων από τη βαθμολογία υποψηφίων προσθέτοντας ιδιαίτερο βάρος στις υπόνοιες για μεροληψία του συμβουλίου σε βάρος κάποιων υποψηφίων. Ο Βουλευτής χωρίς να έχει πλήρη γνώμη των διαδικασιών αδίκησε κατάφορα το συμβούλιο για τις αποφάσεις του σε ένα ιδιαίτερα λεπτό θέμα, τεχνικής φύσης, που δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό από τους αναγνώστες. Το κυνικό στην όλη υπόθεση είναι ότι αγνόησε το ήθος του προϊσταμένου κυρίου Καψάλη, το οποίο πανθομολογείται από φίλους και μη, δίνοντάς τον βορά σε κάθε περίεργο αναγνώστη, ο οποίος διαβάζει την κατηγορία του Βουλευτή σε βάρος του.
Ο κ. Χαρακόπουλος υποστηρίζει ότι χρειάστηκε παρέμβαση του Εισαγγελέα για να επιδοθούν τα φύλλα αξιολόγησης. Δεν χρειάστηκε. Δόθηκαν από το συμβούλιο. Η όποια καθυστέρηση παράδοσης των φύλλων αξιολόγησης για την ενημέρωση των υποψηφίων με την αιτιολόγηση της βαθμολογίας κάθε αξιολογητή συνδέεται με τον χρόνο αποδελτίωσης των πρακτικών και όχι με την άρνηση του συμβουλίου.
Σχετικά τώρα με την υποτιθέμενη διάσταση απόψεων της Περιφερειακής Διευθύντριας με το συμβούλιο για το χρόνο επίδοσης των φύλλων αξιολόγησης, την οποία επικαλείται με δήλωσή του ο Βουλευτής με σκοπό να υποστηρίξει τις κατηγορίες του κατά του συμβουλίου, το συμβούλιο με απόφασή του έκανε σαφές ότι δεν το αφορούν δηλώσεις – προτροπές κανενός διοικητικού παράγοντα για θέματα, τα οποία από το νόμο ανήκουν αποκλειστικά στη δικαιοδοσία του. Οι προϊστάμενες αρχές μπορούσαν να ελέγξουν επισήμως, με την ολοκλήρωση της διαδικασίας, τη νομιμότητα των αποφάσεών του και μόνη αυτή.
Ο Βουλευτής εγκαλεί το συμβούλιο για τις βαθμολογίες στις συνεντεύξεις των υποψηφίων, γιατί σε πολλές περιπτώσεις ο βαθμός είναι χαμηλός , ενώ τα μετρήσιμα – αντικειμενικά κριτήρια συμποσούνται σε υψηλή μοριοδότηση. Κακώς κατά τη γνώμη μας. Η διάσταση ανάμεσα στα δύο είναι φυσιολογική. Με τη συνέντευξη το συμβούλιο καλείται να ανιχνεύσει τη διοικητική ικανότητα, πράγμα ιδιαίτερα δύσκολο, όταν δεν υπάρχουν αξιολογικές εκθέσεις στους υπηρεσιακούς φακέλους των εκπαιδευτικών. Τα αντικειμενικά κριτήρια (τίτλοι σπουδών, γνώση Η/Υ, ξένης γλώσσας και η διοικητική εμπειρία) δεν βοηθούν στην επιλογή του ικανού στην διοίκηση που αποτελεί βασική προϋπόθεση για να επιλεγεί ο καταλληλότερος. Όποιος υποτιμά αυτόν τον παράγοντα απλά δεν εμβαθύνει στο ζήτημα. Δεν υποτιμούμε την διοικητική εμπειρία. Όσοι έχουν χρηματίσει Διευθυντές την έχουν, είτε η υπηρεσία τους στην συγκεκριμένη θέση κρίνεται ευδόκιμη, είτε όχι. Επειδή όμως δεν υπάρχουν αξιολογικές εκθέσεις ούτε στους υπηρεσιακούς φακέλους των Διευθυντών η εμπειρία λογίζεται κακώς ως διοικητική ντεφάκτο ικανότητα.
Είναι λάθος να νομίζει ο κύριος Χαρακόπουλος ότι όσοι χρημάτισαν Διευθυντές δικαιούνται υψηλή βαθμολογία στη συνέντευξη. Οι προηγούμενες κρίσεις του 2015 που έγιναν χωρίς συνέντευξη αλλά με ψηφοφορία των συλλόγων διδασκόντων ακύρωσαν διευθυντές με ελάχιστους ψήφους, κάτι αντίστοιχο με την χαμηλότερη βαθμολογία στην συνέντευξη.
Εν συνεχεία ο κ. Χαρακόπουλος εγκαλεί το συμβούλιο επιλογής γιατί λαμβάνει υπόψιν του τη γνώμη του συλλόγου διδασκόντων κατά το δοκούν.
Η αίσθηση που υπάρχει στους υποψήφιους Διευθυντές από την εμπειρία τους ως συνεντευξιαζόμενων τον Ιούνιο του 2017 είναι ότι τα μέλη του συμβουλίου κρίσεων λειτούργησαν ακολουθώντας ενιαίους κανόνες στην αναζήτηση των πιο αξιοκρατικών επιλογών σ’ένα δύσκολο έργο, όπως είναι η αξιολόγηση συναδέλφων τους. Σ’ αυτό το έργο η θέση του συλλόγου διδασκόντων αξιοποιήθηκε συμβουλευτικά και με ευελιξία από μέρους των μελών του συμβουλίου, με γνώμονα την αρχή να μην υποτιμηθούν προσωπικότητες που παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην διαδικασία της παρεχόμενης γνώσης. Δε θεωρούμε επιλήψιμη τη στάση του συμβουλίου, αντιθέτως πιστεύουμε ότι η επιτροπή αξιοποίησε τη γνώμη του συλλόγου διδασκόντων προς το συμφέρον της υπηρεσίας και της αξιοκρατίας. Σ’ αυτήν την διαδικασία η συμβολή του κυρίου Καψάλη, του εκλεγμένου προϊσταμένου της Διεύθυνσης Β/θμιας Εκπαίδευσης, ήταν καθοριστική στην κατεύθυνση της επιτυχούς ολοκλήρωσης της διαδικασίας των κρίσεων.
Ο κ. Χαρακόπουλος έπρεπε να ελέγξει καλύτερα τις πληροφορίες του, πριν θεωρήσει κάθε δυσαρεστημένο από τις κρίσεις και αδικημένο από τη διαδικασία. Είναι φανερή η πρεμούρα του Βουλευτή να «χαϊδέψει αυτιά» λαϊκίζοντας με αοριστίες και τροφοδοτώντας ταπεινά ένστικτα με δικαίωση των θέσεών τους προκειμένου, να πλήξει την διαδικασία των κρίσεων, η οποία κρίθηκε επιτυχής και ως προς την θεσμική λύση που προωθήθηκε, και ως προς την υλοποίησή της.
Ας μην ξεχνάμε, κλείνοντας ότι μόνο οι αξιολογικές κρίσεις για την επιλογή Διευθυντών σχολικών μονάδων του 2015 και του 2017 ξέφυγαν από τον παρακάτω κανόνα: η κυβέρνηση (Ν.Δ ή ΠΑΣΟΚ) να νομοθετεί με κριτήριο την εξυπηρέτηση του πελατειακού κράτους και την εξασφάλιση πολιτικά προσκείμενων σ’ αυτήν Διευθυντών στην πλειοψηφία των σχολικών μονάδων· οι υπόλοιπες θέσεις να καλύπτονται από καθηγητές με δικαιώματα επετηρίδας, χωρίς να υπολογίζονται στους φίλους της Κυβέρνησης και από λίγους επικριτές της Κυβέρνησης, προκειμένου να κρυφτεί η σκοπιμότητά της, το κοινώς λεγόμενο ξεκάρφωμα.