Η Καθαρά Δευτέρα (φέτος η 19η Φεβρουαρίου 2018) δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των υποχρεωτικών ημερών αργίας των επιχειρήσεων και των εργαζομένων.
Σε όσους μισθωτούς επομένως απασχοληθούν κατά την ημέρα αυτή δεν οφείλεται πρόσθετη αμοιβή ούτε πολύ περισσότερο αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης.
Στον παραπάνω γενικό κανόνα υπάρχουν εξαιρέσεις που έχουν τεθεί είτε μέσω Συλλογικών Συμβάσεων ή Διαιτητικών Αποφάσεων ή Κ.Υ.Α. κ.λπ., είτε με ειδικά Διατάγματα ή Υπουργικές Αποφάσεις που έχουν καθιερώσει ως αργία την ημέρα αυτή κατά γεωγραφική περιοχή (Πόλη, Δήμο, Νομό, ή Περιφέρεια) είτε ακόμη με μακροχρόνια εφαρμογή στις κατ΄ ιδίαν επιχειρήσεις δηλαδή με επιχειρησιακή πρακτική.
Ειδικότερα με τις Σ.Σ.Ε. στις οποίες έχει τεθεί σχετικός όρος, ορίζεται ότι οι εργαζόμενοι που υπάγονται σ΄ αυτές εφόσον εργασθούν κατά την ημέρα αυτή θα τους καταβάλλεται προσαύξηση 75% επί του νομίμου ημερομισθίου τους, όπως δηλαδή εφαρμόζεται προκειμένου για την εργασία τους κατά τις Κυριακές και τις λοιπές υποχρεωτικές ημέρες αργίας του έτους (π.χ. Σ.Σ.Ε. προσωπικού: ιδιωτικών κλινικών, αναψυκτικών ποτών κ.λπ., παραγωγής γάλακτος, εμπορικών επιχειρήσεων, επισιτιστικών κ.λπ. καταστημάτων, μεταλλουργικών επιχειρήσεων, συνεταιριστικών οργανώσεων, οδηγών φορτηγών κ.λπ. αυτοκινήτων κ.λπ.).
Επομένως για τις περιπτώσεις αυτές και μόνο δεν τίθεται θέμα νομιμότητας της λειτουργίας των επιχειρήσεων κατά την ημέρα αυτή, εφ΄ όσον αυτή δεν απαγορεύεται από τις σχετικές περί αργιών διατάξεις, αφού οι υπόχρεοι εργοδότες υποχρεούνται στην καταβολή μόνο της προσαύξησης του ημερομισθίου τους σε όσους απασχοληθούν κατ’ αυτήν.
Αν όμως η αργία της επιχείρησης και η ανάπαυση των εργαζομένων κατά την ημέρα αυτή έχει καθιερωθεί με Διάταγμα, Υπουργική Απόφαση, Κανονισμό Εργασίας κ.λπ. οφείλεται το ημερομίσθιο της ημέρας αυτής στους με ημερομίσθιο αμειβόμενους που θα εργασθούν, στους δε με μηνιαίο μισθό αμειβόμενους θα καταβληθεί κανονικά ο μισθός τους χωρίς περικοπή, επειδή κατά τη νομολογία των δικαστηρίων μας ο μηνιαίος μισθός των εργαζομένων αντιστοιχεί στις εργάσιμες ημέρες του μηνός.
Αντίθετα, στην περίπτωση της επιχειρησιακής πρακτικής αν τα προηγούμενα χρόνια η επιχείρηση λειτουργούσε κατά την ημέρα αυτή και οι εργαζόμενοι εργάζονταν λαμβάνοντας το ημερομίσθιό τους ή τον μηνιαίο μισθό τους κανονικά και εφέτος κατ΄ εξαίρεση ο εργοδότης αποφασίσει να μη λειτουργήσει την επιχείρησή του, οφείλει τόσο σύμφωνα με την αρχή της επιχειρηματικής συνήθειας και την σχετικά με αυτήν νομολογία, το ημερομίσθιο των με ημερομίσθιο αμειβομένων, χωρίς αυτοί να εργασθούν, όσο και τον μηνιαίο μισθό των με μηνιαίο μισθό αμειβομένων μισθωτών του χωρίς περικοπή.
Ο εργοδότης μπορεί να απαλλαγεί από την υποχρέωση αυτή και των δύο κατηγοριών εργαζομένων, μόνο αν συμφωνήσει ρητά μαζί τους, γραπτά ή προφορικά, όπως ο ίδιος να μη λειτουργήσει την επιχείρησή του, οι δε εργαζόμενοι να μη προσφέρουν την εργασία τους κατ΄ αυτήν. Να καταρτισθεί δηλαδή συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου για αναστολή της εργασίας του εργαζομένου της για μια ημέρα.