Η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Περιφερειακής Ενότητας Λάρισας της Περιφέρειας Θεσσαλίας ανακοινώνει ότι κλιμάκιο γεωπόνων αποτελούμενο από τους: Δρ. Δ. Σταυρίδη, Προϊστάμενο Τμήματος Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου της Δ.Α.Ο.Κ. Π.Ε. Λάρισας και Συντονιστή
Αντιμετώπισης Αγροτικών Κρίσεων της Περιφέρειας Θεσσαλίας, κ. Ι. Καγιά, Προϊστάμενο του Τμήματος Προστασίας Φυτών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠ.Α.Α.Τ.) και κ. Α. Αλεξόπουλο, Γεωπόνο του ιδίου Τμήματος, Δρ. Π. Μυλωνά, Αναπληρωτή Διευθυντή του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου (ΜΦΙ) και Προϊστάμενο του Τμήματος Εντομολογίας και Γεωργικής Ζωολογίας και τους Δρ. Δ. Παπαχρήστο, και Δρ. Απ. Καπράνα, Γεωπόνους-Ερευνητές του ιδίου Τμήματος, πραγματοποίησαν επισκοπήσεις καστανεώνων της Π.Ε. Λάρισας με σκοπό τον έλεγχο της παρουσίας της σφήκας της καστανιάς Dryocosmus kuriphilus (Yasumatsu). Η επισκόπηση των καστανεώνων πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 25 Απριλίου 2018, παρουσία των Προέδρων των τοπικών Αγροτικών Συνεταιρισμών Αμπελακίων και Ποταμιάς οι οποίοι συνόδευαν το κλιμάκιο των γεωπόνων.
Οι έλεγχοι του κλιμακίου πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο εφαρμογής του Προγράμματος για τη βιολογική καταπολέμηση της σφήκας της καστανιάς D. kuriphilus με την εξαπόλυση του παρασιτοειδούς Torymus sinensis που εγκρίθηκε πρόσφατα από το ΥΠ.Α.Α.Τ. και χρηματοδοτείται από το Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας.
Ειδικότερα, ελέγχθηκε η ευρύτερη περιοχή των Τ.Κ. Μελιβοίας, Ποταμιάς και Σκήτης του Δ. Αγιάς και της Τ.Κ. Αμπελακίων του Δ. Τεμπών όπου διαπιστώθηκε η παρουσία του εντόμου και στην οποία πραγματοποιήθηκε η εξαπόλυση του παρασιτοειδούς T. sinensis.
Επειδή η σφήκα της καστανιάς εντοπίστηκε στη χώρα μας για πρώτη φορά το 2014 και πιο συγκεκριμένα στην όμορη Π.Ε. Πιερίας, η υπηρεσία μας ενημερώνει σχετικά τους καστανοπαραγωγούς της ΠΕ Λάρισας.
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΕΝΤΟΜΟΥ: Το D. kuriphilus προσβάλει τα διάφορα είδη της καστανιάς ακόμη και τα άγρια είδη. Μπορεί να προκαλέσει μείωση της παραγωγής κάστανων (60-85%) και μείωση της ανάπτυξης και τελικά εξασθένιση των δένδρων. Επειδή η μέγιστη ακτίνα πτήσης του εντόμου είναι περιορισμένη, ο κύριος τρόπος εξάπλωσής του σε μεγάλες αποστάσεις είναι μέσω της μετακίνησης φυτών προς φύτευση (μολυσμένα δενδρύλλια/εμβόλια).
Η προσβολή από τη σφήκα ομοιάζει με κηκίδες σε νεαρά φύλλα, βλαστούς και οφθαλμούς. Στο αρχικό τους στάδιο (καλοκαίρι), οι κηκίδες είναι δύσκολο να εντοπιστούν καθώς δεν είναι ορατές (ο εντοπισμός μπορεί να γίνει μόνο με εργαστηριακό έλεγχο των οφθαλμών) και γίνονται αντιληπτές την επόμενη άνοιξη οπότε τα σημεία προσβολής είναι πολύ ευδιάκριτα. Αρχικά, οι κηκίδες έχουν κοκκινωπό χρώμα, ενώ αργότερα αποκτούν πράσινο χρώμα. Μετά την έξοδο των ενηλίκων οι κηκίδες εμφανίζουν οπές (οπές εξόδου) και αρχίζουν να σκουραίνουν.
Τα ενήλικα της σφήκας εξέρχονται από τις κηκίδες από τα μέσα Ιουνίου έως και το τέλος Ιουλίου και ωοτοκούν στους οφθαλμούς των νεαρών βλαστών των δένδρων. Η εκκόλαψη των προνυμφών (σκουληκιών) ξεκινάει κατά τα τέλη Ιουλίου και διαρκεί έως τα τέλη Αυγούστου. Η ανάπτυξη της προνύμφης (σκουληκιού) συνεχίζεται την επόμενη άνοιξη, οπότε και οι κηκίδες είναι πλέον ορατές. Το έντομο συνεχίζει την ανάπτυξή του μέχρι τις αρχές του θέρους οπότε και εξέρχονται τα ενήλικα.
ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ: Στη χώρα μας δεν υπάρχει η δυνατότητα χημικής καταπολέμησης της σφήκας της καστανιάς καθώς δεν υπάρχουν εγκεκριμένα σκευάσματα. Σε κάθε περίπτωση, η χημική καταπολέμηση παρουσιάζει περιορισμένα αποτελέσματα εξαιτίας της βιολογίας του εντόμου και της πρακτικής δυσκολίας λόγω του ανάγλυφου του εδάφους, καθώς η καστανιά καλλιεργείται σε ορεινές και δυσπρόσιτες περιοχές. Ειδικότερα, σε καστανεώνες μεγάλης ηλικίας είναι πρακτικά αδύνατη η καταπολέμηση του εντόμου.
Σε νεαρούς καστανεώνες:
προτείνεται η μηχανική αφαίρεση και καταστροφή των κηκίδων πριν την έξοδο των ενηλίκων (από άνοιξη έως αρχές καλοκαιριού), καθώς μετά την έξοδο των ενηλίκων η αφαίρεση και καταστροφή των κηκίδων δεν εξυπηρετεί σε τίποτα,
ως μόνιμη και αποτελεσματική αντιμετώπιση του εντόμου, θεωρείται η βιολογική καταπολέμησή της με την εξαπόλυση του παρασιτοειδούς Torymus sinensis.
Σε περίπτωση εντοπισμού ύποπτου δείγματος παρακαλούνται οι παραγωγοί να έρθουν σε άμεση επικοινωνία με τις αρμόδιες υπηρεσίες: Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής ΠΕ Λάρισας (τηλ: 2413 511119, 2413 511157), Δασαρχείο, Διεύθυνση Δασών και στο Συντονιστικό Κέντρο Δασοπροστασίας (τηλ: 1591).