Η Ρ. Καραλαριώτου κάλεσε τους κατοίκους της οδού Βόλου να παρευρεθούν στο επόμενο δημοτικό συμβούλιο
Την φωνή της, με εκείνη των κατοίκων της συνοικίας του Αγ. Γεωργίου ένωσε η επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης στο δήμο Λαρισαίων κα Ρένα Καραλαριώτου, εκφράζοντας, με τον τρόπο αυτό την διαμαρτυρία της για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη συνοικία της πόλης,
μετά και τον τελευταίο θάνατο μιας συμπολίτισσάς μας, η οποία βρέθηκε κάτω από τις ρόδες διερχόμενου φορτηγού.
Η κ. Καραλαριώτου, απευθυνόμενη προς τους κατοίκους της συνοικίας του Αγίου Γεωργίου τους κάλεσε να παραβρεθούν όλοι στο επόμενο δημοτικό συμβούλιο για να πιεστεί η δημοτική αρχή να δρομολογήσει συγκεκριμένες λύσεις για τη συνοικία του Αγ.Γεωργιου . Επεσήμανε δε την ανάγκη της μετατροπής της οδούς Βόλου σε οδό ήπιας κυκλοφορίας, ζητώντας, ταυτόχρονα, από τον κ. Καλογιάννη να προχωρήσει άμεσα σε αίτημα προς το αρμόδιο Υπουργείο , ώστε να απαγορευτεί η διέλευση βαρέων οχημάτων στο τμήμα της παλαιάς Εθνικής οδού Λάρισας –Βόλου από την είσοδο της ΠΑΘΕ έως την διασταύρωση της με την οδο Καραμανλή, ύπαρξη ειδικής άδειας διέλευσης για την εξυπηρέτηση των τοπικών επιχειρήσεων, και, επίσης, να φέρει άμεσα, στο επόμενο δημοτικό συμβούλιο το θέμα της μελέτης της Ανατολικής παράκαμψης της πόλης, κάτι που μόλις ολοκληρωθεί θα δώσει οριστική λύση στο πρόβλημα.
Η επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης στο δήμο Λαρισαίων έκανε, αμέσως μετά, την ακόλουθη δήλωση:
«Τώρα είναι πλέον καιρός για έργα. Δεν υπάρχει κανένα άλλο περιθώριο για συσκέψεις και ευχολόγια. Οι κάτοικοι της συνοικίας του Αγίου Γεωργίου αντιμετωπίζουν με καθημερινό φόβο της μετακινήσεις τους. Η δημοτική αρχή , 2,5 μήνες μετα από το πρώτο θανατηφόρο δυστύχημα πρέπει, επιτέλους, να αναλάβει τις ευθύνες της. Ο Δήμαρχος Λαρισαίων κ. Καλογιάννης , οφείλει επίσης να ενημερώσει τους Λαρισαίους για το ποια μέτρα θα ληφθούν από τον ΟΣΕ για την ασφαλή διέλευση από τις γραμμές. Σήμερα 7 μήνες μετά , τα δυο τραγικά γεγονότα στο Μεζούρλο και στη Ν. Σμύρνη , δεν έχουμε κάποια ενημέρωση. Οι δεσμεύσεις του κ. Καλογιάννη έμειναν, και πάλι, στο κενό…»