Ανακοίνωση της Αντιρατσιστικής Πρωτοβουλίας Λάρισας
Να λοιπόν που και στην πόλη μας θα σηκωθούν τα λάβαρα της εθνικοφροσύνης στην συγκέντρωση που οργανώνεται τις επόμενες μέρες από «κάποιους» που παρότι κόπτονται περί του αντιθέτου, έχουν και κόμμα και χρώμα.
Όλο το απαύγασμα του εθνικού κορμού και οι θεματοφύλακες του «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια»: σοβινιστές, ακροδεξιοί, φασίστες, δεξιοί κομματάρχες και πολιτευτές, ιερωμένοι και «αφιονισμένοι» χριστιανοί, μασκαρεμένοι με τις περικεφαλαίες -για να κρύψουν την μαυρίλα- θα βιάσουν την ιστορία (και όχι μόνο).
Το έργο με τους Μακεδονομάχους (που για την ιστορία ήταν παραστρατιωτικές ομάδες που ανέλαβαν τις εκκαθαρίσεις στη Μακεδονία από τους μη ορθόδοξους πληθυσμούς), ξαναπαίχτηκε ήδη σε Αθήνα και Θεσ/κη. Ακούσαμε τα σοβινιστικά και πολεμοχαρή συνθήματα τους, είδαμε τις επιθέσεις και τους εμπρησμούς σε στέκια και καταλήψεις, τον βανδαλισμό στο μνημείο του Ολοκαυτώματος.
Η Μακεδονία δεν είναι «μία και όλη ελληνική» και το παραμύθι αυτό πρέπει να τελειώνει
Για την ιστορία: Στη Μακεδονία -μια γεωγραφική περιφέρεια από τον Όλυμπο και την Πίνδο μέχρι τον Αίμο και από την Οχρίδα μέχρι τη Ροδόπη- πριν από τον πόλεμο, σύμφωνα με στοιχεία του Πατριαρχείου µόνο το 10% περίπου του πληθυσμού αποτελούταν από ελληνόφωνους Μακεδόνες, το 40% από σλαβόφωνους Μακεδόνες και το 40% από Μουσουλμάνους Μακεδόνες. Σχετικά ολιγάριθμοι ήταν οι Βλάχοι, Αλβανοί, Εβραίοι και Τσιγγάνοι.
Με το τέλος του Β’ Βαλκανικού Πολέμου και τη συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913, τα εδάφη της Μακεδονίας τριχοτομούνται ανάμεσα στην Ελλάδα (51%), τη Σερβία (39%) και τη Βουλγαρία (10%).
Οι σλαβόφωνοι Μακεδόνες που προσαρτώνται στην Ελλάδα υφίστανται βίαιο εξελληνισμό και εξοντωτικούς διωγμούς. Υποχρεώνονται να αλλάξουν τη γλώσσα τους, χωριά και πόλεις μετονομάζονται.
Εθνικισμοί υπάρχουν και στις δύο πλευρές και είναι κι οι δύο επικίνδυνοι για τους δύο λαούς. Δεν μπορούμε όμως να παραβλέπουμε το γεγονός ότι η πλευρά που ζητά την αποκλειστικότητα στο όνομα είναι η ελληνική. Το ελληνικό κράτος είναι ο ισχυρός παίχτης της περιοχής, αυτό συμμετέχει στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., αυτό διαθέτει τον ισχυρότερο στρατό, συμμετέχει σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Ο κίνδυνος διεκδικήσεων εκ μέρους του «σκοπιανού αλυτρωτισμού» που επικαλείται ο ελληνικός εθνικισμός αποτελεί μία αστεία δικαιολογία, που σκοπό έχει να γεμίσει φόβο και μίσος τις καρδιές των ανθρώπων.
Το σύνθημα «η Μακεδονία είναι μία και Ελληνική» είναι πρόδηλα επιθετικό και αλυτρωτικό, απειλώντας έμμεσα την εδαφική ακεραιότητα των γειτονικών χωρών. Γεγονός που η πιο ακραία (και η πιο ειλικρινής) πτέρυγα της εθνικιστικής συμμαχίας δεν φοβάται να πει ευθέως, μιλώντας για διαμελισμό και σύνορα με τη Σερβία.
Ο εθνικισμός και ο επεκτατισμός είναι εγγενής στα έθνη-κράτη
Μετά την Γαλλική επανάσταση κυρίως, συγκροτούνται τα έθνη με την μορφή των καπιταλιστικών κρατών. Ταυτόχρονα όμως μεταπλάθονται, μέσω μηχανισμών εθνοποιητικής διαδικασίας (εκπαίδευση, ενιαία γλώσσα, πολιτισμός κλπ), σε σχέση με την εθνική ιδεολογία που αναπτύσσει η αστική εξουσία. Τα έθνη επομένως αποτελούν φαντασιακές ιστορικές κατασκευές και όχι κάτι αιώνιο και υπεριστορικό.
Η εθνική αφήγηση είναι η βασική κοινωνική τεχνική που επέτρεψε την ολοκληρωμένη κρυστάλλωση των εθνικών συνειδήσεων και του εθνικισμού. Σε αυτή τη τεχνική εγγράφεται το ανιστορικό της καταγωγής μας από τους «ένδοξους» αρχαίους Έλληνες και Μακεδόνες, που σημειωτέον σφαζόταν μεταξύ τους, ενώ ο Μέγας Αλέξανδρος ξεκίνησε την επεκτατική πολιτική καταστρέφοντας την Θήβα και σφάζοντας τους Θηβαίους.
Στην αστική στρατηγική το έθνος αποτελεί την κεντρική αξία αναφοράς, το πεδίο άσκησης της αστικής εξουσίας και ταυτόχρονα τη βάση εξόρμησης του κεφαλαίου προς τα έξω.
Το ελληνικό κράτος από τη στιγμή της ίδρυσής του προβάλλει το ανικανοποίητο αίτημα, να συµπεριλάβει στην έκτασή του το σύνολο του ιστορικού ελληνισμού. Για πολλά χρόνια ο αλυτρωτισμός ήταν η εθνική αφήγηση και ο ελληνικός λαός την πλήρωσε ακριβά με τη Μικρασιατική καταστροφή και όχι μόνο.
Ο εθνικός κορμός και οι ομφάλιοι λώροι
Η εθνικοφροσύνη εμφανίζεται στον Μεσοπόλεμο, ως αντίπαλο δέος στην άνοδο του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος και συνεχίζεται στην μεταπολεμική Ελλάδα. Μετά το 1944 γίνεται η κυρίαρχη ιδεολογία του κράτους, καταργώντας τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ του παραδοσιακού πολιτικού κόσμου, των ταγμάτων ασφαλείας, των δοσιλογικών συμμοριών, για να παταχθεί ο εσωτερικός εχθρός που ήταν οι κομμουνιστές.
Αυτός ο εθνικός κορμός ανασυσταίνεται σήμερα. Η ιδεολογική βάση της σύγκλισης είναι ο κοινωνικός δαρβινισμός, είτε μέσω «της αγοράς», όπου θα επιβιώσουν οι ισχυρότεροι και θα πεταχτούν οι περιττοί άνθρωποι, είτε μέσω της φυσικής βίας επί των πιο αδύναμων, αυτών που το αίμα τους δεν είναι «καθαρό» και δεν ανήκουν στο περιούσιο έθνος που πρεσβεύει ο φασισμός. Να σε ποια βάση συναντούνται όλοι αυτοί στα συλλαλητήρια και όχι στη βάση της αγάπης για την πατρίδα και το λαό της.
Το όνομα είναι το πρόσχημα, ο στόχος είναι άλλος
Πέρασαν πολλά χρόνια από την προηγούμενη σοβινιστική έξαρση για το όνομα της γειτονικής χώρας της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας», ενώ μέχρι το 1991 ήταν αποδεκτό.
Τότε ο εθνικισμός ήταν η έκφραση της επιθετικότητας του ελληνικού κεφαλαίου που ήθελε να κατακτήσει -και το έκανε- τα Βαλκάνια. Σήμερα η έξαρση του εθνικισμού, έχει στόχο την αναστύλωση του ηθικού των φτωχοποιημένων. Όχι με ψωμί αλλά με το «παντεσπάνι» του ένδοξου έθνους, της σπουδαιότητας και καθαρότητας της «φυλής» και του «αίματος», ώστε να νιώσουν ισχυρότεροι ενάντια στον αδύναμο. Αυτό όμως είναι ο φασισμός.
Αλλά ο στόχος δεν είναι μόνο αυτός. Ταυτόχρονα, μια μαύρη συμμαχία οικοδομείται ανάμεσα στην αστική τάξη και τον φασισμό. Ένα Μαύρο Μέτωπο, που αν γιγαντώσει προμηνύει μια νέα «εποχή των τεράτων».
Και τα προμηνύματα είναι πολλά. Είναι οι πολεμοχαρείς ιαχές που σοβινισμού, οι ευνοϊκές δικαστικές αποφάσεις για τους ναζί, η άνοδος του θρησκευτικού σκοταδισμού, οι επιθέσεις του κράτους στον αντιεξουσιαστικό χώρο, η σκλήρυνση των μηχανισμών καταστολής, αλλά και τα φαινόμενα στις λαϊκές γειτονιές όπου ο εθνικισμός και ο ρατσισμός αντικαθιστά τον αριστερό ριζοσπαστισμό.
Η ιστορία με το Μακεδονικό μπορεί να καταγραφεί σαν την εκδίκηση της «βαθιάς δεξιάς» (που λέει και ο «δικός» τους ο Μαραντζίδης).
Ποιος όμως έχει την ευθύνη;
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει προ καιρού διαψεύσει τις ελπίδες του κόσμου, με ανυπολόγιστες συνέπειες για το ταξικό κίνημα και τον ριζοσπαστισμό που αναπτύχθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Όσα επικοινωνιακά παιγνίδια και αν πλασάρει για το τέλος των μνημονίων, η πραγματικότητα είναι αμείλικτη. Γιατί τα θύματα αυτού του κοινωνικού πολέμου, είναι πολλά και τα «φιλοδωρήματα» της κυβέρνησης δεν είναι αρκετά.
Η κυβέρνηση έχει ήδη επιλέξει τις συμμαχίες της με την αστική τάξη, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και την απόλυτη υποταγή στους δανειστές. Ταυτόχρονα εμπλέκεται όλο και περισσότερο στον επικίνδυνο ανταγωνισμό με την Τουρκία, με τη συμμετοχή πολυεθνικών, για το πετρέλαιο και τις ΑΟΖ. Γίνεται πειθήνιο όργανο στην επιθετικότητα του καπιταλισμού, για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών, των ενεργειακών δρόμων και των σφαιρών επιρροής.
Η άνοδος των εθνικιστικών αλλά και θρησκευτικών κινημάτων στην περιοχή και σε όλο τον κόσμο, αντανακλά την όξυνση του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού εξαιτίας της βαθιάς κρίσης που έχει βυθιστεί ο καπιταλισμός που δημιουργεί πια τεράστιο κίνδυνο για συνέχιση πολέμων και έναρξη νέων.
Και όσο ο κόσμος της εργασίας δεν μπορεί να δημιουργήσει τις δικές του συμμαχίες, στη βάση των δικών του αναγκών, η ταξική πάλη θα υποκαθίσταται από την «κοινωνική συμμαχία» με τα αφεντικά και τους γραφειοκράτες.
Εμείς τι κάνουμε;
Ξέρουμε καλά ότι τα δικαιώματα, οι ανάγκες και τα όνειρά μας, δεν χωράνε στον ασφυκτικό κλοιό που μας επιβάλλουν οι κυβερνήσεις, η Ε.Ε. και το ΔΝΤ, ενώ η όποια ανάπτυξη δεν θα μας προσφέρει τίποτα άλλο, πέρα από περισσότερη εκμετάλλευση και καταστροφή του περιβάλλοντος.
Ξέρουμε επίσης καλά ότι ο μόνος δρόμος, για να μην ζήσουμε σαν δούλοι, είναι η απειθαρχία μας, οι αντιστάσεις μας, οι κοινωνικές σχέσεις που δημιουργούμε, οι πολιτικοί μας αγώνες ενάντια στον καπιταλισμό και την εξουσία.
Είναι πια καιρός να ξαναβγούμε στο δρόμο, να φτιάξουμε τις δικές μας συμμαχίες, στη βάση των κοινών μας αναγκών, ενάντια στη καπιταλιστική κυριαρχία. Μόνο έτσι θα δημιουργήσουμε ρήγματα στην εξουσία τους, θα στείλουμε τους φασίστες στις τρύπες τους, θα ανοίξουμε δρόμους κοινωνικής χειραφέτησης.
Να αγωνιστούμε τώρα ενάντια στο πόλεμο, για να μην γίνουμε «κρέας για τα κανόνια τους». Να προτάξουμε την αλληλεγγύη των λαών ενάντια στον εθνικισμό, τον πατριωτισμό δεξιό και αριστερό, που στρώνει το δρόμο στον φασισμό. Για έναν νέο διεθνισμό. Γιατί κανένα σύνορο δεν μας χωρίζει και κανένα έθνος δεν μας ενώνει.
Να αγωνιστούμε ενάντια στις πολιτικές φτωχοποίησης και εκμετάλλευσης, κατάργησης εργασιακών δικαιωμάτων, πλειστηριασμών και εξώσεων, κοινωνικής εξαθλίωσης και κανιβαλισμού.
Να σταθούμε αλληλέγγυοι στους λαούς που πλήττονται από τους πολέμους. Να διεκδικήσουμε ανοιχτά σύνορα στους πρόσφυγες του πολέμου και της φτώχιας.