Ξεκινάει συζήτηση για την επόμενη μέρα της αμπελοκαλλιέργειας και του τσίπουρου που παράγουν οι αμβυκούχοι
Την αισιοδοξία ότι και τη φετινή χρονιά η απόσταξη τσίπουρου θα κυλήσει χωρίς προβλήματα, αφού ο νέος υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Αραχωβίτης αποδέχθηκε σχετικό αίτημα του δημάρχου Τυρνάβου Π. Σαρχώσης για να μην υπάρξουν αλλαγές στη διαδικασία της απόσταξης, εξέφρασαν κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχαν
ο κ. Σαρχώσης και τα μέλη της διοίκησης του συλλόγου αμβυκούχων Τυρνάβου.
Οπως τονίστηκε στη συνάντηση όλα θα εξελιχθούν χωρίς προβλήματα αφού αναμένεται να έλθει στις ΔΑΟΚ ερμηνευτική εγκύκλιος που θα καθορίζει ζητήματα στη διαδικασία απόσταξης.
Το μέλλον του τσίπουρου και των αμβυκούχων
Παράλληλα στη συνάντηση εκφράστηκε έντονος προβληματισμός για την από εδώ και πέρα πορεία των αμπελουργών – αμβυκούχων, αφού όπως τονίστηκε θα πρέπει να θωρακιστεί τόσο το προϊόν όσο και η υγεία των καταναλωτών, μέσα από συγκεκριμένες δράσεις και πρακτικές.
Μάλιστα τονίστηκε ότι θα πρέπει να ξεκινήσει μία μεγάλη συζήτηση για την επόμενη ημέρα του τσίπουρου που παράγουν οι αμβυκούχοι, και σαν βάση συζήτησης τέθηκε υπόψη όλων ένα κείμενο του πρώην διευθυντή του Οινοποιητικού Συνεταιρισμού δρ. Αστ. Παπρά που δείχνει δρόμους για τη συνέχιση της παραγωγής τσίπουρου και κατ’ επέκταση της αμπελουργίας που είναι το μεγάλο ζητούμενο.
Οι προτάσεις Παπρά
Το κείμενο που δόθηκε και στον κ. Αραχωβίτη αναφέρει τα εξής:
Το τσίπουρο ήταν μέχρι πρόσφατα αποκλειστικά προϊόν των αμπελουργών της χώρας μας, ήταν μια προέκταση του σταφυλιού και αυτό για εκατοντάδες χρόνια, είναι μια παράδοση βαθειά ριζωμένη και δεμένη με τα ήθη και τα έθιμα και τις καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων. Δια μέσου των χρόνων, η τέχνη της απόσταξης εξελίχθηκε , μεταλλάχτηκε σε εμπειρία και ο καθένας έβαζε το λιθαράκι του ή το αρωματικό βότανο στην πορεία του χρόνου.
Με δεδομένη αυτή την ιστορία χρόνων, πάνω στην αμπελοκαλλιέργεια, την οινοποίηση για την παραγωγή κρασιού, και τέλος της απόσταξης των στέμφυλων για την παραγωγή του τσίπουρου είναι δύσκολο να κατανοηθεί από τους ανθρώπους αυτούς ότι έρχεται τώρα ένας κανονισμός και τους λέει ότι αυτό το προϊόν δεν είναι αγροτικό, δεν είναι δικό τους αλλά άλλων. Τα συμφέροντα της χώρας μας πολλές φορές δεν υποστηρίχθηκαν καλά στην ΕΕ, είτε λόγο άγνοιας είτε πιθανής σκοπιμότητας.
Θα ήταν λάθος να σπάσουμε την αλυσίδα που συνδέει το ιστορικό παρελθόν με το πολλά υποσχόμενο μέλλον και να οδηγήσουμε στην εξαφάνιση τους διήμερους παραγωγούς τσίπουρου. Ούτε είναι λύση ο μη σεβασμός στον καταναλωτή για την διατήρηση της δήθεν παράδοσης.
Η παράδοση είναι συνυφασμένη με την ποιότητα και μέσω αυτής της προστασίας του καταναλωτή.
Πέραν αυτού δια μέσω των χρόνων δημιουργήθηκε σε όλη τη χώρα μια υποδομή σε δεξαμενές, εργαλεία , άμβυκες, αλλά και γνώση που πρέπει να αξιοποιηθούν.
Το πρόβλημα της παραγωγής των διήμερων πρέπει να αναζητηθεί στην διακίνηση και διάθεσή της. Μέχρι το 1997 που απαγορευόταν η ελεύθερη διακίνηση του στην χώρα το παραγόμενο τσίπουρο των διήμερων περιοριζόταν έναντι του εμφιαλωμένου. Με την επιβολή του μικρού φόρου, αλλά και την ταυτόχρονη απελευθέρωση της διακίνησης τα πράγματα αντιστράφηκαν, με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχει μια υπερβολή που δεν ‘’δουλεύει” υπέρ των πραγματικών Ελλήνων αμπελουργών ενώ υπάρχουν παράνομες εισαγωγές από γειτονικές χώρες.
Η συνέχιση της ύπαρξης του καθεστώτος θα πρέπει να διατηρηθεί για το καλό της αμπελουργίας αλλά και της οικονομίας της χώρας, της ιστορίας και της παράδοσης, άλλωστε σε όλες της χώρες υπάρχουν με τον ένα η τον άλλο τρόπο εξαιρέσεις για τα μικρά αποσταγματοποιεία.
Η παραγόμενη ποσότητα του κάθε διήμερου δεν θα υπερβαίνει τα 2.000 λίτρα άνυδρα τσίπουρου.
Ένα μέρος της ποσότητας αυτής θα μπορεί να το έχει για ιδία χρήση ενώ το υπόλοιπο, έχοντας υπόψιν ότι το σημαντικότερο πρόβλημα στην περίπτωση της διάθεσης χύμα τσίπουρου είναι το θέμα της υγεία του καταναλωτή, πρέπει να διατίθεται στην αγορά επώνυμα, (ίσως μόνο σε φιάλες των 5 λίτρων) με ετικέτα αλλά και με αγροτικό τιμολόγιο το οποίο όλοι οι αμπελουργοί διαθέτουν, (ή πρέπει να διαθέτουν).
Να επιτραπεί η πώληση του τσίπουρου των διήμερων στους μεγάλους αποσταγματοποιούς η σε συν/σμους που παράγουν και εμφιαλώνουν τσίπουρο.
Αυτό θα δώσει διέξοδο στους αμπελουργούς – διήμερους αποσταγματοποιούς που παρήγαγαν μια μικρή ποσότητα τσίπουρου να την διαθέσουν σε οργανωμένα αποσταγματοποιεία.
Θα μπορούσε τέλος να οργανωθούν κατά τόπους μικρά εμφιαλωτήρια, με την κάποια χρηματοδότηση, για την εξυπηρέτηση της εμφιάλωσης του τσίπουρου των διήμερων.
Θα μπορούσε ακόμα να καθιερωθεί και η επικόλληση “ιππαστί” ταινίας φόρου για το τσίπουρο των διήμερων που θα διατίθεται σε φιάλες”.