Ανακοίνωση της Γραμματείας των ΣΥΝΕΚ
Η νέα ηγεσία του Υπ. Παιδείας επαναφέρει επί της ουσίας την αποτυχημένη πολιτική διαχωρισμού & κατηγοριοποίησης των δημόσιων σχολείων, για λίγους κ όχι για όλους, η οποία θεσμοθετήθηκε με το ν.3966/2011. Οι συνεχείς δηλώσεις της πολιτικής ηγεσίας για ίδρυση νέων Προτύπων και Πειραματικών σχολείων
σε όλους τους νομούς της χώρας αλλά και οι επιχειρούμενες αλλαγές διατάξεων των νόμων 4610/2019, 4623/2019 είναι αποκαλυπτικές των πραγματικών διαθέσεων και της αντίληψης που τη διακατέχει για τη Δημόσια Εκπαίδευση.
Θα πρέπει να τονισθεί από την αρχή ότι για εμάς η ουσιαστική διαφορά που υπάρχει μεταξύ των Πειραματικών και των υπολοίπων σχολείων της Δημόσιας εκπαίδευσης είναι η επιλογή των μαθητών, καθώς εκπαιδευτικοί με αυξημένα τυπικά προσόντα υπηρετούν σήμερα σε όλα τα δημόσια σχολεία και μάλιστα σε δύσκολα σχολικά περιβάλλοντα, ενώ ταυτόχρονα σε εκατοντάδες δημόσια σχολεία καταβάλλεται προσπάθεια να προσφερθεί καινοτόμο εκπαιδευτικό έργο κάθε μορφής (παρακολουθήσεις & μέντορινγκ φοιτητών, πολιτιστικά προγράμματα, καινοτόμες δράσεις κ.ά). Όσον αφορά στα Πρότυπα σχολεία, και με βάση την παραπάνω σχολική πραγματικότητα οι ΣΥΝΕΚ έχουν διατυπώσει ήδη τη θέση τους ότι δεν είναι αναγκαίος ο θεσμός των Προτύπων για τους αρίστους και πρέπει να καταργηθεί .
Αντίθετα με ό,τι ισχύει, πεποίθηση μας είναι ότι τα Πειραματικά σχολεία θα πρέπει να είναι συνδεδεμένα με τα Πανεπιστημιακά ιδρύματα ώστε να εφαρμόζουν τα προτεινόμενα καινοτόμα προγράμματα σε προσδιορισμένο χρονικό πλαίσιο σε τυχαίο και αντιπροσωπευτικό δείγμα μαθητών. Επίσης επιβάλλεται η περιοδική μετατροπή σχολείων της Δημόσιας εκπαίδευσης σε Πειραματικά. Με αυτή τη διαδικασία μπορούμε να εξάγουμε ασφαλή επιστημονικά συμπεράσματα τα οποία θα συμβάλουν στην ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης γνώσης σε όλη τη Δημόσια εκπαίδευση. Συνεπώς για τις ΣΥΝΕΚ οι επιχειρούμενες αλλαγές στα Π&ΠΣ μόνο από αυτή την οπτική μπορούν να κριθούν.
Συγκεκριμένα:
Το Υπουργείο Παιδείας αποπειράται αποσπασματικά να επιβάλει διοικητικές αλλαγές, απορρυθμίζοντας την ενιαία διοικητική ευθύνη λειτουργίας των Προτύπων & Πειραματικών Σχολείων, καθώς φαινομενικά και μόνο τη μεταφέρει από την Περιφέρεια στις αντίστοιχες Δ/νσεις, γιατί εκχωρεί παράλληλη «διοικητική ευθύνη» σχετικά με το εκπαιδευτικό προσωπικό, τα ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα στην υπό επανασύσταση «αμαρτωλή» ΔΕΠΠΣ και στα νέα υπό συγκρότηση «όργανα» επιστημονικής εποπτείας ανά σχολείο (ΕΠΕΣ).
Η προτεινόμενη δε «διοικητική δομή» είναι σε δυσαρμονία με τις αρχές της Διοίκησης, θα περιπλέξει τη λειτουργία τους, ενώ διαχωρίζει ακόμη περισσότερο τα συγκεκριμένα σχολεία από το υπόλοιπο εκπαιδευτικό σύστημα. Άλλωστε, η Κυβέρνηση, με άλλοθι την επιδίωξη της αριστείας, προσπαθεί να συγκαλύψει τον ιδεοληπτικό & εμμονικό στόχο της ίδρυσης δημόσιων σχολείων για λίγους μαθητές/τριες, οι οικογένειες των οποίων θα μπορούν να ανταποκριθούν σε πολυδάπανη φροντιστηριακή προετοιμασία και με διαγωνιστική διαδικασία επιλογής, η οποία είναι ανακόλουθη με τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα για τη συγκρότηση της συναισθηματικής νοημοσύνης των παιδιών! Το Υπουργείο οφείλει να εγκαταλείψει εδώ και τώρα πρακτικές διαχωρισμού των σχολείων και των εκπαιδευτικών με πρόσχημα το ιδιαίτερο ή καινοτόμο εκπαιδευτικό έργο υψηλών απαιτήσεων που, για τη σημερινή πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, πραγματοποιείται σε ορισμένα μόνο σχολεία, στα οποία επιπρόσθετα παραχωρεί και το δικαίωμα της αλλαγής των ωρολογίων και αναλυτικών προγραμμάτων, καθώς αυτό δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα του ελληνικού δημόσιου σχολείου. Η Κυβέρνηση & το Υπουργείο Παιδείας, με πρόσχημα τις αλλαγές σε ρυθμίσεις των ν. 4610/2019, 4623/2019 τις οποίες παρουσιάζει στο ν/σ «Επενδύω στην Ελλάδα κ άλλες διατάξεις», επιχειρεί να δελεάσει και να ξεγελάσει τους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν με θητεία σε Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία, προσφέροντάς τους, μέσω «τροποποίησης», μείωση του διδακτικού ωραρίου τους, αλλά ταυτόχρονα έχει αναστείλει (4623/2019) τη διαδικασία απόδοσης οργανικών θέσεων, όπως αυτή ρυθμίστηκε με το νόμο 4610/2019, διαδικασία η οποία αποτελούσε πάγιο αίτημα όλης της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Επισημαίνουμε, ακόμη, ότι στη βιασύνη της η νέα ηγεσία του Υπ. Παιδείας, με εγκύκλιο (αρ. πρωτ. 139468/Δ6/10-9-2019) που στάλθηκε στα Π&ΠΣ και φέρει την υπογραφή της Υφυπουργού Παιδείας, υποδείκνυε παρανόμως τη μείωση του διδακτικού ωραρίου με αποφάσεις των συλλόγων διδασκόντων, κατά παράβαση του ν. 3966/2011, ο οποίος σαφώς ορίζει τη διαδικασία αλλαγής του διδακτικού ωραρίου. Είναι σαφές ότι δεν είμαστε αντίθετοι στη μείωση του διδακτικού ωραρίου για τους υπηρετούντες εκπαιδευτικούς, τόσο των Π&ΠΣ όσο και των υπολοίπων σχολείων, που επιβάλλεται από την έρευνα και την εφαρμογή καινοτόμων και παιδαγωγικών προγραμμάτων αλλά επιμένουμε στη τήρηση της νομιμότητας και η όποια μείωση να μην προσφέρεται ως δέλεαρ για την εφαρμογή άλλων σχεδίων που θα βλάψουν τη Δημόσια εκπαίδευση (άλλωστε επιτακτικά έχουμε ζητήσει την επαναφορά του ωραρίου όλων των εκπαιδευτικών στα πλαίσια του 2013). Πεποίθηση μας είναι ότι οι υπηρετούντες εκπαιδευτικοί στα Π&ΠΣ συμφωνούν με αυτή τη θέση μας και παράλληλα επιθυμούν διακαώς την άμεση απόδοση οργανικών θέσεων που εντελώς αδικαιολόγητα ανεστάλησαν.
Τέλος, αυτό που χρειάζεται συνολικά η Δημόσια εκπαίδευση είναι η γενναία αύξηση των δαπανών, η άμεση κάλυψη όλων των πραγματικών κενών με μόνιμους διορισμούς εκπαιδευτικών και η διασφάλιση όλων εκείνων των προϋποθέσεων (εργασιακών, οικονομικών, κοινωνικών) ώστε να μπορούν αποτελεσματικά να ανταποκριθούν στο έργο τους σε όποιον τύπο σχολείου και αν υπηρετούν.