«Κορυφαία στιγμή» ονόμασε ο Περιφερειάρχης κ. Αγοραστός την ψήφιση του προϋπολογισμού της περιφέρειας Θεσσαλίας στην αρχή της συνεδρίασης του περιφερειακού συμβουλίου της 15ης Νοεμβρίου, για να την υποβιβάσει τελικά σε «τεχνική» και «τυπική» διαδικασία. Τελικά τι από τα δύο ήταν η ψήφιση του προϋπολογισμού;
Είναι σίγουρα μια κατάφορη αντιδημοκρατική διαδικασία, καθώς γίνεται καθ’ υπόδειξή του Παρατηρητηρίου Οικονομικής Αυτοτέλειας, το οποίο μέσα στο γενικό δόγμα των συμφωνημένων πλεονασμάτων που μεταφράζονται σε άγρια λιτότητα για τις κοινωνικές ανάγκες, επιχειρεί να μετατρέψει περιφέρειες και δήμους σε αλυσοδεμένους υλοποιητές των πλέον αντιλαϊκών κατευθύνσεων. Μια παραδοχή που εύκολα μπορεί να γίνει από τον οποιονδήποτε, αρκεί να αποσιωπηθούν οι πολιτικές των ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και όποιου άλλου κυβέρνησε τα τελευταία χρόνια που δημιούργησαν ένα καθεστώς εκτάκτου ανάγκης διαρκείας.
Τι εισηγείται η κυβέρνηση μέσω της ΚΥΑ 55907/27-7-2019 και κατ’ επέκταση ο κ. Αγοραστός; Την «…όσο δυνατόν μικρότερη δέσμευση οικονομικών πόρων», «… τη μείωση του ελλείμματος της Γενικής Κυβέρνησης», «..την εναρμόνισή προς το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022», «…τη συγκράτηση των λειτουργικών δαπανών στα επίπεδα ή και κάτω του 2019 , με ταυτόχρονη προσπάθεια μείωσής τους». Τι σημαίνουν όλα αυτά με απλά λόγια; Πως στον προϋπολογισμό της περιφέρειας Θεσσαλίας δεν υπάρχει πουθενά το κριτήριο της κάλυψης των κοινωνικών αναγκών, της βελτίωσης της κοινωνικής και οικονομικής θέσης των κατοίκων της Θεσσαλίας, της βελτίωσης των κοινωνικών υπηρεσιών. Όλα αυτά αντικαταστάθηκαν από την υφαρπαγή του κοινωνικού πλούτου με τη στρατηγική των περιβόητων πλεονασμάτων που προκύπτουν από τη σχεδόν παντελή απόσυρση του κράτους από την υποχρέωση χρηματοδότησης των πλέον βασικών κοινωνικών αναγκών. Αν δεν πληρώνεις τίποτα για την κοινωνία και απλά εισπράττεις έμμεσους και άμεσους φόρους προφανώς θα έχεις πλεονάσματα… Αυτό σηματοδότησε και συνεχίζει να σηματοδοτεί η περικοπή και απαξίωση των ΚΑΠ (κοινών αυτοτελών πόρων), των χρημάτων δηλαδή της κοινωνικής πλειοψηφίας που επιστρέφουν ως επιχορήγηση του κρατικού προϋπολογισμού στους δήμους και τις περιφέρειες. Αυτό τελικά καθιστά και την κατάρτιση των προϋπολογισμών των περιφερειών μια «τεχνική» ή «τυπική» διαδικασία, καθώς εξασφαλίζουν μόνο τα εντελώς απαραίτητα έξοδα για τη συντήρηση των κρατικών θεσμών.
Αυτή η «τεχνική» ή «τυπική» εκδοχή του προϋπολογισμού κρύβει όμως και κάτι άλλο από πίσω της. Ίσως το σημαντικότερο. Η μείωση των ΚΑΠ εισήγαγε ως σχεδόν αποκλειστικό «εργαλείο» χρηματοδότησης το ΕΣΠΑ. Ένα πρόγραμμα φτιαγμένο να επιδοτεί το κεφάλαιο (βλ. εργοστάσιο δημιουργίας καυσίμου SRF για Lafarge), να ρευστοποιεί τις εργασιακές σχέσεις (βλ. «κοινωφελή εργασία» κα.), να συμβάλει στην ιδιωτικοποίηση βασικών κοινωνικών υπηρεσιών (πχ. μια σειρά δομών πρόνοιας) αλλά και το ξεπούλημα κοινωνικών αγαθών. Ένα πρόγραμμα που επιχειρηματικοποιεί το τοπικό κράτος, καθώς το μετατρέπει σε γραφείο διευθέτησης/ διανομής κονδυλίων σε μικρότερα ή μεγαλύτερα επιχειρηματικά κέντρα και κυρίως γιατί υποτάσσει το σύνολο της λειτουργίας του σε ένα ανταποδοτικό – επιχειρηματικό πλαίσιο. Από αυτή την άποψη κανένα ΕΣΠΑ δεν μπορεί να αντικαταστήσει τους κλεμμένους ΚΑΠ, πολύ απλά γιατί κανένα ΕΣΠΑ δε στοχεύει στην ανίχνευση και την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών.
Ο κ. Αγοραστός επαίρεται πως διεκδικεί και φέρνει χρήματα στη Θεσσαλία. Ποια είναι η αλήθεια; Τα χρήματα των ταμείων και των προγραμμάτων της ΕΕ (χρήματα φορολογούμενων και όχι κάποιου ευαγούς ιδρύματος…) δημιουργούν ένα είδος ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων δήμων και περιφερειών στη χώρα. Με αυτό τον τρόπο αντικειμενικά προωθείται και ενισχύεται μια ανισόμετρη ανάπτυξη μέσα στα όρια των περιοχών της ίδια της χώρας, ακόμα και μέσα σε κάθε περιφέρεια ξεχωριστά. Πρακτικά οι φτωχές περιοχές είναι καταδικασμένες να παραμείνουν φτωχές και οι πλούσιες να γίνουν πεδίο κερδοφορίας διαφόρων επιχειρηματικών σχεδιασμών. Στην περίπτωση της περιφέρειας Θεσσαλίας, η οποία αποτελεί μια σχετικά πλούσια περιφέρεια, το τοπικό κράτος χρησιμοποιεί ουσιαστικά αυτό τον πλούτο και τις δυνατότητες που παρέχει, ενάντια στην κοινωνική πλειοψηφία, καθώς είτε τον ιδιωτικοποιεί, είτε τον επιχειρηματικοποιεί και σε κάθε περίπτωση ενισχύει τις εφήμερες ανάγκες κερδοφορίας του κεφαλαίου και όχι τις ανάγκες της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Τα τερατώδη οικονομικά νούμερα λοιπόν που ακούγονται συχνά πυκνά από τον κ. Αγοραστό αποτελούν «επενδύσεις» εναντίον και όχι υπέρ του λαού της Θεσσαλίας.
Τόσο η προηγούμενη όσο και η σημερινή κυβέρνηση επιχειρούν να μας πείσουν πως το μέλλον βρίσκεται στις ιδιωτικές επενδύσεις. Καθώς ο πλούτος και το εισόδημα της εργαζόμενης πλειοψηφίας χαρίζεται στη χρεομηχανή, η αποδοχή του πλαισίου καταπάτησης των εργασιακών δικαιωμάτων, ισοπέδωσης του περιβάλλοντος και ξεπουλήματος των φυσικών πόρων, τείνει να μετατραπεί σε εκβιασμό επιβίωσης για την εργαζόμενη πλειοψηφία. Αυτό τον εκβιασμό υπηρετεί και ο προϋπολογισμός που ψηφίστηκε από την πλειοψηφία του περιφερειακού συμβουλίου, που ουσιαστικά αποτελεί κάλεσμα παραίτησης από οποιοδήποτε κοινωνικό δικαίωμα. Στη βάση αυτή η Αριστερή Παρέμβαση καταψήφισε τον προϋπολογισμό.
Η Αριστερή Παρέμβαση στη Θεσσαλία επιμένει πως υπάρχει άλλος δρόμος για την εργαζόμενη πλειοψηφία και τη νεολαία πέρα από την υποταγή στον κατασκευασμένο μονόδρομο που παρουσιάζουν. Ένας δρόμος που θα ανοίξει με την πάλη για τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο από την ΕΕ, την απαλλοτρίωση του μεγάλου κεφαλαίου. Ένας δρόμος που κριτήριο του θα είναι οι κοινωνικές ανάγκες, η ομαλή συνύπαρξη ανθρώπου και περιβάλλοντος, η συλλογική διαχείριση των μέσων παραγωγής.
Άμεσα παλεύουμε για:
Επαναφορά του ύψους της χρηματοδότησης των ΚΑΠ που έχουν περικοπεί. Άμεση απόδοση των χρωστούμενων πόρων από το κράτος στους ΟΤΑ.
Κατάργηση του «Παρατηρητηρίου Οικονομικής Αυτοτέλειας», ανατροπή του «Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής».
Αναβάθμιση των κοινωνικών υπηρεσιών. Κατάργηση του Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ., όχι στο ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας.
Λεφτά για τις κοινωνικές δαπάνες, για μισθούς και συντάξεις και τις λαϊκές ανάγκες σε παιδεία, υγεία, πρόνοια, υποδομές, πολιτισμό και αθλητισμό.