Η τοποθέτηση της Λαϊκής Συσπείρωσης, για την συζήτηση στο περιφερειακό συμβούλιο Θεσσαλίας, για το υδροηλεκτρικό έργο της Μεσοχώρας και την εκτροπή του Άνω ρου του ποταμού, με αφορμή την νέα απορριπτική απόφαση του ΣτΕ
Για το ΚΚΕ και την Λαϊκή Συσπείρωση, το πρόβλημα της μη ολοκλήρωσης της εκτροπής του Άνω ρου του Αχελώου εδώ και τέσσερις δεκαετίες περίπου, είναι βαθιά πολιτικό και η ευθύνη βαραίνει όλες τις αστικές κυβερνήσεις (Ν.Δ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) και φυσικά την Ε.Ε, όσο κι αν γίνεται προσπάθεια να κρυφτεί πίσω από δικαστικές αποφάσεις και προσκόμματα.
Σχετίζεται με τον αντιλαϊκό δρόμο ανάπτυξης που ακολουθιέται δεκαετίες τώρα στη χώρα μας, με ευθύνη όλων των αστικών κυβερνήσεων και της Ε.Ε, γιατί αυτός εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Θυμίζουμε ότι άλλα έργα, όπως τα μεγάλα οδικά δίκτυα, που είναι αναγκαία για τις μεταφορές των μονοπωλιακών ομίλων και έχουν κέρδη από τα διόδια οι εταιρίες που έχουν την εκμετάλλευσή τους, προχώρησαν ξεπερνώντας κάθε νομικό και άλλο εμπόδιο.
Το ΚΚΕ, εδώ και δεκαετίες είναι το μόνο κόμμα που αγωνίζεται για την πραγματοποίηση της εκτροπής του άνω ρου του Αχελώου και όλων των συνοδευτικών έργων που απαιτούνται, στη βάση της πολιτικής του πρότασης για έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της χώρας προς όφελος του λαού, με εργατική εξουσία, κοινωνικοποιημένα τα μέσα παραγωγής και κατανομής των προϊόντων, με αξιοποίηση όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας και του εργατικού δυναμικού, έξω από την Ε.Ε και άλλες λυκοσυμμαχίες του κεφαλαίου.
Εμείς δεν διαχωρίζουμε το έργο της εκτροπής του Άνω ρου του Αχελώου, σε ενεργειακό, αρδευτικό, υδρευτικό, περιβαλλοντικό, αλλά το βλέπουμε σαν ενιαίο έργο που θα συμβάλει σε όλους αυτούς τους τομείς στο πλαίσιο του άλλου δρόμου ανάπτυξης υπέρ του λαού που παλεύουμε.
Δεν μπορεί να χρησιμοποιείται η διεκδίκηση ολοκλήρωσης και λειτουργίας του υδροηλεκτρικού έργου της Μεσοχώρας (που στο πλαίσιο της απελευθέρωσης και της ιδιωτικοποίησης της ενέργειας πιθανό να το ορέγονται επιχειρηματικοί όμιλοι), ως άλλοθι για την εγκατάλειψη της ολοκλήρωσης του συνολικού έργου της εκτροπής του Άνω ρου του Αχελώου και των συνοδών έργων του, όπως επιχειρείται συγκαλυμμένα από την κυβέρνηση της Ν.Δ, την περιφέρεια Θεσσαλίας και ανοιχτά από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η χρόνια αντιπαράθεση μεταξύ αστικών πολιτικών δυνάμεων, «φαραωνικά μεγάλα έργα σαν την εκτροπή του Άνω ρου του Αχελώου ή μικρά φράγματα» είναι κούφια, αφού ούτε η εκτροπή του Αχελώου γίνεται, ούτε τα μικρότερα φράγματα, εδώ και δεκαετίες και από κυβερνήσεις Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι κοροϊδία προς του κατοίκους της Θεσσαλίας, να λέγεται ότι το τεράστιο υδατικό έλλειμμα της Θεσσαλίας, θα καλυφθεί από μικροέργα τα οποία είναι αναγκαία μεν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν τη λύση, για την άρδευση, την ύδρευση, την προστασία του περιβάλλοντος, για την αποτροπή ερημοποίησης της Θεσσαλίας.
Το ΚΚΕ, υποστηρίζει, αυτό που και επιστημονικά έχει απαντηθεί και αναλυθεί εδώ και δεκαετίες, ότι για την αντιμετώπιση του υδατικού ελλείμματος της Θεσσαλίας, απαιτούνται και η εκτροπή του άνω ρου του Αχελώου, με τα συνοδά έργα του και μια σειρά άλλα μικρότερα φράγματα, λιμνοδεξαμενές, κλπ.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ανισομερή κατανομή των βροχοπτώσεων και απορροών που υπάρχει μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ελλάδας και το σημαντικό πλεόνασμα που παρουσιάζει το επιφανειακό υδατικό δυναμικό της Αιτωλοακαρνανίας, ακόμα και μετά την εκτροπή 600 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων νερού προς τη Θεσσαλία, χωρίς να υπολογίσουμε τα υπόγεια ύδατα της περιοχής.
Με σαφήνεια έχουν προσδιορισθεί τα πολλαπλά οφέλη από την ολοκλήρωση και συνδυασμένη ενεργοποίηση ενός συνόλου τεχνικών έργων υλοποίησης και αξιοποίησης της μερικής εκτροπής νερού του Αχελώου προς τη Θεσσαλία.
Αναφερόμαστε ενδεικτικά στα φράγματα και στους υδροηλεκτρικούς σταθμούς της Μεσοχώρας και της Συκιάς, στη σήραγγα εκτροπής και στα συνωδά αναρρυθμιστικά έργα τα οποία σε συνδυασμό με τα περιβαλλοντικά έργα ανασύστασης και διατήρησης της λίμνης Κάρλας και Σμοκόβου μπορούν να συμβάλλουν αποφασιστικά ώστε:
- Να αντιμετωπιστεί το οξύ πρόβλημα της υποβάθμισης της ποσότητας και ποιότητας των υπόγειων υδροφορέων της Θεσσαλίας
- Να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της υποβάθμισης των εδαφών σε ορισμένες περιοχές της.
- Να αναβαθμισθεί η ποιότητα και να εξασφαλισθεί η αναγκαία ποσότητα νερών στον ποταμό Πηνειό ώστε να προστατευθούν οι οικολογικές λειτουργίες του και η αξιόλογη φυσική περιοχή των εκβολών του (Δέλτα Πηνειού).
- Να εξασφαλισθεί η ύδρευση των πόλεων και χωριών της Θεσσαλίας.
- Να εξασφαλισθεί και να αυξηθεί η άρδευση των ανεπαρκώς σήμερα αρδευομένων εκτάσεων της Θεσσαλίας.
- Να μειωθεί η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας με την αξιοποίηση του ανεκμετάλλευτου υδροδυναμικού καθώς και την πολλαπλή κοινωνική ωφέλεια των μεγάλων υδροηλεκτρικών έργων που διαφυλάσσουν πολύτιμους υδατικούς πόρους στα φράγματά τους, στην χειμερινή περίοδο, για να τους διαθέσουν κατά τη θερινή.
Πρόκειται για έργα που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην αξιοποίηση των εγχώριων παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας, στην κάλυψη σύγχρονων διατροφικών αναγκών, στην προστασία του περιβάλλοντος, στη μείωση του εμπορικού ελλείμματος της χώρας σε αγροτικά προϊόντα.
Θα μπορούσαν, να συμβάλλουν σε συνδυασμό με τη βελτίωση του υπάρχοντος αρδευτικού δικτύου και την αξιοποίηση τεχνικών εξοικονόμησης νερού στην εξάλειψη του προβλήματος της πλημμελούς άρδευσης των αροτριαίων καλλιεργειών οι οποίες τροφοδοτούν εγχώριες βιομηχανίες (π.χ. εκκοκκιστήρια, εργοστάσια τροφίμων, μονάδες επεξεργασίας ζάχαρης, σιτηρών, κλπ).
Ποιο είναι το πραγματικό εμπόδιο για την ολοκλήρωση των έργων εκτροπής του Άνω ρου του Αχελώου και συνολικά στην κάλυψη των οξυμένων λαϊκών αναγκών σχετικά με το νερό στη Θεσσαλία και γενικότερα;
Είναι οι στρατηγικές επιλογές της αστικής τάξης και της ΕΕ, που υπηρετούν όλες οι αστικές κυβερνήσεις, όπως και η σημερινή. Πρόκειται για τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, όπου το νερό, η ενέργεια, τα τρόφιμα, η γη, αποτελούν εμπορεύματα.
Στο επίκεντρο της αστικής πολιτικής βρίσκονται οι οδηγίες και κατευθύνσεις της Ε.Ε για το νερό, την «απελευθέρωση» της ηλεκτρικής ενέργειας, για την ΚΑΠ.
Η κοινοτική οδηγία-πλαίσιο για τα νερά του 2000, με την οποία εναρμονίστηκε η ελληνική νομοθεσία απ’ το 2003, θέτει σε προτεραιότητα την εξοικονόμηση της ζήτησης νερού σε αντιπαράθεση με τη αύξηση της προσφοράς σε κάθε υδατικό διαμέρισμα.
Έτσι δεν εστιάζει ούτε στα τεχνικά έργα και τις πολιτικές εμπλουτισμού των υπόγειων και επίγειων υδροφορέων ούτε στην αναγκαιότητα προστασίας των δασών που συμβάλλουν καθοριστικά στον εμπλουτισμό των υδροφορέων. Αντιπαραθέτει τεχνητά την προτεραιότητα της χρήσης του νερού για ύδρευση, με τις χρήσεις του νερού σε κλάδους της παραγωγής, όπως των τροφίμων και της ενέργειας, δηλαδή κλάδους εξίσου απαραίτητους για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών. Σ’ αυτό το πλαίσιο εισάγει τη λεγόμενη αειφόρο διαχείριση των υδατικών πόρων, την ανάκτηση του κόστους για τις υπηρεσίες νερού, την προστασία των υδάτινων οικοσυστημάτων και των εξαρτώμενων χερσαίων.
Με τον μανδύα της προστασίας του περιβάλλοντος και της καλής κατάστασης των υδατικών σωμάτων, επιβλήθηκε και η αύξηση της τιμής του νερού, ιδίως στον αγροτικό τομέα.
Η επίκληση της προστασίας του περιβάλλοντος είναι υποκριτική, αφού υπάρχουν τεχνολογίες και τεχνικές λύσεις που επιτρέπουν την εξοικονόμηση της κατανάλωσης νερού χωρίς αλλαγή της τιμολογιακής πολιτικής και επιβάρυνσης των λαικών οικογενειών.
Ενδεικτικά αναφέρουμε την τεχνική δυνατότητα ανακύκλωσης του χρησιμοποιημένου νερού με διαχωρισμό των χρήσεών του, τα συστήματα ελαχιστοποίησης της κατανάλωσης νερού για οικιακή χρήση, τα συστήματα περισυλλογής βρόχινου νερού, την αλλαγή μεθόδων άρδευσης, την επιδιόρθωση και συντήρηση του δικτύου διανομής, τα δασονομικά και τα φυτοτεχνικά έργα, τις δασώσεις και τις αναδασώσεις.
Όμως η αύξηση της τιμής του νερού συμβαδίζει με τα σχέδια των μονοπωλίων σ’ ολόκληρη την Ε.Ε για ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης (ΔΕΥΑ). Ιδιωτικοποίηση που θα οδηγήσει σε νέες αυξήσεις των τιμολογίων λαϊκής κατανάλωσης, επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων στον κλάδο και αξιοποίηση του νερού για την κερδοφορία των μονοπωλίων.
Αυτές οι ιδιωτικοποιήσεις βρίσκονται στις προτεραιότητες και της σημερινής κυβέρνησης της Ν.Δ, όπως και προηγούμενα των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και εξειδικεύονται στο πλαίσιο των μνημονίων.
Η εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας 2000/60 για το νερό που οδηγεί στην ελαχιστοποίηση της μεταφοράς νερού προς τη Θεσσαλία, αποτελεί επίσης το όχημα για την εφαρμογή της ΚΑΠ, η οποία στοχεύει στη συγκέντρωση κεφαλαίου και γης στον αγροτικό τομέα.
Ορατές είναι οι αρνητικές συνέπειες για το λαό και απ’ την προώθηση της ευρωενωσιακής πολιτικής «απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας». Εκτός απ’ τις αυξήσεις των τιμών για τη λαϊκή οικογένεια και την κατεδάφιση των εργασιακών σχέσεων στον κλάδο, πρέπει να συνυπολογίσουμε την επιβράδυνση στην ανάπτυξη μεγάλων υδροηλεκτρικών σταθμών. Οι επιχειρηματικοί όμιλοι προτιμούν και στην Θεσσαλία και γενικότερα, τα μεγάλα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα και τους μικρούς υδροηλεκτρικούς σταθμούς που έχουν μεγαλύτερο κέρδος, κατεύθυνση που στηρίζουν πολύμορφα τόσο οι κυβερνήσεις (σήμερα της Ν.Δ, χθες του ΣΥΡΙΖΑ), όσο και η περιφερειακή αρχή Θεσσαλίας και δημοτικές αρχές της περιοχής μας. Ενώ στην ατζέντα επιχειρηματικών συμφερόντων βρίσκεται η ιδιωτικοποίηση σημαντικών δημόσιων υποδομών, όπως της Λίμνης Πλαστήρα και του φράγματος Σμοκόβου για τη λειτουργία υδροηλεκτρικού σταθμού.
Το ΚΚΕ και η Λαϊκή Συσπείρωση, αγωνίζονται για να γίνουν όλα τα έργα εκτροπής του Άνω ρου του Αχελώου, όλα τα μικρότερα φράγματα και έργα για άρδευση, ύδρευση, προστασίας από πλημμύρες και γενικότερα του περιβάλλοντος. Ωστόσο μέσα στο πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και των δεσμεύσεων της Ε.Ε, από μόνη η κατασκευή τους, δεν μπορεί να διασφαλίσει μια φιλολαϊκή διαχείριση του νερού, ούτε την ουσιαστική ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.
Η διαχείριση του νερού προς όφελος του λαού προϋποθέτει ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, με κοινωνικοποιημένα τα μέσα παραγωγής, κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας και εργατικό έλεγχο. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο ένας Ενιαίος Κρατικός Φορέας Διαχείρισης του νερού, θα μπορεί να κατοχυρώνει το νερό ως κοινωνικό αγαθό. Θα μπορεί να διασφαλίζει τη συνδυασμένη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, αφού θα έχει ξεριζωθεί ο ανταγωνισμός των χρήσεων και της αξιοποίησης του νερού με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος και θα αξιοποιηθεί το τεράστιο πλεονέκτημα του κεντρικού σχεδιασμού της κοινωνικοποιημένης παραγωγής.