Ανακοίνωση του τμήματος Παιδείας της οργάνωσης Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ.
Τις τελευταίες μέρες ενώ τα θεσμικά όργανα της Πολιτικής Προστασίας συνεδριάζουν εκτάκτως για την αντιμετώπιση του τρίτου κύματος των μεταλλάξεων του COVID-19, η πολιτική εμμονή της κυβέρνησης άνοιξε τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης χωρίς τα στοιχειώδη μέτρα προφύλαξης εκθέτοντας εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς στους κινδύνους της πανδημίας.
Καθώς τα σχολεία, σταδιακά και μετ’ εμποδίων, επανέρχονται στη «συνήθη» λειτουργία τους, η αγωνία και οι ευχές όλων μας είναι να λειτουργήσουν, τουλάχιστον αυτή τη φορά, με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα. Από τις ευχές ως την πράξη όμως η απόσταση είναι μεγάλη. Και για να καλυφθεί, απαιτούνται πολιτική βούληση και συγκεκριμένα μέτρα. Και αυτά δεν υπάρχουν.
Δυστυχώς, έχουμε φτάσει στο σημείο να ευχόμαστε να ξανανοίξουν τα σχολεία όπως έκλεισαν, καθώς τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Τα σχολεία ανοίγουν με πολύ πιο δυσμενείς όρους απ’ ό,τι ίσχυε τον περασμένο Σεπτέμβριο. Και εξηγούμαστε: Ενώ όλα δείχνουν ότι η πανδημία επιδεινώνεται και το επόμενο διάστημα θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο, κανένα ουσιαστικό μέτρο δεν έχει ληφθεί για τη διασφάλιση της υγείας στην εκπαιδευτική κοινότητα.
- Καμιά φροντίδα για την επικαιροποίηση του υγειονομικού πρωτοκόλλου, για πρόσθετα μέτρα λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών και των επικίνδυνων μεταλλάξεων του ιού ή της κόπωσης μικρών και μεγάλων από τον πολύμηνο εγκλεισμό.
- Καμιά πρόνοια για επιπλέον υγειονομικά μέτρα (καθαρισμός σχολείων, δωρεάν μάσκες για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς), πέρα από τη δυνατότητα για κάποια γρήγορα τεστ, που κι αυτά δεν επαρκούν.
- Κανένας σχεδιασμός για κατά προτεραιότητα, άμεσο εμβολιασμό των εκπαιδευτικών, όπως άλλωστε συνιστούν και οι αρμόδιοι διεθνείς οργανισμοί Και αυτή η εξοργιστική αδιαφορία εκδηλώνεται όταν είναι γνωστό σε όλους ότι τα σχολικά κτίρια είναι ακατάλληλα ή ότι οι εκπαιδευτικοί αποτελούν ένα γηρασμένο ηλικιακά σώμα που σε μεγάλο ποσοστό εντάσσεται στις ευπαθείς ομάδες.
Ταυτόχρονα η κυβέρνηση αδιαφορεί παντελώς και για την εκπαιδευτική διάσταση της λειτουργίας των σχολείων. Ενώ είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι η εκπαίδευση ουσιαστικά υπολειτουργεί από την περασμένη άνοιξη, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σοβαρά μαθησιακά κενά και να διευρύνονται οι εκπαιδευτικές ανισότητες, για την κυβέρνηση των “αρίστων” πέρα βρέχει.
- Καμιά έρευνα για να διαπιστωθούν τα κενά και να επανασχεδιαστούν τα προγράμματα σπουδών με βάση τα πορίσματά της.
- Καμιά σκέψη για έκτακτα προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας και αντισταθμιστικής εκπαίδευσης για τα παιδιά που συνάντησαν αυτή την εξαιρετικά προβληματική περίοδο μεγάλες δυσκολίες.
Αντίθετα, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας συνεχίζει αδίστακτη την καταστροφική εκπαιδευτική πολιτική της, εκμεταλλευόμενη στυγνά τη συγκυρία της πανδημίας. Με τη θεσμοθέτηση μιας σειράς αντιεκπαιδευτικών ρυθμίσεων (όπως η αύξηση των μαθητών ανά τμήμα στην πρωτοβάθμια, η καθιέρωση τράπεζας θεμάτων στο λύκειο και η θεσμοθέτηση πρόωρης μεταγυμνασιακής κατάρτισης), αλλά και αντιδημοκρατικών παρεμβάσεων (όπως η αλλοίωση εκπροσώπησης των εκπαιδευτικών στα υπηρεσιακά συμβούλια, η κατάργηση πανεπιστημιακού ασύλου κ.ά.) αποδεικνύεται ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την πανδημία ως ευκαιρία για την επιβολή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της, ελπίζοντας σε λιγότερες αντιδράσεις από το εκπαιδευτικό κίνημα.
Αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής είναι η θεσμοθέτηση, με το νομοσχέδιο που ήδη κατέθεσε για ψήφιση στη Βουλή, μιας πρωτοφανούς σε ένταση αστυνόμευσης της εκπαιδευτικής λειτουργίας σε όλες τις βαθμίδες (αστυνομία στα πανεπιστήμια, πειθαρχικά μέτρα για φοιτητές, θεσμοθέτηση ακόμη και φυλάκισης για κινητοποιήσεις σε όλη την εκπαίδευση) και η δραστική μείωση των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος των υποψηφίων να εξαναγκαστούν να στραφούν στα ιδιωτικά κολέγια.
Τελικός στόχος αυτής της πολιτικής είναι ένα αστυνομοκρατούμενο, αυταρχικό εκπαιδευτικό σύστημα υποταγμένο στην “αγορά”, ένα σχολείο της νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης, των μορφωτικών προνομίων και των εκπαιδευτικών ανισοτήτων.
Θα θυμίσουμε όμως στην κυβέρνηση ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η εκπαίδευση πλήττεται βάναυσα από έναν αντιεκπαιδευτικό Αρμαγεδδώνα. Και άλλοτε επιχειρήθηκε να περάσουν τέτοια μέτρα και μάλιστα με πολύ μεγαλύτερη κοινοβουλευτική συναίνεση, αλλά κατέληξαν στα αζήτητα της ιστορίας.
Ο λόγος πλέον στο εκπαιδευτικό κίνημα.