Επιμέλεια – φωτογραφία : Δημήτρης Καστανάρας // paidis.com
Δέκα περίπου χλμ. από την Αγιά, σε μικρή απόσταση από τον καινούργιο δρόμο, που οδηγεί στον Αγιόκαμπο, βρίσκεται η παλιά Μονή των Αγίων Αναργύρων με τα δυο ασκηταριά της και τον οχυρωματικό πύργο.
Η μονή αυτή είναι ένα από τα μοναστήρια του Όρους των Κελλίων, όπως ονομάστηκε η περιοχή που περιλαμβάνει το Μαυροβούνι και τις ανατολικές υπώρειες του Κισσάβου, όπου από τον 10ο αι. είχε δημιουργηθεί μία σημαντική μοναχική κοινότητα με μεγάλο αριθμό ελεύθερων ασκητών που ζούσαν εδώ. Από το μικρό αυτό μοναστήρι, σήμερα, διατηρείται η εκκλησία που αποτελούσε το καθολικό της παλιάς μονής και είναι μονόχωρη ξυλόστεγη Βασιλική με σπαράγματα τοιχογραφιών του 17ου αιώνα, την περίοδο που έγινε και η ανακαίνισή της. Η τελευταία ανακαίνιση ήταν το 1995.
Η μονή είναι κτισμένη σε ένα πανέμορφο τοπίο, σε ένα ξέφωτο δίπλα σε ένα ρυάκι, που κυλά τα νερά του σε μια στενή χαράδρα, ανάμεσα από πανύψηλα πλατάνια.
Ως έτος ίδρυσης της αναφέρεται το 1588. Διατηρείται επίσης και ένας διώροφος οχυρωματικός πύργος με χαμηλό θόλο, που στέκει επιβλητικός σε ένα σημείο του περιβόλου ο οποίος κατασκευάστηκε το 1588, τη χρονιά που οικοδομήθηκε η μονή (πιθανόν στη θέση παλιότερου μοναστηριού).
Απέναντι από το ποταμάκι μέσα στα κοιλώματα ψηλού βράχου, σώζονται τα δύο ασκηταριά της Μονής από το 12ο αι. με αγιογραφίες πάνω στον βράχο.
Ο επισκέπτης μπορεί φτάσει και να δει από κοντά τα ασκηταριά, ανεβαίνοντας την πέτρινη και λαξευμένη στο βράχο σκαλωσιά.
Το κυρίως ασκηταριό
Μια υποτυπώδης κλίμακα, αλλού κτιστή και αλλού λαξεμένη στο βράχο, ξεκινά από την όχθη του ρυακιού και ανεβαίνοντας σχεδόν κατακόρυφα, οδηγεί σε μια εξέδρα του βράχου, που στα ανατολικά της ανοίγεται μια αρκετά ευρύχωρη αίθουσα σπηλαίου. Στο βορειοδυτικό τμήμα της αίθουσας αυτής, το οποίο έχει και το μεγαλύτερο ύψος είναι κτισμένο το ασκηταριό ενώ το υπόλοιπο χρησίμευε ως οστεοφυλάκιο.
Το ασκηταριό αποτελείται από τρία συνεχόμενα μονοθάλαμα ναΰδρια και ανήκει στην Τρίτη κατηγορία, δηλαδή τα ίδια τα τοιχώματα του βράχου και κατακόρυφοι κτιστοί τοίχοι διαμορφώνουν μέσα στο σπήλαιο το κτίσμα.
Ένας τοίχος, ο οποίος βρίσκεται λίγο πίσω από το άνοιγμα του σπηλαίου, έτσι ώστε να εξοικονομείται αρκετός υπαίθριος χώρος μπροστά από το ασκηταριό, φράσσει σχεδόν ολόκληρη την είσοδό του και αποτελεί τον κοινό δυτικό τοίχο των ναϋδρίων. Ο τοίχος αυτός έχει τρεις εισόδους, μία για κάθε ναΐσκο και στα πλάγια της κεντρικής φέρει δύο τυφλά αψιδώματα, που ζωογονούν τη μόνη ορατή –τη δυτική – όψη του κτίσματος. Στα τυφλά αυτά αψιδώματα και στις υπόλοιπες εξωτερικές επιφάνειες διατηρούνται τμήματα τοιχογραφιών, που δείχνουν ότι τα ναΰδρια είχαν εξωτερική τοιχογράφηση.
Το θολωτό ναΰδριο
Βρίσκεται κάπως ψηλότερα και νοτιότερα από το κυρίως ασκηταριό. Είναι κτισμένο ως ανεξάρτητος ναΐσκος μέσα σε φυσική κοιλότητα και μόνο ο βόρειος και ανατολικός κάθετος τοίχος εφάπτονται στο βράχο.
Το ασκηταριό αποτελείται από δύο τμήματα. Ο πρώτος χώρος στην κάτοψη έχει σχήμα ορθογώνιο ακανόνιστο. Στην ανωδομή σχηματίζονται τέσσερα ρηχά τόξα που ανακρατούν το χαμηλό θόλο και δίνουν στο κτίσμα τη μορφή συνεπτυγμένου σταυρικού ναού. Δυτικά φέρει τοξωτή είσοδο και ανατολικά απολήγει σε μικρή κόγχη που διαμορφώνεται μέσα στο πάχος του τοίχου.
Το δεύτερο τμήμα είναι ένας στενόμακρος καμαροσκέπαστος χώρος που προσκολλάται στη βόρεια πλευρά και χρησίμευε για ταφές. Η τοιχοδομία σε ολόκληρο το κτίσμα είναι από αργολιθοδομή εκτός από τα τόξα και το θόλο, όπου χρησιμοποιούνται πλακοειδείς λίθοι και πωρόλιθοι. Εξωτερικά η δυτική όψη είναι καλοκτισμένη, ενώ η νότια πλευρά και η στέγη είναι αδιαμόρφωτες. Στο εσωτερικό υπήρχαν τοιχογραφίες, αλλά σήμερα σώζονται μόνο ελάχιστα ίχνη.
Ησυχαστήρια
Είναι μικρές φυσικές κοιλότητες που βρίσκονται στους γύρω βράχους και αποτελούν τα ησυχαστήρια των αναχωρητών. Σε δύο μάλιστα περιπτώσεις οι κοιλότητες αυτές έχουν στην είσοδό τους τοιχία από αργολιθοδομή, που τεκμηριώνουν τη χρήση τους.