Άρθρο της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του Παραρτήματος Λάρισας του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου
Τα τηλεοπτικά reality πρωτοεμφανίστηκαν στην Ελλάδα το 2001 με το «Big Brother», το οποίο σημείωσε τότε μεγάλη επιτυχία. Τα επόμενα χρόνια, διάφορα reality παρουσιάστηκαν στην τηλεόραση με μικρότερη αλλά πάντα σημαντική απήχηση.
Μεσολάβησε ένα κενό αρκετών ετών για να επανέλθουν στην ελληνική τηλεόραση τα τελευταία 4 χρόνια και να κυριαρχούν πλέον στην ακροαματικότητα. Κατά τις τελευταίες τηλεοπτικές σεζόν τεράστια επιτυχία σημειώνουν εκπομπές – show με θέμα την επιβίωση, την μαγειρική, το modeling, την μουσική και άλλα θέματα που πετυχαίνουν μια ευρεία αποδοχή στο κοινό. Έχει ενδιαφέρον το περιεχόμενο και τα μηνύματα που κυριαρχούν στα παιχνίδια αυτά, με δεδομένο το γεγονός της ευρύτατης προβολής σε αυτό που ονομάζεται «δυναμικό κοινό», όχι μόνο στην τηλεόραση, αλλά και στο διαδίκτυο.
Στις συγκεκριμένες εκπομπές συμμετέχουν εκατοντάδες εργαζόμενοι ή εκπαιδευόμενοι στους χώρους στους οποίους έχουν αναφορά τα τηλεπαιχνίδια (εστίαση, ευρύτερα ο χώρος του θεάματος – ακροάματος).
Εξαρχής μας γίνεται κατανοητό το εξής: Πρέπει να θέλεις να κερδίσεις, οφείλεις να είσαι αδίστακτος και να κάνεις χρήση όλων των μέσων που έχεις (των ικανοτήτων, του χαρακτήρα σου, της τακτικής σου) για να εκμηδενίσεις τον ανταγωνισμό, αλλιώς «δεν είσαι αυτό που ζητάμε». Προβάλλεται ως κανόνας ζωής η ρουφιανιά και η ίντριγκα, τα πρότυπα ομορφιάς και η εμπορευματοποίηση συναισθημάτων, προσωπικών επιλογών κλπ Αυτό πρέπει τακτικά να το δηλώνεις ευθαρσώς και απ’ ευθείας στο κοινό σε πρώτο πρόσωπο.
Οι απαιτήσεις σκληρού ανταγωνισμού επιτάσσονται και από τις συνθήκες ζωής που επιβάλλονται στους διαγωνιζόμενους, συνθήκες εγκλεισμού και απομόνωσης, αποξένωσης από αγαπημένα πρόσωπα, ακόμη και συνθήκες πείνας. Ο άνευ όρων ανταγωνισμός περνάει αναμενόμενα και στο κοινό των παιχνιδιών, με τη δημιουργία στρατοπέδων οπαδών του κάθε παίκτη που οδηγεί, όχι σπάνια, σε αντιπαραθέσεις στα social media.
Όταν οι παίκτες δεν είναι αρκετά ανταγωνιστικοί και «αιμοβόροι», τους γίνεται παρατήρηση από τους κάθε φορά κριτές, τους υπενθυμίζεται ότι «είσαι εδώ για τη νίκη» και ότι «μόνο ένας/μία θα κερδίσει» ή τους δίνεται η δυνατότητα να επιβάλουν μειονέκτημα ως «ποινή» σε κάποιον συμπαίκτη τους για να τον χαντακώσουν. Παράλληλα, γίνεται εκτεταμένη χρήση του μοντάζ για να παρουσιαστούν συγκεκριμένοι παίκτες ως «κακοί χαρακτήρες», όπως έχει γίνει γνωστό από πρώην παίκτες των παιχνιδιών αυτών. Η σκηνοθεσία και η μουσική επένδυση υπηρετούν το κλίμα αγωνίας και γίνεται επιλεκτική χρήση σκηνών από τον χώρο της απομόνωσης, όπου ζουν έγκλειστοι οι παίκτες. Μέσα από όλα αυτά, στο κοινό παρουσιάζεται μια εικόνα ανελέητης μάχης για το τρόπαιο, όπου τίποτα δεν μπορεί να μπει ανάμεσα στον παίκτη και στη θέλησή του για τη νίκη. Τυχόν παρέες/συμμαχίες που δημιουργούνται λαμβάνουν και αυτές πολεμικό χαρακτήρα εναντίον άλλων παρεών, ενώ πάντα γίνεται μνεία ότι αυτές οι παρέες «είναι προσωρινές». Δεν υπάρχει πουθενά χώρος για χαλάρωση και περιττή καλοσύνη.
Από αυτή τη σκοπιά δεν λείπει η νομιμοποίηση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας.
Η προώθησή της είναι πολύπλευρη και δουλεμένη. Έτσι, ακούμε ως τηλεθεατές ότι «στο χώρο δουλειάς δεν υπάρχει δημοκρατία», «ό,τι ζητηθεί από τον πελάτη πρέπει να γίνεται», «οφείλεις ως μοντέλο/μάγειρας/διασκεδαστής κλπ να ανταποκριθείς σε όλες τις συνθήκες». Οι παίκτες υποβάλλονται σε ακραίες δοκιμασίες, έως και εξευτελιστικές, πολλές φορές ακόμα και άσχετες με την πραγματική δουλειά τους, ώστε να γίνει απόλυτα σαφές σε αυτούς αλλά και στο κοινό ότι το οτιδήποτε μπορεί να ζητηθεί από τον εργαζόμενο στην εστίαση, στην μόδα, στον χώρο του θεάματος. Υπάρχει σχεδόν πάντα συνθήκη πίεσης χρόνου στις δοκιμασίες του παιχνιδιού. Εάν τυχόν κάποιος παίκτης παραπονεθεί ή δεν αντέξει, είναι προφανώς δικό του πρόβλημα γιατί «δεν το θέλει αρκετά». Βεβαίως, δεν γίνεται ποτέ η παραμικρή αναφορά σε εργασιακά δικαιώματα, ατομικά ή συλλογικά, ενώ οι παίκτες είναι κυριολεκτικά ψυχή τε και σώματι δοσμένοι στις ορέξεις της αγοράς και του εκάστοτε «κόνσεπτ». Πόσο ονειρικό αλήθεια σενάριο για την εργοδοσία, να έχει τους εργαζόμενους υπό καθεστώς απόλυτης προσήλωσης με την απειλή του φόβου ή της δημόσιας ταπείνωσης μπροστά σε συναδέλφους και σε κοινό;
Σημαντικά κοινωνικά ζητήματα μετατρέπονται σε διαφημιστικά τρικ
Τα reality τελευταίας γενιάς προβάλλουν κοινωνικά ζητήματα μέσω της συμμετοχής παικτών που ανήκουν π.χ. σε μειονότητες, είναι μετανάστες, έχουν ομοφυλόφιλο σεξουαλικό προσανατολισμό ή ιδιαίτερη καταγωγή. Η παρουσίασή τους γίνεται σαν να είναι καρικατούρες, ενώ οι προσωπικές τους ιστορίες λειτουργούν ως άλλοθι πολυσυλλεκτικότητας και ως διαφημιστικό τρικ. Τα προβλήματα που αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν στη ζωή τους παρουσιάζονται σαν να είναι δεδομένα, ενώ η μόνη διέξοδος από αυτά είναι ο ατομικός δρόμος, «η σκληρή δουλειά», που βεβαίως περνάει μέσα από την απόλυτη πειθάρχηση στους κανόνες του τηλεπαιχνιδιού. Τα πραγματικά κοινωνικά ζητήματα αποκλεισμού ή βίαιης συμπεριφοράς εναντίον αυτών των ατόμων αντιμετωπίζονται βολικά και επιφανειακά, δεν υπάρχει ο παραμικρός προβληματισμός για τις οικονομικές και κοινωνικές αιτίες πίσω από αυτά. Υπάρχει ένα χαρακτηριστικό και σχετικά πρόσφατο παράδειγμα σε τηλεοπτικό reality. Ένας πρόσφυγας παίκτης δεν μπορούσε να ταξιδέψει για τις ανάγκες γυρισμάτων εκτός Ελλάδας, λόγω των περιορισμένων δικαιωμάτων που προβλέπει το Δίκαιο της ΕΕ για τη βίζα του. Η παραγωγή του παιχνιδιού, αν και είχε επενδύσει στην προσωπική του ιστορία, προσπέρασε το ζήτημα, βάζοντας, προσωρινά, έναν άλλο παίκτη στη θέση του. Παρόμοιες λύσεις δόθηκαν και σε σεξιστικές – βίαιες συμπεριφορές παιχτών στο παρελθόν.
Προφανώς οι προσωπικές ιστορίες δεν λειτουργούν παρά μόνο ως εκβίαση συναισθημάτων συμπόνοιας στον τηλεθεατή, χωρίς φυσικά να θίγεται σε καμία περίπτωση το πώς κοινωνικά ζητήματα σαν αυτό μπορούν να αντιμετωπιστούν. Οι χορηγοί-μεγάλοι όμιλοι του κάθε φορά κλάδου αναφοράς του τηλεπαιχνιδιού βρίσκουν το κατάλληλο πεδίο για κακόγουστες σκηνοθετημένες διαφημίσεις στις οποίες πρωταγωνιστούν οι ίδιοι οι παίκτες. Στήνεται ένας χορός εκατομμυρίων με παρέμβαση των χορηγών στο περιεχόμενο και στις στοχεύσεις του εκάστοτε τηλεπαιχνιδιού.
Την στιγμή που η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων σε διάφορους κλάδους, των μικρών επαγγελματιών, των νέων στενάζουν σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, πανδημίας και γενικότερης υποχώρησης του βιοτικού επιπέδου, η παρέμβαση μεγάλων ομίλων μέσω και των ΜΜΕ που κατέχουν, μεγαλώνει. Αυτοί ελέγχουν «τι παίζει», συκοφαντούν αγώνες, διαστρεβλώνουν διεκδικήσεις, καλλιεργούν την ατομική λύση και την αποθέωση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας.
Η παρέμβαση που επιχειρείται μέσω των reality δεν πρέπει, μέσα στην σκληρή καθημερινότητα, να διαφεύγει της προσοχής, καθώς αυτά τυχαίνουν μεγάλης προώθησης και απήχησης στον κόσμο. Κάποιοι τα κατηγορούν ως «τηλεοπτικά σκουπίδια», όμως η κριτική εναντίον τους δεν πρέπει να εξαντλείται σε κριτική ποιότητας. Γιατί τελικά αυτά τα προγράμματα πετυχαίνουν το σκοπό τους: 1) Προσφέρουν μια αξιοσημείωτη αποφόρτιση από τα ζητήματα της καθημερινότητας με προσεκτικές δόσεις αδρεναλίνης, αγωνίας και συναισθήματος, όλα αυτά δεμένα με το πανταχού παρόν δόγμα «ο θάνατός σου η ζωή μου». 2) Συνδυάζονται με αντίστοιχα ρεύματα της λεγόμενης «ποπ κουλτούρας» στην μουσική, τον κινηματογράφο, συνολικά την τέχνη, τα οποία προωθούν τα ίδια ιδανικά.
Όσοι από εμάς έχουμε διαλέξει τον δρόμο του συλλογικού αγώνα, καλλιτέχνες και μη, προτάσσουμε τον πολιτισμό της πρωτότυπης δημιουργίας, της αλληλεγγύης, της συλλογικότητας, των κοινωνικών ανατροπών.
Επιδιώκουμε με κάθε τρόπο να συμβάλουμε στην καλλιέργεια του λαού μας με την πλούσια λογοτεχνία, την μουσική, τα εικαστικά, τον κινηματογράφο κλπ Χωρίς ελιτισμό και χωρίς να λέμε πως δεν είναι καθοριστική πλευρά της κοινωνικής ζωής η ψυχαγωγία (πως θα μπορούσε άλλωστε…), δεν υιοθετούμε τον πολιτισμό της αποχαύνωσης και της εκτόνωσης. Είμαστε και εμείς ως μουσικοί κομμάτι των δημιουργών του σύγχρονου πολιτισμού στη χώρα και αξίζει κατά τη γνώμη μας να θέτουμε προβληματισμούς για τις αξίες του «πολιτιστικού προϊόντος» που παράγεται και καταναλώνεται από το κοινό.
Στις εποχές που ζούμε, αυτές των «ευκαιριών» σε μια «ζωή τηλεοπτικό-reality» και όχι των συγκροτημένων δικαιωμάτων στην μόρφωση, τον πολιτισμό, την δουλειά, τη ζωή, εμείς διαλέγουμε την μοναδική διέξοδο από την ανασφάλεια και την παρακμή. Είναι η συλλογική διεκδίκηση για όσα έχουμε ανάγκη τον 21ο αιώνα… είναι και αυτό τέχνη!