Αρθρο του βουλευτή Λάρισας του ΚΚΕ και αντιπροέδρου της Βουλής
Κλείνουν φέτος 48 χρόνια από τον ηρωικό ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου. Τα συνθήματα «”Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία” , “Έξω οι ΗΠΑ- Έξω το ΝΑΤΟ” κοντά μισόν αιώνα από τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου παραμένουν επίκαιρα.
Και αυτό γιατί παρά την επιστημονική – τεχνική ανάπτυξη που μεσολάβησε, η ικανοποίηση όλων των σύγχρονων αναγκών σκοντάφτει στο ποια τάξη έχει στα χέρια της την οργάνωση της παραγωγής, συνολικότερα της οικονομίας και της κοινωνίας
Ο ηρωικός φοιτητικός και εργατικός – λαϊκός ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία». Υπήρξε το αποκορύφωμα της αντιδικτατορικής πάλης λαού και νεολαίας, που ξεκίνησε με αργούς ρυθμούς και δυσκολίες και δυνάμωσε από το 1972 και μετά. Τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ και της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας αφιέρωσαν όλες τις δυνάμεις τους στην οργάνωση του αντιδικτατορικού αγώνα.
Η ιδιαίτερη σημασία του Πολυτεχνείου έγκειται στο ότι ο φοιτητικός ξεσηκωμός συγκέντρωσε άμεσα την ενεργητική αλληλεγγύη χιλιάδων εργατοϋπαλλήλων και άλλων λαϊκών δυνάμεων.
Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 δεν υπήρξε το έργο κάποιων «αφρόνων αξιωματικών», όπως επιχείρησε έκτοτε να το παρουσιάσει μερίδα του αστικού πολιτικού κόσμου, προκειμένου να αποκρύψει το πραγματικό περιεχόμενό του και να «εξαγνιστεί» των ευθυνών της. Δεν υπήρξε αποτέλεσμα του «κράτους της δεξιάς» ή της παραβίασης της καπιταλιστικής νομιμότητας, όπως αναφέρει για τους ίδιους λόγους άλλη μερίδα του αστικού πολιτικού κόσμου.
Η στρατιωτική δικτατορία υπήρξε μία από τις πολλές μορφές της εξουσίας του κεφαλαίου, που επιλέγεται ανάλογα με τις εκάστοτε προτεραιότητες και τις ανάγκες της αστικής τάξης σε σχέση με τον εγχώριο και διεθνή συσχετισμό και πάντα με στόχο τη θωράκιση και διαιώνιση της εξουσίας της.
Η ιστορική πείρα όλου του 20ού αιώνα από τις στρατιωτικές και μη δικτατορίες και από τον φασισμό – ναζισμό φανερώνει ότι πίσω από τις «δημοκρατικές» εξαγγελίες της καπιταλιστικής εξουσίας βρίσκεται πάντα η αστική βία και καταστολή.
Οι ρίζες της δικτατορίας των συνταγματαρχών βρίσκονται στην τότε ανάγκη αναμόρφωσης δομών και μηχανισμών του αστικού κράτους, κυρίως στη σχέση παλατιού – κυβέρνησης στον έλεγχο του Στρατού. Επίσης, στην ανάγκη αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, που παρουσίαζε σημάδια κόπωσης, στην ικανότητά του για χειραγώγηση και ενσωμάτωση των εργατικών – λαϊκών μαζών.
Στις μέρες μας, ο αντικομμουνισμός οξύνεται και πάλι, με κάθε τρόπο και μέσο: Από το βήμα της Βουλής, μέσα από τις στήλες του αστικού Τύπου, με την εγκληματική δράση νεοναζιστικών συμμοριών, με την ανιστόρητη εξίσωση κομμουνισμού – φασισμού. Ο αντικομμουνισμός, το μίσος για το ΚΚΕ, το εργατικό κίνημα, τους λαϊκούς αγώνες, δεν αφορούν στενά τους κομμουνιστές.
Η πείρα, τόσο από τη δικτατορία του 1967-1974, όσο και διαχρονικά από την εγχώρια και διεθνή ιστορία, καταδεικνύει πως ο αντικομμουνισμός πήγαινε πάντοτε χέρι-χέρι με τη συνολικότερη επίθεση στις ελευθερίες, τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του εργαζόμενου λαού.
Η απριλιανή δικτατορία, συνεχίζοντας την πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων, ενέπλεξε περισσότερο τη χώρα στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς της εποχής, επιθυμώντας την αναβάθμιση του ρόλου της ελληνικής αστικής τάξης στην Ανατολική Μεσόγειο. Το γεγονός αυτό της εξασφάλισε τόσο τη στήριξη των ΗΠΑ, όσο και τις οικονομικές σχέσεις με τις χώρες της καπιταλιστικής Ευρώπης. Ωστόσο, οι κατοπινές εξελίξεις, ειδικότερα η τραγωδία της Κύπρου, απέδειξαν τους κινδύνους που εγκυμονούν για τους λαούς οι αστικοί σχεδιασμοί.
Γι’ αυτό οι επιγραφές στις πύλες του Πολυτεχνείου «Έξω οι ΗΠΑ» και «Έξω το ΝΑΤΟ», που έγιναν συνθήματα καταδίκης του ιμπεριαλισμού, παραμένουν επίκαιρες στις σημερινές συνθήκες, παρά τις αλλαγές στη διάταξη καπιταλιστικών κρατών και συμμαχιών. Το αστικό ελληνικό κράτος (σήμερα με κυβέρνηση της ΝΔ, πριν του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα παλιότερα του ΠΑΣΟΚ) επιδιώκει πάντα τη γεωστρατηγική αναβάθμισή του σε ανταγωνισμό με τη σύμμαχο στο ΝΑΤΟ Τουρκία. Σε αυτή την κατεύθυνση πραγματοποίησε νέες συμφωνίες ενίσχυσης της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ με νέες βάσεις, σύναψε «στρατηγική εταιρική σχέση» με τη Γαλλία, υπέγραψε συμφωνίες με την Αίγυπτο και το Ισραήλ.
Η ύπαρξη στρατιωτικών βάσεων, θαλάσσιων και εναέριων υπερόπλων, όπως στη Λάρισα στο Στεφανοβίκειο το Βόλο συνιστά μαγνήτη της επιθετικότητας των αντίπαλων ιμπεριαλιστικών ενώσεων. Ο πακτωλός χρημάτων που δίνεται στο ΝΑΤΟ και στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς δεν θωρακίζει την άμυνα της χώρας, την ασφάλεια και την ειρήνη των λαών της περιοχής.
Ο φετινός εορτασμός του ξεσηκωμού του Πολυτεχνείου μπορεί να αποτελέσει έναν ακόμα κρίκο στην εργατική – λαϊκή πάλη για μόρφωση και εργασία με ανθρώπινες συνθήκες, μέτρα προστασίας της υγείας και της ζωής του λαού, ελεύθερο χρόνο, εισόδημα για αξιοπρεπή ζωή, για την απόρριψη κάθε αντεργατικού – αντιλαϊκού νόμου, για την καταδίκη κάθε αστικού κόμματος, που, με το μαστίγιο ή το καρότο, στερεί από τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους από τον πλούτο που παράγουν.
Ο αγώνας των εργαζομένων στο Λιμάνι του Πειραιά, η επιτυχημένη απεργία των διανομέων της «e-food» και άλλες απεργιακές κινητοποιήσεις. Μπορούν να αποτελέσουν τα ρυάκια του εργατικού – λαϊκού ποταμιού που θα πλήξει τα θεμέλια της ταξικής εκμετάλλευσης. Παράλληλα, το εργατικό – λαϊκό κίνημα πρέπει να δυναμώσει τον αγώνα για να κλείσουν όλες οι βάσεις, να αποδεσμευτεί η χώρα από τις ενώσεις και τις συμμαχίες του κεφαλαίου. Κανένας φαντάρος έξω από τα σύνορα – καμιά συμμετοχή στις σχεδιαζόμενες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις.
Αποτελεί χρέος στη διεθνιστική αλληλεγγύη, προϋπόθεση του αγώνα για την ανατροπή του συστήματος που γεννάει τον πόλεμο, τη φτώχεια, την εκμετάλλευση.
Ό,τι κέρδισε διαχρονικά ο εργαζόμενος λαός, το κέρδισε ακολουθώντας το δρόμο του αγώνα, κόντρα στις καπιταλιστικές κυβερνήσεις και την εργοδοσία. Η ιστορία της ταξικής πάλης στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο δείχνει ότι όσο υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, τίποτα δεν χαρίζεται από την εκάστοτε άρχουσα εκμεταλλεύτρια τάξη. Κατακτιέται με αγώνες ενάντια στους εκμεταλλευτές, την οικονομική κυριαρχία και την πολιτική εξουσία τους.
Το ΚΚΕ επιδιώκει το επόμενο διάστημα να τονωθεί η συλλογική συζήτηση.
Γιατί, όπως έχει αποδείξει η Ιστορία, «μόνο ο λαός μπορεί να σώσει τον λαό», βαδίζοντας αποφασιστικά στον δρόμο της ανατροπής, μέχρι να πάρει ο ίδιος στα χέρια του το τιμόνι της εξουσίας.