Κάλεσμα μαζικής συμμετοχής στην απεργία και στην απεργιακή συγκέντρωση στην κεντρική πλατεία από τη διοίκηση του ΕΚΛ
Την Δευτέρα 4 Απρίλη στις 11:00 π.μ αντιπροσωπεία της Διοίκηση του ΕΚΝΛ και αντιπρόσωποι από Σωματεία του παραχώρησαν Συνέντευξη Τύπου με αφορμή την Πανελλαδική – Πανεργατική απεργία που έχει κηρυχτεί για τις 6 Απρίλη. Στην ομιλία του ο Πρόεδρος της Διοίκησης του ΕΚΝΛ ανέφερε:
«Απευθύνουμε κάλεσμα στους εργαζόμενους της πόλης μας, σε όλους όσους λένε ΦΤΑΝΕΙ ΩΣ ΕΔΩ, ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΑΛΛΟ!!! Όλα τα προηγούμενα χρόνια οι εργαζόμενοι, οι λαϊκές και εργατικές οικογένειες, πληρώσαμε την κρίση τους, μετά πληρώσαμε την πανδημία, τώρα μας καλούνε να κάνουμε υπομονή και να πληρώσουμε τα σπασμένα του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία, ο οποίος πραγματοποιείται για το πώς επειδή έχουν μεγαλώσει ακόμη περισσότερο οι ανταγωνισμοί των διάφορων «ισχυρών κρατών» και των συμμαχιών τους. Καλούμε για ακόμη μία φορά τον λαό της πόλης μας να μην διαλέξει στρατόπεδο ληστών και να μπει στην πρώτη γραμμή του αγώνα το αίτημα για ΚΑΜΙΑ ΕΜΠΛΟΚΗ – ΚΑΜΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ με οποιοδήποτε πρόσχημα και τρόπο στον βρώμικο πόλεμο.
Στις 6 Απρίλη να βρωντοφωνάξουμε ότι ΔΕΝ ΑΝΕΧΟΜΑΣΤΕ να ζούμε στην ανέχεια. ΔΕΝ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ να υπάρχουν πολλές λαϊκές – εργατικές οικογένειες που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο να καλύψουν βασικές τους ανάγκες. ΔΕΝ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ να υπάρχουν συνάδελφοι μας που ζούνε χωρίς θέρμανση με όλες αυτές τις αυξήσεις που έχουν φορτωθεί στις πλάτες μας τους τελευταίους μήνες. ΔΕΝ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ να μη μπορούμε να βάλουμε βενζίνη για να πάμε στις δουλειές μας. ΔΕΝ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ να πηγαίνουμε στο σούπερ μάρκετ και να μετράμε το τι θα πάρουμε.
Δεν αποδεχόμαστε άλλο να δουλεύουμε χωρίς Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, με μισθούς και μεροκάματα που δεν φτάνουν για να καλύψουμε ούτε τις βασικές μας ανάγκες και την ίδια ώρα το ύψος του κατώτερου μισθού που αμείβεται μεγάλο μέρος των εργαζομένων να βρίσκεται στα 663 ευρώ μεικτά, δηλαδή εκεί που βρισκόταν το 2007. Ήδη οι εργαζόμενοι μετρούν σχεδόν δύο χαμένους μισθούς τον χρόνο (με συντηρητικούς υπολογισμούς) και η κατάσταση μέρα με την μέρα χειροτερεύει.
Καλούμε τους εργαζόμενους της πόλης μας να μην πέσουν στη νέα παγίδα που προπαγανδίζει η κυβέρνηση για αυξήσεις στους μισθούς, αφού αυτός θα καθοριστεί από Υπουργική απόφαση με βάση «την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη» και όχι μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις εργαζομένων – εργοδοτών. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι την μία μέρα μπορεί να υπάρχει αύξηση και αμέσως μετά να υπάρχει εκ νέου μείωση, αν κριθεί απαραίτητο αφού τα όρια της οικονομίας δεν θα αντέχουν.
Καλούμε κάθε εργαζόμενο, κάθε νέο, άνεργο, βιοπαλαιστή ελεύθερο επαγγελματία να μην περιμένει ΚΑΝΕΝΑΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ ΣΩΤΗΡΑ για να προστατεύσει τις ζωές μας. σήμερα η απάντηση δεν έρχεται μέσα από την μία ή την άλλη κυβερνητική επιλογή, τους διάφορους «εργολάβους λύσεων» που κάθε φορά διαψεύδουν τις ελπίδες του λαού, φορτώνοντας καινούρια βάρη στην καμπούρα μας. Τώρα είναι η ώρα οι εργαζόμενοι μέσα από τα Σωματεία τους να πάρουμε την υπόθεση στα χέρια μας, να υπερασπιστούμε την ζωή και το εισόδημα μας. Η δύναμη μας βρίσκεται στην οργάνωση και στον αγώνα, στον δρόμο της διεκδίκησης και της ανατροπής.
Διεκδικούμε :
• Την επαναφορά της συλλογικής διαπραγμάτευσης της ΕΓΣΣΕ ως αφετηρία για την αύξηση του κατώτερου μισθού, διεκδικώντας 825€ κατώτερο μεικτό μισθό.
• Την επαναφορά κατακτήσεων όπως τις τριετίες, την αρχή ευνοϊκότερης σύμβασης, την κυριακάτικη αργία, την πληρωμή υπερωριών, του 13ου και 14ου μισθού στο δημόσιο κ.ά.
• Τη γενική μείωση του χρόνου εργασίας, με 7ωρο – 5νθήμερο – 35ωρο και σταθερή δουλειά με δικαιώματα.
• Κατάργηση του ΦΠΑ στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης.
• Κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και γενναία μείωση των δημοτικών τελών για τα εργατικά και λαϊκά νοικοκυριά.
• Μείωσης της τιμής του ρεύματος και του φυσικού αερίου κατά 50% και κατάργηση των φόρων στα καύσιμα και συνολικά στην ενέργεια.
• Διαγραφή χρεών, όχι στις κατασχέσεις και στους πλειστηριασμούς για τα εργατικά και λαϊκά νοικοκυριά.
• Προσλήψεις προσωπικού με σταθερή δουλειά και δικαιώματα στην υγεία, την πρόνοια, την εκπαίδευση, στην τοπική διοίκηση και στους τομείς πολιτικής προστασίας.