Ερώτηση του Μ. Χαρακόπουλου προς τους συναρμόδιους υπουργούς
«Σε ποιες ενέργειες προτίθεστε να προβείτε προκειμένου να λειτουργήσει άμεσα ο ρουφράκτης Γυρτώνης, ένα έργο που έχει κοστίσει περίπου 40 εκατομμύρια ευρώ για να συμβάλει στην άμβλυνση του υδατικού-αρδευτικού-περιβαλλοντικού προβλήματος του κάμπου της Λάρισας;». Το παραπάνω ερώτημα θέτει ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος στους υπουργούς Υποδομών και Μεταφορών κ. Κώστα Καραμανλή και Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Γιώργο Γεωργαντά.
Ο Θεσσαλός πολιτικός, μετά από συνεργασία που είχε με τον πρόεδρο του ΤΟΕΒ Πηνειού κ. Δημήτρη Τσιουρή, στην ερώτησή του υπογραμμίζει ότι «η πλήρης αξιοποίηση των υποδομών που χρησιμοποιούνται για την άρδευση στη Θεσσαλία είναι απόλυτα επιβεβλημένη, καθώς είναι γνωστά τόσο τα προβλήματα επάρκειας του αρδευτικού νερού τους θερινούς μήνες όσο και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της λειψυδρίας στον κάμπο. Υπό αυτό το πρίσμα, η μη λειτουργία του φράγματος (ρουφράκτη) Γυρτώνης στον Πηνειό ποταμό, που αποτελεί αιτία διαμαρτυριών τις τελευταίες ημέρες, θα πρέπει να διευθετηθεί άμεσα, ώστε να αποσοβηθούν οι πολλαπλές αρνητικές επιπτώσεις της έλλειψης αρδευτικού νερού.
Σύμφωνα με τις διαμαρτυρίες αγροτών άλλα και της διοίκησης του Τοπικού Οργανισμού Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) Πηνειού, οι εγκαταστάσεις του φράγματος είναι αφύλακτες, οι θύρες του παραμένουν ανοιχτές, τα πλεονάζοντα ύδατα του Πηνειού παραμένουν ανεκμετάλλευτα και κατά συνέπεια, το πολύτιμο νερό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άρδευση την επερχόμενη αρδευτική περίοδο, χάνεται στη θάλασσα. Από το νερό που μπορεί να συγκρατηθεί, αρδεύονται αγροτικές εκτάσεις τόσο ανάντη -σε Φαλάνη Δασοχώρι, Κουλούρι, Αμφιθέα κλπ- όσο και κατάντη του φράγματος -σε χωριά στον άξονα προς τη λίμνη Κάρλα, με άντληση νερού και παροχέτευσή του σε αρδευτικό δίκτυο που διαχειρίζεται ο ΤΟΕΒ Πηνειού.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αρμόδια Ειδική Υπηρεσία Δημοσίων Έργων (ΕΥΔΕ) Θεσσαλίας, που διαχειρίζονταν τη λειτουργία του φράγματος μέχρι τα τέλη του προηγούμενου έτους λόγω περάτωσης εργασιών, φέρεται να έχει ζητήσει από τον ΤΟΕΒ Πηνειού να αναλάβει τη διαχείριση και τη λειτουργία του έργου. Ωστόσο, η διοίκηση του ΤΟΕΒ επικαλούμενη την οικονομική δυσπραγία που έχουν δημιουργήσει στον Οργανισμό και τα μέλη του οι αυξήσεις στην ενέργεια το προηγούμενο διάστημα, αδυνατεί να ανταποκριθεί σε επιπλέον υποχρεώσεις χωρίς τη στήριξη της πολιτείας. Όπως διατείνεται, η λειτουργία του φράγματος είναι ιδιαίτερα κοστοβόρα, αν συνυπολογιστούν τα κόστη για την συντήρηση των εγκαταστάσεων, την ενέργεια, τη φύλαξη και την επιδιόρθωση των φθορών στα αντλιοστάσια, που συνέβησαν όσο καιρό το φράγμα έμεινε αφύλακτο.
Συνεπώς, ο Οργανισμός για να καλύψει το κόστος λειτουργίας του φράγματος θα καταστεί αυτόματα, με την έναρξη της αρδευτικής περιόδου, ζημιογόνος, θέτοντας σε επισφάλεια τη βιωσιμότητά του. Προς τούτο, ζητά την αρωγή της πολιτείας ώστε είτε να χρηματοδοτηθεί άμεσα προκειμένου να μπορέσει να αναλάβει τη διαχείριση και λειτουργία του φράγματος και να ανταπεξέλθει στα υπέρογκα πρώιμα έξοδα είτε να βρεθεί κάποια άλλη λύση, ώστε να λειτουργήσει έγκαιρα το φράγμα και να αποθηκεύσει τις απαιτούμενες ποσότητες νερού».
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος καταλήγει επισημαίνοντας ότι «ο πολλαπλός ρόλος του ρουφράκτη Γυρτώνης επιβάλει άμεσες ενέργειες ώστε να διευθετηθεί το ζήτημα της ανάληψης της λειτουργίας του από φορέα και να επιτελέσει τον σκοπό κατασκευής του».