Η ΑΡ.ΠΑ. ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΡΟΤΙΚΟ – ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ, ΤΗ ΝΕΑ ΚΑΠ ΚΑΙ ΤΙΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

Δείτε τί αναφέρει η ανακοίνωση της Αριστερής Παρέμβασης στη Θεσσαλία – Ανταρσία για την Ανατροπή

Ποια είναι η γενεσιουργός αιτία των εξοντωτικών προβλημάτων της φτωχής αγροτιάς; Για όσους θέλουν να υπεκφύγουν κάθε ευθύνης ο κακός καιρός και τα «ακραία» καιρικά φαινόμενα. Για όσους θέλουν να θρέψουν τις μεγάλες τεχνικές εταιρίες, να στρώσουν το χαλί της ήδη ερχόμενης αναδιάρθρωσης των εκμεταλλεύσεων και να βάλουν χέρι στα δημόσια κοινωνικά αγαθά, ο Αχελώος που δεν εκτρέπεται.

Και για όσους θέλουν να φορτώσουν τα βάρη σε μια πιο βαθιά στροφή στην εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, τα «ακριβά» μεροκάματα των εργατών γης. Αν όμως διασχίσει κανείς το Θεσσαλικό κάμπο από την ανατολή μέχρι της δύση θα έχει μια πρώτη εικόνα για την βαθιά ταξική διάρθρωση της παραγωγής στον κάμπο ή αλλιώς για την πορεία της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στην αγροτική παραγωγή.

Σε γενικές γραμμές οι μεγάλες επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα, η εισαγωγή νέων καλλιεργειών, με μεγάλο επενδυτικό και καλλιεργητικό κόστος και αντίστοιχα οφέλη προφανώς (πχ φιστίκια, καρύδια κτλ), ακόμα και η «σπορά» φωτοβολταικών, έχουν τη μερίδα του λέοντος στην κεντρική και ανατολική Θεσσαλία (κάμπος Λάρισας και Μαγνησίας), με τη δυτική και ιδιαίτερα το νομό Καρδίτσας να βρίσκεται πολύ πιο πίσω (εδώ άρχισε η συγκέντρωση εκτάσεων-τσιφλίκια). Αν και ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι γεωγραφικά απόλυτος (πχ οι αγρότες του Πηλίου λόγο και του μικρού κλήρου ανήκουν στις κατώτερες βαθμίδες της ταξικής διάρθρωσης του χώρου) γίνεται κατανοητό πως διαμορφώνονται 2 τουλάχιστον μορφές παραγωγών στον πρωτογενή τομέα. Οι βιοπαλαιστές του χώρου και οι σύγχρονοι τσιφλικάδες του κάμπου. Όλες οι κυβερνητικές πολιτικές διεύρυναν τα προνόμια των πρώτων και επιχείρησαν να εξαφανίζουν τους δεύτερους. (ιδιαίτερο ρόλο στη βίαια μετατόπιση έπαιξαν οι φορολογικοί νόμοι του Σύριζα)

Η ΚΑΠ και οι αναδιαρθρώσεις της, καθώς και οι κατευθύνσεις της ΕΕ για την αγροτική παραγωγή αποτέλεσαν και αποτελούν από τη μια το δείκτη εμπέδωσης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στην ύπαιθρο, και από την άλλη το κατευθυντήριο βέλος για τη σταδιακή κλιμάκωση τους. Αν οι προηγούμενες ΚΑΠ συνέβαλαν τα μέγιστα στο πέταμα μερικών χιλιάδων ανθρώπων από το χώρο της παραγωγής (στην Ελλάδα από 27% του πληθυσμού που ήταν αγρότες το 1991 σήμερα έχει φτάσει κάτω από 11% ), τη συγκέντρωση της γης και των εκμεταλλεύσεων σε χέρια όλο και λιγότερων και στο «ξεκαθάρισμα» των καλλιεργειών στη βάση των οικονομικών προτεραιοτήτων της ανταγωνιστικότητας των ηγεμονικών δυνάμεων της «κοινής αγοράς», η σημερινή αναθεώρηση της ΚΑΠ 2023-2027 επενδύει στον ανώτερο μετασχηματισμό του αγρότη σε επιχειρηματία, την περεταίρω ταξικοποίηση-ελιτοποίηση της διατροφής- αγοράς και πώλησης τροφίμων και την πώληση νέων «έξυπνων» τεχνολογιών που προωθούνται από τα σκιώδη διευθυντήρια της Κομισιόν.

Η νέα ΚΑΠ μειώνει καταρχάς από 01/01/2023 σε ποσοστό περίπου της τάξης του 40% τις επιδοτήσεις που έπαιρναν μέχρι πέρυσι οι αγρότες. Από 14εκ την περίοδο 2007-2013, σε 13εκ το 2014-2020 για να φτάσουμε σήμερα στα 9,5εκ. Το ποσό της μείωσης κατανέμεται δε στα λεγόμενα «νέα υποσχήματα» με στόχο το λεγόμενο «πρασίνισμα » της αγροτικής παραγωγής. Η ΕΕ κάνει αυτό που κάνει όλα αυτά τα χρόνια τόσο στην αγροτική παραγωγή όσο και σε όλους τους κλάδους. Χρησιμοποιεί οικονομικά εργαλεία που έχουν διαμορφωθεί με κλοπή εισοδήματος με διάφορους τρόπους και μέσα από τους λαούς που δυναστεύει, για να τα εμφανίσει ως «επιδοτήσεις» που στόχο δεν έχουν τη βελτίωση του εισοδήματος των κατώτερων κοινωνικών ομάδων, αλλά την επιβολή των σχεδιασμών της και την ενίσχυση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.

Η νέα ΚΑΠ υπακούει και προωθεί το περιβόητο «Green deal» της ΕΕ. Μέσω αυτής της διαδικασίας η ΕΕ επισφραγίζει την διατροφική κατηγοριοποίηση 2 επιπέδων. Τα «πράσινα», «βιολογικά» για την κοινωνική ελίτ ή όποιον μπορεί να πληρώνει και τα υποβαθμισμένα διαφόρων κατηγοριών και εισαγωγών προϊόντα για την κοινωνική πλειοψηφία. Τι σημαίνει αυτό; Η κοινωνική πλειοψηφία στην Ελλάδα, ελαιοπαραγωγό χώρα, μπορεί να καταναλώνει λάδι από τη Β. Αφρική (καθ ότι φθηνότερο) και το ακριβότερο ελληνικό θα προορίζεται για ένα χρυσοφόρο παζάρι σε όποια αγορά μπορεί να πληρώσει, εις βάρος τελικά τόσο τον μικρών παραγωγών που δεν μπορούν να ενταχτούν στις ράγες τις ανταγωνιστικότητας, όσο και της κοινωνικής πλειοψηφίας που πληρώνει καθημερινά ακριβά αυτόν τον ανταγωνισμό. Συνολικά σε αυτή τη διαδικασία ο ελληνικός καπιταλισμός διεκδικεί μεγάλη μερίδα, καθώς ο στόχος για τα επόμενα χρόνια είναι να φτάσει η παραγωγή βιολογικών προϊόντων στο 34% της συνολικής παραγωγής. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου πως η περιφερειακή αρχή Θεσσαλίας είναι απόλυτα συνταγμένη με την γραμμή της εξαγωγιμότητας, που αντικειμενικά διαμορφώνει υψηλές τιμές προϊόντων για την κοινωνική πλειοψηφία και επιβάλει μια τυποποιητική – πιστοποιητική διαδικασία που τελικά πιέζει προς τα κάτω τους μικρούς παραγωγούς που δυσκολεύονται να ακολουθήσουν.

Μη μας ξεγελάν οι έννοιες «πρασίνισμα» και «βιολογικά». Δεν αφορούν τη βελτίωση της ποιότητας ζωής της κοινωνικής πλειοψηφίας. Είναι μια αντανάκλαση της διαδικασίας που γίνεται με τις «πράσινες» ΑΠΕ. Είναι η αξιοποίηση μιας υπαρκτής κοινωνικής ανάγκης από την πλευρά του καπιταλισμού για να την εμβαπτίσει με τις πιο βρόμικες μεθόδους παραγωγής και κοινωνικής επιβολής. Κάτω από το χαλί είναι κριμένη η προσπάθεια για ιδιωτικοποίηση – συγκεντροποίηση του νερού και όλων των φυσικών πόρων και των μέσων παραγωγής (έδαφος – υποδομές) .

Τέλος στον καμβά του σύγχρονου αγροτικού ή πληρέστερα διατροφικού ζητήματος πρέπει να βάλουμε το ζήτημα των αγροτικών εφοδίων, που τελούν υπό ένα σφετεριστικό πλαίσιο απόλυτου ελέγχου από μια χούφτα πολυεθνικές, που δεν διαμορφώνουν απλά μια εκκωφαντικά αισχροκερδή τιμολόγησή τους, αλλά τελικά διαμορφώνουν τις κυρίαρχες καλλιεργητικές τεχνικές, προτεραιότητες και πρακτικές.

Η εναντίωση σε αυτή την πολιτική που κάνει τη λαϊκή διατροφή είδος πολυτελείας, εισάγει νέες σκληρότερες σχέσεις εκμετάλλευσης στους εργαζόμενους του αγροτοδιατροφικού τομέα και πιέζει στα όρια της εξαφάνισης τους μικρούς και φτωχούς αγρότες προϋποθέτει μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση σε τρία επίπεδα. Στους πολιτικούς στόχους, στις κοινωνικές συμμαχίες και στη διαμόρφωση νέων υβριδίων ενός ανταγωνιστικού παραδείγματος που θα φιλοδοξεί να διαμορφώσει έναν άλλο δρόμο παραγωγής και κατανάλωσης. Το μόνο σίγουρο είναι πως αυτό το δρόμο δεν μπορούμε να το διαβούμε «όλοι μαζί» γιατί είναι ένας δρόμος σκληρών ταξικών αντιθέσεων.

Σε αυτή την κατεύθυνση παλεύουμε για την ανατροπή του πλαισίου της ΚΑΠ και της ΕΕ στον πρωτογενή τομέα. Παλεύουμε για να αποσπάσουμε την αγροτική παραγωγή από τα νύχια των πολυεθνικών και του κεφαλαίου. Μια αγροτική παραγωγή για τις ανάγκες της πλειοψηφίας και όχι για κέρδη και εξαγωγές. Με την καθιέρωση ενός νέου καλλιεργητικού χάρτη, με πρώτο και κύριο κριτήριο, την παραγωγή υγιών, φτηνών και σε επαρκείς ποσότητες προϊόντων για να τραφεί και να ζήσει ο λαός. Διεκδικούμε μια άλλη παραγωγή βασισμένη σε μορφές συλλογικής καλλιέργειας και όχι απλά συλλογικής διαπραγμάτευσης των τιμών των προϊόντων, μακριά από τις επιχειρηματικές μορφές και σχήματα που προωθούν οι κυβερνήσεις και η ΕΕ. Επιδιώκουμε την δημιουργία ανεξάρτητων συνεταιριστικών σχημάτων, που θα έχουν βασικό άξονα λειτουργίας την εξυπηρέτηση των παραγωγών και των αναγκών των εργαζομένων πέρα από κράτος και κέρδη εταιρειών. Υπερασπιζόμαστε τα ανεξάρτητα αυτοργανωμένα δίκτυα παραγωγής και κατανάλωσης, ως διαδικασία ραγίσματος της αλυσίδα του ελέγχου της παραγωγής και της κατανάλωσης από το μεγάλο αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα.

Παλεύουμε για τη συντριβή του μεσαιωνικού πλαισίου εργασίας των εργατών γης και της πλειοψηφίας των εργαζομένων στον αγροτοδιατροφικό τομέα και τη δημιουργία μορφών κοινής δράσης και αγώνα με τους μικρούς και φτωχούς αγρότες. Απαιτούμε την διαγραφή όλων των χρεών των φτωχών και μικρών αγροτών από τις τράπεζες και διεκδικούμε στήριξη στα μέσα παραγωγής έξω από τις επιταγές του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου μόνο βασισμένη στις ανάγκες των παραγωγών και των εργαζομένων.

Τελικά μόνο με μία παραγωγή που θα υποτάσσεται στην εξυπηρέτηση των λαϊκών αναγκών και όχι στη λογική της καπιταλιστικής κερδοφορίας, η καλλιέργεια της γης μπορεί να γίνεται και σε ισορροπία με το φυσικό περιβάλλον. Μόνο μια αντικαπιταλιστική προοπτική ανατροπής του υφιστάμενου πλαισίου παραγωγής της τροφής μας μπορεί να κάνει αξιοβίωτη τόσο για τη ζωή των φτωχών παραγωγών όσο και των εργαζομένων

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ