ΚΚΕ Μ-Λ: ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΚΑΤΕΓΡΑΨΑΝ ΤΟΝ ΒΑΡΥ ΑΡΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟ

«Καμιά υποταγή – Όχι στις «νέες» αυταπάτες και τους συμβιβασμούς! – Κοινή δράση και συντονισμός για μαζικούς αγώνες! – Για ζωή και δουλειά με δικαιώματα!» τονίζει η απόφαση του Π.Γ. του κόμματος

Τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών της 21ης του Μάη είναι πλέον γνωστά. Η ΝΔ είναι πρώτη και κυρίαρχη στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Αν και ήταν η κυβέρνηση της προηγούμενης άγριας τετραετίας, αύξησε τα ποσοστά της φτάνοντας στο 40,79%, αλλά και τον απόλυτο αριθμό των ψήφων της κατά περίπου 152.000 ψήφους. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε περίπου 600.000 ψήφους και έπεσε στο 20%. Το ΠΑΣΟΚ είχε αύξηση 213.000 ψήφων περίπου και έφτασε στο 11,46%.

Το ΚΚΕ πήρε 426.000 ψήφους περίπου (αύξηση κατά 126.000 ψήφους) και ποσοστό 7,23%. Το πέμπτο κόμμα που μπαίνει στο Κοινοβούλιο, η Ελληνική Λύση, με 262.000 ψήφους περίπου, αυξάνει κατά 51.000 τις ψήφους του και παίρνει 4,45%.

Τα άλλα ακροδεξιά-φασίζοντα κόμματα (εκτός του κόμματος Βελόπουλου) συγκεντρώνουν περίπου το 5% (περίπου 300.000 ψήφοι) με πρώτο το μόρφωμα «ΝΙΚΗ» που πλησίασε στο όριο εισόδου στη Βουλή (2,92% με 172.000 ψήφους).

Η «Πλεύση» της Κωνσταντοπούλου έφτασε (από 83.000 και 1,47%) στο 2,89% και τις 170.000 ψήφους. Το ΜΕΡΑ 25 στο 2,62% (από 3,44%) με 154.000 ψήφους και μείωση περίπου 40.000 ψήφων.

Τα αποτελέσματα αυτά καταγράφουν αναμφίβολα μια πολύ αρνητική και δεξιά κατάσταση και αξιοποιούνται ήδη με διάφορες «ερμηνείες» από πολλές πλευρές. Αξιοποιούνται έτσι ώστε να υπηρετηθούν οι σκοπιμότητες και οι στοχεύσεις που η κάθε πλευρά έχει ενόψει των εκλογών της 25ης Ιουνίου. Αλλά αξιοποιούνται και για να «χρεωθούν» οι ευθύνες στο λαό και να «βγουν από πάνω» οι πολιτικές δυνάμεις που έχουν τη βασική ευθύνη μιας πορείας πολλών χρόνων (στην πραγματικότητα δεκαετιών) που έφερε τα πράγματα ως εδώ. Είτε ως κυβερνητικές δυνάμεις, είτε ως δυνάμεις του συμβιβασμού-ρεφορμισμού που έπαιξαν το ρόλο του «εγγυητή αλλαγών» που θα… έρχονταν από κυβερνήσεις.

Τα αποτελέσματα αυτά χρειάζονται και έχουν οπωσδήποτε τη συγκεκριμένη ερμηνεία-προσέγγισή τους στις συγκεκριμένες συνθήκες που καταγράφηκαν.

Πριν καταθέσουμε τη δική μας προσέγγιση θα σημειώσουμε δύο –βασικές θεωρούμε– επισημάνσεις:

1. Τα αποτελέσματα αυτά δεν διαμορφώθηκαν στην κάλπη της 21/5, αλλά πριν από αυτή. Εκφράζουν έναν συγκεκριμένο ταξικό-πολιτικό συσχετισμό που είχε διαμορφωθεί στην πολιτική και ταξική πάλη των προηγούμενων χρόνων. Αυτό ισχύει σε κάθε εκλογική καταγραφή. Λαός και νεολαία προσέρχονται στην κάλπη με ό,τι έχουν κατακτήσει (πολιτικά και ιδεολογικά) από το πεδίο της ταξικής και πολιτικής πάλης. Η «στιγμή της ψήφου» δεν είναι η «στιγμή μηδέν», η στιγμή που με «ελεύθερη συνείδηση» ο λαός «αποφασίζει για το μέλλον του». Είναι μια «στιγμή» δεμένη με όλα όσα έζησε και αντιμετώπισε (ή δεν αντιμετώπισε) όλα τα προηγούμενα χρόνια. Με άλλα λόγια, στην κάλπη δεν παράγεται ένας «άλλος συσχετισμός» (του λαού απέναντι στο σύστημα και τις πολιτικές του δυνάμεις) από αυτόν που υπήρχε πριν τις εκλογές. Πόσο μάλλον που η καταιγίδα των πάσης φύσης εκβιασμών, η εξ ορισμού κυριαρχία των δυνάμεων του συστήματος στο πεδίο των εκλογών, αλλοιώνει στην κάλπη (υπέρ του συστήματος) τον όποιο συσχετισμό είχε διαμορφωθεί.

2. Στις σημερινές κοινωνικές και ταξικές συνθήκες, και κάτω από το δοσμένο βαρύ αρνητικό πολιτικό συσχετισμό, τα αποτελέσματα των εκλογών (πολύ περισσότερο από άλλες –πιο ήπιες– συνθήκες) δεν τα λένε όλα! Δεν υπάρχουν μέσα στα αποτελέσματα αλήθειες της πραγματικότητας που μπορούν να εκδηλωθούν στην ταξική-πολιτική πάλη στο αμέσως επόμενο διάστημα! Αυτό δεν το λέμε τώρα, το λέγαμε και πριν τις εκλογές όταν σημειώναμε ότι «η οργή δεν χωράει στην κάλπη». Ακριβώς γιατί αντιλαμβανόμασταν ότι δεν υπάρχουν οι πολιτικοί όροι για να καταγραφεί στις εκλογές ένα τμήμα –έστω– της μαζική οργής που βγήκε στην επιφάνεια με το έγκλημα στα Τέμπη. Οργή που είχε και έχει μεγάλο υπόβαθρο και θα τροφοδοτηθεί πολύ περισσότερο από τη νέα άγρια επίθεση που θα ακολουθήσει μετά τις εκλογές του Ιουνίου. Επισημαίνουμε λοιπόν ξανά: Το ταξικό χάσμα ανάμεσα στον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία, από τη μια, και τις πολιτικές και τις δυνάμεις του συστήματος, από την άλλη, δεν «γεφυρώνεται», δεν «καταργείται» από τα αποτελέσματα των εκλογών. Και επιπλέον, η πολιτική ισχύς του συστήματος έναντι του λαού (και λόγω των αποτελεσμάτων – να ένα παράδοξο!) δεν είναι ικανή να «τιθασεύσει», να αναιρέσει την εκδήλωση αυτής της οργής με όρους μαζικής αντίστασης, διεκδίκησης, αγώνα. Αυτό είναι το πραγματικό ζητούμενο και ως προς αυτό έχουν μεγάλη ευθύνη οι δυνάμεις που αναφέρονται στο λαό, στη νεολαία, στο κίνημα. Αλλά γι’ αυτό θα αναφερθούμε παρακάτω.

Τι καταγράφει και πώς προέκυψε το εκλογικό αποτέλεσμα

Δύο είναι τα βασικά στοιχεία του αποτελέσματος που προκαλούν ερωτηματικά, δυσφορία, έκπληξη: η ενίσχυση –ακόμα και σε απόλυτους αριθμούς– της ΝΔ και η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρούμε αυτά τα δύο στοιχεία αλληλένδετα. Το ένα δεν θα μπορούσε να συμβεί χωρίς το άλλο, και όχι κυρίως για αριθμητικούς, αλλά για πολιτικούς λόγους.

Η ΝΔ εκβίασε το λαό με την πραγματική γραμμή του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης. Πρόβαλλε ως μοναδική υπαρκτή επιλογή τη συνέχιση-κλιμάκωση των «μεταρρυθμίσεων» που απαιτούν τα ξένα και ντόπια αφεντικά. Δηλαδή, την ένταση της πολιτικής που γκρεμίζει εργασιακές και κοινωνικές κατακτήσεις των μαζών, που εντείνει τη φασιστικοποίηση με την κατάργηση δημοκρατικών δικαιωμάτων και μετατρέπει τη χώρα σε ένα «ελκυστικό» τοπίο για να γίνουν «επενδύσεις»-λεηλασία (σε ακίνητα, ενέργεια, τουρισμό) που θα «φέρνουν δουλειές». Παράλληλα, εγγυήθηκε με τον πιο κατηγορηματικό και απόλυτο τρόπο πως –τουλάχιστον στη δοσμένη φάση που η κρίση απειλεί με νέες εκδηλώσεις– δεν θα αποπειραθεί καμιά διαπραγμάτευση με τους «δανειστές» της χώρας (σαν αυτές που Σαμαράς και Τσίπρας είχαν παλιότερα επιχειρήσει) και άρα «δεν θα διαταραχθεί» η λειτουργία των τραπεζών και το ζήτημα του χρέους (που διαρκώς διογκώνεται) δεν θα προκαλέσει αναταράξεις.

Φόντο αυτής της γραμμής ήταν το «είμαστε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας», υπηρετούμε χωρίς όρια τις απαιτήσεις του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στον πόλεμο στην Ουκρανία. Δηλαδή, το μέγα ζήτημα του πολέμου, που δεν μπήκε καθόλου στην προεκλογική συζήτηση, τουλάχιστον από τη μεριά των βασικών κομμάτων του συστήματος. Επιπλέον, ο προεκλογικός λόγος της ΝΔ ανέδειξε το θέμα της «ασφάλειας», τόσο με την ένταση-ενίσχυση της αστυνομοκρατίας όσο και με την απώθηση-εξώθηση των προσφύγων και την «υπεράσπιση των συνόρων» στον Έβρο και στο Αιγαίο (τείχος κ.λπ.).

Αυτή η γραμμή της ΝΔ είχε, πρώτον, (και προφανώς) τη στήριξη των ξένων και ντόπιων κέντρων, η οποία εκφράστηκε ανοιχτά με δηλώσεις, παρεμβάσεις κ.λπ. Όμως, ταυτόχρονα, αυτή η γραμμή (και στις δοσμένες συνθήκες που η εργατική τάξη είναι αποσυγκροτημένη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα βρίσκονται στο περιθώριο των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων) βρήκε απήχηση και στήριξη από τη λεγόμενη «μεσαία τάξη». Για τα μικρά και μεσαία στρώματα η γραμμή αυτής της «κανονικότητας-ασφάλειας-σταθερότητας» φάνταζε ως η μόνη «ρεαλιστική» επιλογή μπροστά στο ερώτημα της κυβερνητικής λύσης που αντιμετώπιζαν στις εκλογές. Στρώματα που είναι ιδιαίτερα εκτεταμένα στην ελληνική κοινωνία και τα οποία είναι αυτά που δημιουργούν «πολιτικό κλίμα» σε ολόκληρο το λαό και τη νεολαία. Στη βάση αυτών των κοινωνικών και πολιτικών δεδομένων, το βουβό εκλογικό ρεύμα της «μεσαίας τάξης» υπέρ της ΝΔ πήρε μαζί του και φτωχά λαϊκά εργατικά στρώματα και τμήματα της νεολαίας (από αυτά που πήγαν στην κάλπη). Νεολαία που με νύχια και με δόντια κρατιέται από το σύστημα και από το ρεφορμισμό μακριά από την πολιτικοποίηση και τη διέξοδο των αγώνων, και δέχεται ισχυρούς εκβιασμούς για τις σπουδές της, τη δουλειά και τη ζωή της.

Συνοψίζοντας, η ΝΔ εκβίασε προεκλογικά το λαό με βασικό της όπλο την ασφυκτική κατάσταση που έχει δημιουργήσει η πολιτική του συστήματος και, βεβαίως, της δικιάς της κυβέρνησης! Ταυτόχρονα, αξιοποίησε, σε όλη την εξέλιξη της προεκλογικής περιόδου και στο μέγιστο βαθμό, την πλήρη απουσία εναλλακτικής κυβερνητικής λύσης, δηλαδή το αδιέξοδο του ΣΥΡΙΖΑ που ήταν και ο βασικός εκλογικός της αντίπαλος.

Σε κάθε περίπτωση, και για να μην υπάρχουν παρερμηνείες, να σημειώσουμε πώς όχι μόνο για τα φτωχά λαϊκά στρώματα και την εργατική τάξη (που οι υποσχέσεις της ΝΔ είναι ανοιχτά ενάντια στα στοιχειώδη συμφέροντά τους), αλλά και για τα μικρομεσαία τμήματα, οι «εγγυήσεις» (για τις τράπεζες, για το χρέος, για τις «επενδύσεις») της ΝΔ δεν αξίζουν δεκάρα τσακιστή! Στις εξελίξεις που έρχονται από την κρίση, τους ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστών και το φούντωμα του πολέμου, τα κόμματα του συστήματος και συνολικά η άρχουσα τάξη της χώρας είναι κομπάρσοι και όχι παράγοντες που μπορούν –έστω μερικά– να τις διαμορφώσουν!

Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια προεκλογική εκστρατεία που ήταν στη συνέχεια της πορείας του ως «αντιπολίτευση» τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Δεν ήθελε και δεν μπορούσε να αντιταχθεί σε κανένα βασικό σημείο της πολιτικής που εφάρμοζε και της πολιτικής που προεκλογικά εξήγγειλε η ΝΔ. Ζητούσε «πράσινο φως» για τις κυβερνητικές φιλοδοξίες του από τα ίδια ιμπεριαλιστικά αφεντικά (Μπλίνκεν, Σολτς) που ενέκριναν τη ΝΔ. «Διεύρυνε» τις δυνάμεις του με στελέχη της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και άλλους παράγοντες του συστήματος. Σχεδίαζε την «προοδευτική κυβέρνηση» με βασική –και οπωσδήποτε αναγκαία– συνιστώσα της το ΠΑΣΟΚ, ενώ στελέχη του δήλωναν ότι είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο της συνεργασίας και με την ακροδεξιά.

Ανέδειξε το ζήτημα των υποκλοπών ως ζήτημα «δημοκρατίας» εντός των δυνάμεων του συστήματος, ενώ ταυτόχρονα θεωρούσε φυσική τάξη πραγμάτων τη «νόμιμη παρακολούθηση» των 15.000 και βάλε αγωνιστών του κινήματος και της Αριστεράς, για την οποία δεν έλεγε λέξη. Με όλα αυτά και πολλά άλλα, η «πολιτική αλλαγή» ήταν κάτι χειρότερο από ένα «άδειο πουκάμισο». Ήταν η ίδια αντιλαϊκή-αντεργατική πολιτική με αυτή της ΝΔ, αλλά και μια ασάφεια και ένας κίνδυνος για τα μεσαία στρώματα, αφού στη θέση των «εγγυήσεων» που διατυμπάνιζε η ΝΔ υπήρχαν «ασάφειες» και «πειραματισμοί».

Με αυτά –και πολλά άλλα– δεδομένα, η εκλογική του κατάρρευση (ανεξάρτητα από το αν και πόσο είχε προ-εκτιμηθεί) είναι φυσιολογική! Το σοκ που προκαλεί η κατάρρευση αυτή αφορά σε δύο ζητήματα, ξεχωριστά μεταξύ τους, που ωστόσο κάπου «εφάπτονται».

Πρώτον, απασχολεί το ίδιο το σύστημα της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης που η γιγάντωση των αδιεξόδων του είναι τόση και τέτοια που κάνει πολύ δύσκολη την ύπαρξη μιας υποτιθέμενης «εναλλακτικής» στο επίσημο πολιτικό σκηνικό. Μιας «εναλλακτικής» κυβερνητικής εκδοχής που θα παρουσιάζεται σαν άξια της εμπιστοσύνης του λαού και σαν τέτοια θα συμβάλλει καθοριστικά στην… εύρυθμη λειτουργία της αντιλαϊκής πολιτικής του συστήματος. Μιας «εναλλακτικής» που θα αποτρέπει το ενδεχόμενο της απελευθέρωσης ενός δυναμικού προς την αναζήτηση πολιτικών και αγωνιστικών απαντήσεων έξω από τα πλαίσια του συστήματος.

Δεύτερον, το σοκ αφορά σε έναν πλατύ προοδευτικό κόσμο, όχι μόνο από τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και από δυνάμεις της Αριστεράς. Έναν κόσμο που εδώ και χρόνια διδάσκεται από την Αριστερά του συμβιβασμού και των κοινοβουλευτικών αυταπατών να μετρά το συσχετισμό από τη διάταξη των κοινοβουλευτικών δυνάμεων και όχι από τους αγώνες και τις εξελίξεις στο πεδίο της ταξικής πάλης. Ο κόσμος αυτός με το εκλογικό αποτέλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε –με βίαιο θα λέγαμε τρόπο– απέναντι σε μια πιο πραγματική εικόνα της κατάστασης, που ωστόσο υπήρχε και είχε διαμορφωθεί πριν καταγραφεί η εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κόσμος αυτός εκβιάζεται σήμερα από την ίδια την πραγματικότητα να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί ότι δεν υπάρχουν δυνάμεις εντός του συστήματος από τις οποίες λαός και νεολαία να προσδοκούν μια κάποια βελτίωση. Ο κόσμος αυτός καλείται από την ίδια την πραγματικότητα να πιστέψει στη δύναμη των μαζών, στην ανάγκη και στη δυνατότητά τους να οργανωθούν, να αγωνιστούν, να διεκδικήσουν τη ζωή τους και το μέλλον τους στηριγμένες στις δικές τους και μόνο δυνάμεις.

Το ΠΑΣΟΚ είναι δεδομένο πως τελεί υπό την επίμονη φροντίδα κέντρων του συστήματος. Γιατί αποτέλεσε για δεκαετίες βασικό πολιτικό πυλώνα του, με τεράστια προσφορά στα ξένα και ντόπια κέντρα. Γιατί έχει κληρονομήσει μια τεράστια εμπειρία από το έργο του αυτό. Εξάλλου, και με τα μονοψήφια κοινοβουλευτικά ποσοστά, όλα τα τελευταία χρόνια συνέχισε το έργο αυτό με δυνάμεις πολύ μεγαλύτερες από το ΣΥΡΙΖΑ στη λεγόμενη Τοπική Αυτοδιοίκηση, σε ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα, Επιμελητήρια κ.λπ. Επιπλέον, δεκάδες στελέχη του «μοιράστηκαν» στις κυβερνήσεις και στους κομματικούς μηχανισμούς και του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ. Παρ’ όλα αυτά, υπήρχε και υπάρχει το ζήτημα της ανασυγκρότησής του ως κόμμα που θα μπορεί να αναλάβει έως και κεντρικό ρόλο στο πολιτικό σκηνικό. Η ανάδειξη του «νέου και άφθαρτου» Ανδρουλάκη αποτέλεσε την πιο πρόσφατη σχετική προσπάθεια μετά από σειρά άλλων που δεν πέτυχαν. Στις εκλογές της 21ης του Μάη η προσπάθεια αυτή φάνηκε να κάνει ένα ακόμα βήμα προς το στόχο της ανάδειξής του σε βασικό πολιτικό πυλώνα. Το βήμα αυτό έγινε αξιοποιώντας τη συνολική δεξιά μετατόπιση που καταγράφηκε στις εκλογές αυτές και υπό τη συνηγορία του ΣΥΡΙΖΑ που ανέδειξε το ΠΑΣΟΚ σε συνιστώσα της «αλλαγής». Για το ΠΑΣΟΚ και τα κέντρα που το στηρίζουν το βήμα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία, αφού «συνέπεσε» (πολιτικά καθόλου τυχαία) με την εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ, και προφανώς θα επιδιωχθεί η συνέχιση του βήματος αυτού στις εκλογές της 25ης του Ιούνη.

Τα ακροδεξιά-φασίζοντα μορφώματα, που μαζί με το (ανάλογο) κόμμα του Βελόπουλου πλησιάζουν το 9,5%, είναι δυνάμεις που διαρκώς τροφοδοτούνται και παίρνουν αέρα από την πολιτική των κομμάτων του συστήματος. Δυνάμεις που τροφοδοτούνται από την κρίση, τις επίσημες αστικές εθνικιστικές, πατριδοκάπηλες πολιτικές, και βρίσκουν «κενό χώρο» χάρις στην υποταγή και την προσαρμογή που επικρατεί στις δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά. Στην τελευταία περίοδο, η πανδημία-καραντίνα, η συμφωνία των Πρεσπών, αλλά και ο πόλεμος στην Ουκρανία, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα των «κενών πεδίων» που βρήκαν τα μορφώματα αυτά για να αναπτυχθούν, πάντα ευνοημένα από τις πολιτικές του συστήματος.

Παρά τους εκλογικούς ανταγωνισμούς (σαν αυτούς που εκδηλώθηκαν με τις δικαστικές παρεμβάσεις για το «κόμμα Κασιδιάρη») αποτελούν μια χρήσιμη έως και αναγκαία εφεδρεία για το αστικό πολιτικό σύστημα. Τόσο ως το μακρύ (και δολοφονικό) χέρι του συστήματος ενάντια στο λαϊκό κίνημα και την Αριστερά, όσο και ως χώρος που συγκεντρώνει κομμάτια που δεν μπορούν να υπαχθούν στο σχετικά αποδυναμωμένο αστικό πολιτικό σύστημα. Στην τελευταία προεκλογική περίοδο το μόρφωμα «ΝΙΚΗ» αναδείχθηκε κυριολεκτικά καθ’ υπόδειξη κέντρων του συστήματος και στηριγμένο στη δικτύωση που του παρείχε η… πανταχού παρούσα Εκκλησία.

Το κόμμα του Βαρουφάκη στις εκλογές της 21ης του Μάη έχασε και αυτό, αφού το κυρίαρχο εκλογικό ρεύμα ήταν η ήττα των (αυτ)απατών και ο ρεαλισμός της «κανονικότητας», όπως το σύστημα την προσδιορίζει. Με δεδομένο αυτό το ρεύμα, δεν μπορούσαν να σταθούν και να φτάσουν ως τη Βουλή τα μυθολογικά ονόματα και βασικά τα μυθεύματα με τα οποία απευθύνεται το ΜΕΡΑ25 στα μικρά και μεσαία αστικά στρώματα. Το «δεν είναι καιρός για διαπραγματεύσεις με τα αφεντικά» της ΝΔ ήταν πολύ πιο ισχυρό από την καρικατούρα των διαπραγματεύσεων που προτείνει ο Βαρουφάκης. Αντί αυτού επιλέχθηκε, πριμοδοτήθηκε και πριμοδοτείται η «Πλεύση» της Κωνσταντοπούλου, που παρουσιάζει το πλεονέκτημα ενός «απολίτικου» λόγου, ενός λόγου δηλαδή που δεν δεσμεύεται σε τίποτε και άρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε όποια ανάγκη παραστεί στο επόμενο ταραγμένο διάστημα.

Το ΚΚΕ είχε μια αύξηση των ψήφων του κατά 126.000 που αντιστοιχεί στο 42% των ψήφων που είχε το 2019. Η αύξηση αυτή των ψήφων του ΚΚΕ στηρίχτηκε, βασικά, σε έναν παράγοντα: Στο ότι η ηγεσία του παρουσίασε προεκλογικά ότι το κόμμα αυτό βρίσκεται «έξω» και «απέναντι» από κάθε συζήτηση συνδιαμόρφωσης κυβερνητικής λύσης για λογαριασμό του συστήματος. Αυτό ήταν το ισχυρό προεκλογικό του ατού, που εκφράστηκε και με το κεντρικό του σύνθημα («μόνοι τους και όλοι μας») που καλούσε το λαό να το συνοδεύσει στη μοναχική του στάση στη Βουλή!

Βέβαια, αυτό το κεντρικό σύνθημα συνοδεύτηκε με ισχυρές δόσεις ενός ιδιότυπου κυβερνητισμού σύμφωνα με τον οποίο «το ΚΚΕ είναι έτοιμο να κυβερνήσει με βάση το επιστημονικά επεξεργασμένο πρόγραμμά του όταν το αποφασίσει ο λαός». Ένας κυβερνητισμός, δηλαδή, που έφτασε να εξαγγέλλει τον… σοσιαλισμό μέσω εκλογών, και ένα κόμμα «έτοιμο» να τον υλοποιήσει, ενώ δεν ήταν καθόλου έτοιμο και καθόλου πρόθυμο να αναλάβει ή να συμβάλει καθοριστικά σε αγώνες αντίστασης απέναντι στην καταιγίδα της επίθεσης που ζήσαμε τα προηγούμενα χρόνια.

Αυτή ακριβώς η πολιτική του στάση, έξω και ενάντια από τις απαιτήσεις της ταξικής πάλης, που το χαρακτήρισε όλα τα προηγούμενα χρόνια ήταν και το άνω όριο της εκλογικής ενίσχυσης που μπορούσε να πετύχει. Γιατί, βέβαια, στη δοσμένη εκλογική μάχη, με αύξηση της συμμετοχής κατά περίπου 230.000 ψηφοφόρους, με τον ΣΥΡΙΖΑ να χάνει 600.000 ψήφους και το ΚΚΕ να βρίσκεται σε πολύμηνη προεκλογική εκστρατεία, με ένα ισχυρό μηχανισμό και γενναιόδωρη προβολή από τα ΜΜΕ, η αύξηση των 126.000 ψήφων μπορεί να εκτιμηθεί και ως μέτρια.

Η ηγεσία του ΚΚΕ είχε επίγνωση αυτού του φραγμού που έβαζε η δικιά της πολιτική άρνησης/εναντίωσης στους αγώνες. Η πολιτική συγκυβέρνησης με τις παρατάξεις των κομμάτων του συστήματος που ακολούθησε σε όλα τα σωματεία, συνδικάτα, Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα, στη ΓΣΕΕ και στην ΑΔΕΔΥ. Γι’ αυτό συνόδεψε το «μόνοι τους και όλοι μας» με πληθώρα δεξιών θέσεων (για τους πρόσφυγες, για τα ελληνοτουρκικά), με ανάλογες επιλογές στα ψηφοδέλτιά του και με ένταση της life-style προβολής του Κουτσούμπα. Γι’ αυτό, επίσης, βασικό επιχείρημα για «την ανάγκη ενίσχυσης του ΚΚΕ» ήταν η βροχή τροπολογιών και προτάσεων νόμων που η κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΕ κατέθεσε στη Βουλή την προηγούμενη περίοδο!

Αλλά δεν πρόκειται μόνο για μια εκλογικίστικη αγωνία που επιδιώκει να μαζέψει από δεξιά και αριστερά ό,τι μπορεί, χωρίς ενδοιασμούς για το τι λέει και τι κάνει. Πρόκειται για μια δεξιά πολιτική γραμμή που κύριο μέλημά της είναι να σέβεται τα όρια που κάθε φορά το σύστημα βάζει. Γι’ αυτό η εκλογική του ενίσχυση δεν πρόκειται να «μεταφραστεί» θετικά στο κίνημα και στους αγώνες. Το αντίθετο θα συμβεί, με βάση τις ανάγκες της υπεράσπισης αυτής της ενίσχυσης και σύμφωνα με τους όρους της αστικής πολιτικής νομιμότητας. Εξάλλου, αυτό το είδαμε κιόλας να συμβαίνει όλη την προηγούμενη χρονιά στο χώρο των φοιτητών όπου η ΠΚΣ αναδείχτηκε πρώτη δύναμη.

Για το εκλογικό αποτέλεσμα του ΚΚΕ(μ-λ)

Το ΚΚΕ(μ-λ) κατέγραψε μια σημαντική –για τα μέτρα της Οργάνωσης– εκλογική ενίσχυση. Η ενίσχυση αυτή, των περίπου 5.000 ψήφων (7.760 το 2019, 12.773 στις 21 Μάη του 2023) πρέπει να μετρηθεί όχι μόνο στη βάση του προηγούμενου αποτελέσματος. Αλλά και στη βάση των όρων φίμωσης και αποκλεισμού που αντιμετώπισαν μέλη, στελέχη και φίλοι της Οργάνωσης σε όλη την προεκλογική περίοδο. Οι επιθέσεις στα περίπτερά μας, το κατέβασμα των υλικών μας, η «εξορία» του ελάχιστου τηλεοπτικού χρόνου στη μεταμεσονύχτια ζώνη, ήταν περισσότερα από κάθε προηγούμενη φορά. Η εκλογική μάχη δόθηκε λοιπόν με αποκλειστική στήριξη στις δικές μας δυνάμεις, με άρνηση όπως πάντα κάθε μορφής επιχορήγησης από το κράτος (όπως για τα σποτ των 25 δευτερολέπτων) και με πιο έντονο και από όλες τις πλευρές (κράτος, φασιστοειδή) το χτύπημα της προπαγάνδας μας.

Διαπιστώσαμε σε όλη την προεκλογική περίοδο πως το κεντρικό σύνθημα-θέση «ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΟΥΜΕ», μαζί με την κατεύθυνση για ΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ-ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ, επιδρούσε, «μιλούσε» στο λαό. Επιβεβαιώσαμε, με όλη μας την προεκλογική δράση και κίνηση, πως είναι πλατιά η οργή, η αποστροφή στους κυρίαρχους και μαζί με αυτά η αναζήτηση της αγωνιστικής διεξόδου. Γι’ αυτό και σε εργατικές-λαϊκές περιοχές των μεγάλων αστικών κέντρων (όπως στη Β Πειραιά, στον Β2 Δυτικό Τομέα Αθήνας, στην Α Θεσσαλονίκης) το εκλογικό μας ποσοστό είναι σημαντικά μεγαλύτερο από το πανελλαδικό ποσοστό.

Υπήρχε, ωστόσο, μια βάση πάνω στην οποία πάτησε η εκλογική μας μάχη. Αυτή δεν ήταν άλλη από την πάλη μας και τις πρωτοβουλίες που πήραμε στο κίνημα, στους αγώνες, σε όλα τα μέτωπα που αντιμετώπισε ο λαός και η νεολαία όλα τα προηγούμενα χρόνια. Αυτή η πάλη και αυτές οι πρωτοβουλίες, πάνω βέβαια σε μια συγκεκριμένη γραμμή (για την πανδημία-καραντίνα, για την τηλεκπαίδευση, για το νόμο Χατζηδάκη, για τους νόμους Κεραμέως, για τον πόλεμο στην Ουκρανία, για την ακρίβεια), δημιούργησε τα δικά μας δεδομένα μέσα σε χώρους, μέσα στο λαό και στη νεολαία. Δημιούργησε πραγματικές σχέσεις με εργαζόμενους και νέους, έδωσε απτά δεδομένα της αντίληψής μας, της πολιτικής μας κατεύθυνσης.

Έδωσε δεδομένα ότι «το ΚΚΕ(μ-λ) εννοεί αυτά που λέει», ότι «δεν λέει κουβέντες του αέρα», ότι δεν διστάζει να μπει στον κόπο και στο κόστος των αγώνων. Ότι δεν είναι π.χ. από αυτούς που εκ του ασφαλούς και εκ των υστέρων καταγγέλλουν τάχα το «θα λογαριαστούμε μετά» ενώ πρωτοστάτησαν στην εφαρμογή του, όπως το ΚΚΕ αλλά και οργανώσεις του εξωκοινοβουλίου! Ότι π.χ. το «νίκη στον αγώνα της Μαλαματίνα» δεν ήταν για το ΚΚΕ(μ-λ) μια φράση, αλλά ένας επίμονος αγώνας μελών και στελεχών του, που «έγιναν ένα» με τους απεργούς εργάτες και πάλεψαν επίμονα, πρακτικά και πολιτικά για να βγει η απεργία στην πόλη και να ξεπεράσει τα όρια μιας «διαμαρτυρίας» που αρχίζει για να καταγραφεί και να τελειώσει.

Με αυτά και πολλά περισσότερα, ένας ολόκληρος κόσμος είδε και αναγνώρισε πιο ουσιαστικά το «τι είναι» και τι παλεύει το ΚΚΕ(μ-λ). Αντιλήφθηκε, επίσης, πολύ καλά πως η κατεύθυνσή του και η πρότασή του για κοινή δράση και Συντονισμό Οργανώσεων και Συλλογικοτήτων, δεν είναι μια «προσθήκη» σε όλα τα άλλα, αλλά αποτελεί συστατικό στοιχείο της αντίληψής του. Αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της συνολικής κατεύθυνσής του για την ανάγκη Αντίστασης και Οργάνωσης των μαζών, για την ανάγκη συγκρότησης Μετώπου Αντίστασης και Διεκδίκησης.

Αυτή ήταν, λοιπόν, η βάση της σημαντικής ενίσχυσης πανελλαδικά, των πολύ καλών αποτελεσμάτων σε μια σειρά επαρχιακές πόλεις με σταθερή και σημαντική δικιά μας παρουσία. Η επίδραση αυτής της βάσης έφτασε και σε περιοχές με πολύ μικρές ή καθόλου δυνάμεις. Είναι σαφές για εμάς ότι στη συγκεκριμένη εκλογική μάχη, με τους ασφυκτικά άνισους όρους, και με την πολιτική κατεύθυνση που επικράτησε, δεν θα είχαμε το καλό εκλογικό αποτέλεσμα χωρίς αυτή τη βάση. Κάθε ψήφος που κερδήθηκε είχε «πίσω» της στοιχεία από τη δράση μας και τη γραμμή με την οποία παλέψαμε όλο το προηγούμενο διάστημα. Ακόμα και η πιο «πλατιά» ψήφος με αυτόν τον «αέρα» μπορεί –αν ξεπεράσει τους αποκλεισμούς και τους κάθε είδους εκβιασμούς– να φτάσει σε εμάς. Στις εκλογές τη μάχη αντιμετώπισης αυτών των εκβιασμών και αποκλεισμών δίνουμε! Και τη δίνουμε πολιτικά και αυτή τη μάχη, χωρίς κόλπα και ψευτιές, και χωρίς καθόλου… επικοινωνιακές συνταγές!

Αυτό το συμπέρασμα πρέπει να το δούμε συνολικά, στην πραγματική και θετική διάσταση του. Η βάση αυτή επιβεβαιώνει ποιος είναι ο δρόμος, όχι (απλώς) των εκλογικών επιτυχιών, αλλά των βασικών ζητούμενων. Ο δρόμος για την οικοδόμηση επαναστατικής κομμουνιστικής Οργάνωσης, ο δρόμος για την συγκρότηση μαζικής πάλης και εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος.

Οι δυσκολίες αυτού του δρόμου είναι πολλές και μεγάλες. Αλλά είναι η μόνη πραγματική επιλογή που υπηρετεί την εργατική τάξη, το λαό και τη νεολαία. Έξω από αυτό το δρόμο υπάρχει η «θεωρία» που λέει «φταίει ο λαός». Μια «θεωρία» που το… λιγότερο στο οποίο μπορεί να οδηγήσει είναι η παραίτηση από την μαζική πάλη, τη συλλογική στάση, τον αγώνα.

Η επόμενη μέρα

Το αποτέλεσμα των εκλογών έδωσε ήδη ένα πρώτο «σχήμα» στις εκτιμήσεις που καταθέσαμε στο λαό και στη νεολαία προεκλογικά. Η ΝΔ πήρε το σχεδόν βέβαιο προβάδισμα για να αποτελέσει την κυβερνητική δύναμη της άγριας επίθεσης. Μια επίθεση που θα ξεδιπλωθεί σε συνθήκες νέων κυμάτων της κρίσης, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να ανεβαίνει διαρκώς στην κλίμακα των χειρότερων κινδύνων για τους λαούς, με ανοιχτά κρίσιμα γεωπολιτικά ζητήματα στην περιοχή, όπου η χώρα μας αποτελεί υπηρέτη και προπύργιο των αμερικανονατοϊκών φονιάδων.

Όλα αυτά σημαίνουν ότι από την πλευρά του συστήματος δεν έχουν «όριο» τα κύματα της επίθεσης. Ότι μπροστά στο λαό μας, τους λαούς της περιοχής και όλου του κόσμου βρίσκονται οι πιο σοβαροί κίνδυνοι.

Όλα αυτά σημαίνουν ότι ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΟΥΜΕ και να παλέψουμε για ΚΟΙΝΟ ΜΕΤΩΠΟ ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΑΝΤΙΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ με όλους τους λαούς της περιοχής.

Οι εκλογές της 25ης του Ιούνη έρχονται για να αντιμετωπίσουν σημαντικές «εκκρεμότητες» και ανάγκες του πολιτικού συστήματος και για λογαριασμό του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης.
– Η ΝΔ επιδιώκει –μέσα από το προσωπείο των «χαμηλών τόνων»– να διευρύνει ακόμα περισσότερο τη νίκη της, να γίνει ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος που θα επιβάλλει από αυτή τη θέση «συνεργασίες» και «συγκλίσεις» στην αντιδραστική πολιτική της. Μια εκδοχή μόνο αυτής της κατεύθυνσης της είναι να ξεπεράσει ακόμα και τους 180 βουλευτές ενόψει και της συνταγματικής αναθεώρησης. Αλλά βέβαια υπάρχουν και άλλα (θα λέγαμε πιο «βαριά») ζητήματα (πόλεμος, ελληνοτουρκικά) για τα οποία χρειάζεται την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
– Ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιδιώξει όσο μπορεί να «επιστρέψει». Να μην γίνει δεκανίκι, αλλά να γίνει πολιτικός πυλώνας του συστήματος. Για αυτήν την επιδίωξη θα χρησιμοποιήσει την παλιά συνταγή του Αλαβάνου. Θα παρουσιαστεί στις εκλογές του Ιούνη ότι «είναι η Αριστερά που επιστρέφει από εκεί που εξορίστηκε. Από τους χώρους και τις έγνοιες των εργαζομένων και της νεολαίας». Για εμάς είναι σαφές ότι ο λαός μας δεν έχει κανένα λόγο να μπει σε ένα νέο κύκλο (αυτ)απατών. Οι συνθήκες και αυτά που άμεσα αντιμετωπίζει απαιτούν πραγματικές απαντήσεις.
– Το ΠΑΣΟΚ θεωρεί ότι είναι η ευκαιρία του να κάνει αποφασιστικό βήμα προς την εκ νέου ανάδειξή του σε αυτό που ήταν όλες τις προηγούμενες δεκαετίες: ένα βασικό πολιτικό κόμμα που υπηρετεί το σύστημα της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης.

Το ζήτημα της «αξιωματικής αντιπολίτευσης», του δεύτερου πολιτικού πυλώνα, οπωσδήποτε απασχολεί το σύστημα και είναι ανοιχτό. Αλλά σε κάθε περίπτωση δεν είναι ζήτημα του λαού.

Στις εκλογές της 25ης Ιούνη ο λαός και η νεολαία, ο κόσμος του αγώνα και της Αριστεράς, δεν πρέπει και δεν μπορεί να πάνε με «κάτω τα χέρια»!

Καμιά υποταγή -Αρνούμαστε τις «νέες» αυταπάτες και τους συμβιβασμούς – Παλεύουμε για ζωή και δουλειά με δικαιώματα. Αυτό το περιεχόμενο πρέπει να χαρακτηρίζει και την εκλογική στάση, για να συγκροτείται η πάλη που απαιτεί η επόμενη μέρα.

Το ΚΚΕ(μ-λ) αντιλαμβάνεται το αποτέλεσμά του στις εκλογές του Μάη ως αποτέλεσμα που αυξάνει τις ευθύνες του και τα καθήκοντά του στο κίνημα και στη μαζική πάλη. Και στις εκλογές της 25ης Ιούνη και την επόμενη μέρα θα παλέψει πιο αποφασιστικά για την προώθηση της πρότασής του για κοινή δράση και συντονισμό Οργανώσεων και Συλλογικοτήτων. Οι πολλές χιλιάδες εργαζόμενοι και νέοι που «καταγράφηκαν» σε ψηφοδέλτια της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, αλλά και πολλοί από αυτούς που επέλεξαν λευκό/ άκυρο/αποχή, πρέπει και μπορούν να συντονιστούν και να συγκλίνουν στην πάλη ενάντια στη φτώχεια, την εκμετάλλευση, την καταστολή, τον πόλεμο, τον ιμπεριαλισμό και την εξάρτηση. Πρέπει και μπορεί να συντονιστούν για να διαμορφώσουν πολιτικούς και κινηματικούς όρους που θα βγάλουν στο δρόμο της αντίστασης και της διεκδίκησης τον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία!

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ