Η ακρίβεια στα τρόφιμα αναδεικνύεται ως ο υπ’ αριθμόν ένας αρνητικός παράγοντας για την ελληνική οικονομία σε μία περίοδος που η τάση στην Ευρωζώνη και την ΕΕ, έχει να είναι καθοδική, ενώ στην χώρας μας η τάση έχει αναστραφεί και από πτωτική επέστρεψε ε ανοδική τροχιά.
Τα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας έχουν σημάνει συναγερμό στην κυβέρνηση που βλέπουν επιχειρήσεις που έχουν ωφεληθεί πολλαπλάσια από τα προγράμματα στήριξης που έχει φέρει κατά κύματα η ελληνική Πολιτεία την περίοδο της πανδημίας, αλλά και την οικονομικής κρίσης να προβαίνουν σε μπαράζ αυξήσεων, πλειοδοτώντας σε ανατιμήσεις, αντί του λογικού να βάλλουν πλάτη τώρα που η χώρα και η κοινωνία το έχουν ανάγκη.
Μάλιστα υπάρχει μεγάλη ενόχληση στο οικονομικό επιτελείο, που βλέπει επιχειρήσεις που έχουν βγει πολλαπλά ωφελημένες από την κρίση να παρουσιάζουν σημαντική αύξηση της κερδοφορίας τους η οποία δεν δικαιολογείται ούτε από την μεγέθυνση της οικονομίας, αλλά ούτε και από την αύξηση της κατανάλωσης.
Μάλιστα δεν αποκλείεται το επόμενο χρονικό διάστημα να υπάρξουν παρεμβάσεις της κυβέρνησης προς αυτή την κατεύθυνση, δηλαδή να ληφθούν μέτρα αντιστρόφως ανάλογα προς τις επιχειρήσεις που δείχνουν κοινωνική αναλγησία και προτάσσουν το υπερβολικό κέρδος εις βάρος των κοινωνικών αναγκών.
Μάλιστα κάποιοι φέρνουν δύο συγκεκριμένα παραδείγματα δείχνοντας ότι οι κάποιες επιχειρήσεις μάλλον αδιαφορούν για τις συνέπειες της κρίσης και να προβαίνουν σε αυξήσεις.
Αρνητική η στάση κάποιων εταιριών
Μία από αυτή είναι η αύξηση στα διόδια, που ναι μεν προβλέπεται στις σχετικές συμβάσεις, αλλά αυτό μάλλον δεν συνάδει με τις κοινωνικές ανάγκες. Πιθανότατα αν κάποιος ακολουθούσε τους επιταγές των συμβάσεων να μην ήταν χαρούμενος, ειδικά αν ήταν από την πλευρά των εταιριών παραχώρησης. Μάλιστα κάποιος παράγοντας της κυβέρνησης σε off the record συζήτηση φέρεται να έχει πει «η κυβέρνηση να δεχθεί αδιαμαρτύρητα της επικείμενες αυξήσεις και εν συνεχεία να … ταράξει τις εταιρίες στην νομιμότητα».
Το δεύτερο παράδειγμα αφορά επιχειρήσεις που έχουν πολλαπλά δεχθεί πακέτα στήριξης και τώρα πλειοδοτούν σε αυξήσεις, οι οποίες ναι μεν μπορεί να είναι δικαιολογημένες αν απομονώσει κανείς το κόστος, αλλά εντελώς αδικαιολόγητες αν λάβει κάποιος υπόψη του το σύνολο των ενισχύσεων που δόθηκαν από την Πολιτεία.
Να σημειωθεί ότι στην Ευρώπη οι τιμές των τροφίμων ακολουθούν καθοδική πορεία, αλλά αυτό δεν συμβαίνει στην Ελλάδα, όπου επιδεικνύουν σημαντική αντίσταση, επιβαρύνοντας ολοένα και περισσότερο τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Στις σταθερά υψηλές τιμές των τροφίμων οφείλεται κατά κύριο λόγο το γεγονός ότι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε υψηλότερα επίπεδα τον Ιούλιο σε σύγκριση με τον Ιούνιο, μετά από μια καθοδική πορεία εννέα μηνών.
Τα οριστικά στοιχεία της Eurostat για τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή που ανακοινώθηκαν πριν από λίγα 24ωρα, στα οποία δεν υπάρχει καμία αλλαγή σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις που είχε ανακοινώσει η υπηρεσία στα τέλη Ιουλίου, έρχονται να επιβεβαιώσουν ακριβώς αυτό. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη Eurostat, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ελλάδα διαμορφώθηκε τον Ιούλιο του 2023 σε 3,5% έναντι 2,8% τον Ιούνιο, έχοντας τον έκτο χαμηλότερο πληθωρισμό μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε. Χαμηλότερο πληθωρισμό έχει το Βέλγιο (1,7%) και ακολουθούν το Λουξεμβούργο (2%), η Ισπανία (2,1%), η Κύπρος (2,4%), η Δανία (3,2%) και μετά η Ελλάδα (3,5%).
Στην κατηγορία, ωστόσο, των τροφίμων, η Ελλάδα συγκαταλέγεται στην πρώτη δεκάδα των χωρών-μελών της Ε.Ε. με τις υψηλότερες αυξήσεις στις τιμές, καταλαμβάνοντας συγκεκριμένα την 9η θέση, με τον λεγόμενο πληθωρισμό των τροφίμων να διαμορφώνεται τον Ιούλιο του 2023 σε 13%, έναντι 12,4% στην Ε.Ε. και 11,6% στην Ευρωζώνη. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι, μετά μια μικρή αποκλιμάκωση των τιμών τον Απρίλιο του 2023, από τον Μάιο ο πληθωρισμός των τροφίμων ακολουθεί ανοδική πορεία, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε επίπεδο Ε.Ε. και Ευρωζώνης.
imerisia.gr