ΓΡΑΦΕΙ Ο Θανάσης Καρτερός
Το ατομικό δικαίωμα στη γελοιοποίηση είναι αναφαίρετο. Σε όποιο καθεστώς κι αν ζουν οι άνθρωποι, ανώνυμοι ή δημόσια πρόσωπα, γυναίκες ή άνδρες, μπορούν να γελοιοποιούνται ελεύθερα. Λέγοντας, γράφοντας ή πράττοντας με όρους μίζερης ιδιοτέλειας, επιπολαιότητας, εμπάθειας, στραβομάρας, ανίκητης έλξης στη γελοιότητα ό,τι τους κατέβει. Ψέκα, εξωγήινοι, εβραϊκή συνωμοσία, Μαρία με τα κίτρινα ποιον αγαπάς καλύτερα ή ακόμα πιο απλά και επίκαιρα. Ότι αν μια κρότου-λάμψης δεν πετυχαίνει τον ανθρώπινο στόχο της, υπεύθυνος είναι εκείνος που την εξαπέλυσε και δεν ήξερε σημάδι. Οι ομάδες, οι Αρχές, η αστυνομία, το καθεστώς που επικρατεί στο «άθλημα» δεν έχουν καμιά ευθύνη.
Το δικαίωμα αυτό ασκείται τελευταία, με θρησκευτική ευλάβεια μπορείς να πεις, εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Η Αριστερά, οι αξίες, η κοινωνία, η συλλογικότητα, η συντροφικότητα έχουν μουλιάσει σε κύματα γελοιότητας. Τόσο βίαια και τόσο μαζικά, που προσθέτουν κάτι νέο στις Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες: η γελοιοποίηση είναι κολλητική. Είναι ένα είδος ασυγκράτητου ιού, που, όταν εισέλθει σε έναν πολιτικό ή κοινωνικό σχηματισμό, μεταδίδεται τάχιστα, ρίχνει στο καναβάτσο με πυρετό της γλώσσας και γιουσουρούμ της σκέψης ακόμα και ανθρώπους κατά τεκμήριο σοβαρούς. Μια επιδημία που κανένας γιατρός και καμιά έκκληση αυτοσυγκράτησης δεν φαίνονται ικανοί να αντιμετωπίσουν.
Δεν είναι είδηση βέβαια ότι η διάδοση του ιού γίνεται μέσω της δημοσιότητας. Στο σπίτι του μπορεί κανείς να είναι όσο γελοίος θέλει, αλλά σίγουρα δυσκολεύουν την άσκηση του δικαιώματός του η γυναίκα ή τα παιδιά του: Μπαμπά -ή μαμά-, λες βλακείες! Κι έτσι ο ιός κάπως περιορίζεται. Αλλά στην τηλεόραση, στα σόσιαλ, στα ραδιόφωνα κάνει πάρτι. Ένας γελοιοποιείται, εκατό κολλάνε. Τραμπ, Πέπε Γκρίλο, Στάλιν, κάτω ο αρχηγός, ζήτω ο αρχηγός, έξω ο αρχηγός, μέσα ο αρχηγός, συνέδριο χθες, έξω τώρα οι Αμερικανοί, μέσα τώρα οι πολισμάνοι. Κατά κύματα επέλαση του ιού. Κι αν δεν κλείσεις αυτιά και μάτια, πριν αλέκτορα φωνήσαι θα βρεθείς στο τρεις λαλούν και δυο χορεύουν.
Κανένα στόμα δυστυχώς δεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα πώς θεραπεύεται αυτό το κακό. Κι έτσι, σε ψηφοφόρους και πιστούς δεν μένει μπροστά στην ακράτεια γελοιοποίησης παρά το προφανώς απρόσφορο παράπονο: Εμείς, ρε παιδιά, τι φταίμε;
Πηγή: Avgi.gr