Καταψήφισε η Λαϊκή Συσπείρωση και η Νέα Δημοτική Κίνηση, ενώ «παρών» ψήφισε «Η Πόλη που Θελουμε»
Με σχετικό σημείωμα, μας απευθύνθηκε ανοιχτή πρόσκληση προς τους
πρωτοβάθμιους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλους φορείς,
μεταξύ των οποίων ο Δήμος Τυρνάβου και η ΔΕΥΑΤ, για συμμετοχή έως το
τέλος Αυγούστου στην υπό σύσταση Ενεργειακή Κοινότητα Πολιτών
Περιφέρειας Θεσσαλίας στα πλαίσια του προγράμματος με την επωνυμία
«ΑΠΟΛΛΩΝ» του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Σύμφωνα με το επισυναπτόμενο ενημερωτικό σημείωμα, το εν λόγω πρόγραμμα
του Υπουργείου, μειώνει δήθεν το ενεργειακό κόστος για τους ωφελούμενους
χάρη στην παροχή ηλεκτρικού ρεύματος από σταθμούς Ανανεώσιμων Πηγών
Ενέργειας (ΑΠΕ).
Πέρα από τους ισχυρισμούς ότι συνδυάζει «την Κοινωνική Πολιτική με την
Ενεργειακή Μετάβαση», η ουσία βρίσκεται στο ότι η παραπάνω ενεργειακή
κοινότητα θα αναλάβει την ιδιοκατανάλωση της ενέργειας από ΑΠΕ. Θα
συνιστά δηλαδή έναν έτοιμο πελάτη για τους επενδυτές στις ανανεώσιμες
πηγές και μάλιστα οι ΟΤΑ στους οποίους απευθύνεται η πρόσκληση όπως και
όσοι άλλοι συμμετάσχουν σε αυτήν, αποτελούν μεγάλους καταναλωτές, δηλαδή
με όρους «αγοράς» πρόκειται για «καλούς πελάτες». Όπως σημειώνεται στο
σχέδιο της εισήγησης, η παραπάνω ενεργειακή κοινότητα θα μπορεί να ασκεί
επίσης και άλλες δραστηριότητες, όπως είναι η παραγωγή, πώληση
ηλεκτρικής ενέργειας, η διαχείριση ή συμμετοχή ή συμβουλευτική στα μέλη
της για ευρωπαϊκά και εθνικά προγράμματα, η ενημέρωση, εκπαίδευση για
θέματα αειφορίας, δράσεις για την υποστήριξη ευάλωτων καταναλωτών και
για την αντιμετώπιση ενεργειακής ένδειας αυτών κ.ά.
Οι υπέρμαχοι του προγράμματος, ισχυρίζονται ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα
καλύπτεται το 50% του ενεργειακού κόστους των ωφελούμενων, με την
υποσημείωση βέβαια ότι οι σχετικές διακηρύξεις του προγράμματος ισχύουν
«μόνον εάν έχουμε ή εξελίσσουμε άλλο έργο ΑΠΕ, με Οριστική Προσφορά
Σύνδεσης (υπό υλοποίηση), η που εφαρμόζουμε ήδη το net-metering ή το
virtual net metering, το ΑΠΟΛΛΩΝ θα καλύπτει έκπτωση 30% στις παροχές
που θα δηλωθούν», και με σκοπό να αξιοποιηθούν οι παραγωγοί/σταθμοί ΑΠΕ,
ανεξαρτήτως χώρου λειτουργίας, που έχουν εξασφαλίσει όρους σύνδεσης,
παρέχοντας τους ηλεκτρικό χώρο (συνολικά έως και 1.1GW). Ακόμη, όλα τα
παραπάνω εξαρτώνται πάντα από το Υπουργείο, αφού σε δεύτερη υποσημείωση
το εισηγητικό αναφέρει επί λέξει: «Το ακριβές ποσοστό θα αποφασιστεί από
το ΥΠΕΝ».
Η λειτουργική του μορφή βασίζεται στον συμψηφισμό, δηλαδή όταν μία
τέτοια μονάδα παράγει και εγχέει στο δίκτυο ένα Χ ποσό ενέργειας, εάν
για το ίδιο διάστημα ο συμμετέχων στην ενεργειακή κοινότητα έχει
αντίστοιχη κατανάλωση, αυτό σημαίνει ότι αυτή η κατανάλωση θα
συμψηφιστεί και δεν θα χρεωθεί αντίστοιχα από τον πάροχο ενέργειας στους
καταναλωτές- ωφελούμενους (αναλογικά με το ποσοστό που έχει ο κάθε
ωφελούμενος στην καταναλισκόμενη 1 MWh).
Το τυρί δηλαδή στη φάκα, είναι η δήθεν ελάφρυνση των λογαριασμών του
ηλεκτρικού ρεύματος του κάθε ωφελούμενου.
Με την πρώτη ματιά, θα έλεγε κάποιος δημότης του Δήμου Τυρνάβου. και
γιατί να μην συμμετέχει ο Δήμος στο εν λόγω πρόγραμμα, όταν αντί να
πληρώνει λογαριασμούς 100 ευρώ το μήνα για παράδειγμα, να μην πληρώνει
50;
Οι ισχυρισμοί αυτοί και οι πομπώδεις διακηρύξεις του προγράμματος, ότι
τα μέλη των Ενεργειακών Κοινοτήτων και εν προκειμένω οι Δήμοι, ο Δήμος
Τυρνάβου θα έχει πιο φθηνό ρεύμα, είναι τουφεκιές στον… αέρα, μιας και
που έγιναν ενεργειακές κοινότητες και εξασφαλίστηκε φθηνό ρεύμα για τον
οποιονδήποτε; Το αντίθετο συνέβη, και συνέβη γιατί αυτό το ρεύμα το
πληρώνουμε όλοι οι λαϊκοί καταναλωτές, μέσω του χαρατσιού για τις ΑΠΕ
στο λογαριασμό μας, όλοι οι εργαζόμενοι, άνεργοι, συνταξιούχοι, μικροί
αγρότες και επαγγελματίες. Άλλωστε η επικαλούμενη και από αίρεση
ελάφρυνση κατά 50% του ενεργειακού κόστους, αποτελεί ποσοστό επί του
εκάστοτε ύψους των λογαριασμών ρεύματος. Και για να το πούμε απλά, εάν
λοιπόν σήμερα έχουμε 100 ευρώ κόστος, και αύριο αυξηθούν οι τιμές, που
θα αυξηθούν, και γίνει το κόστος 200 ευρώ μια δυνητική συμμετοχή σε ένα
τέτοιο σχήμα θα έχει σαν αποτέλεσμα να πληρώνουμε πάλι 100 ευρώ. Ότι και
σήμερα…
Η δημοτική αρχή του Τυρνάβου, τάσσεται ενάντια στις «Ενεργειακές
Κοινότητες», γιατί αυτές αποτελούν το «όχημα» κερδοφορίας του κεφαλαίου
και εξαπάτησης των λαϊκών στρωμάτων, ενσωμάτωσης των λαϊκών αντιδράσεων.
Η δημιουργία Ενεργειακών Κοινοτήτων προβλέφθηκε με το νόμο 4513/2018 με
σκοπό την παραγωγή, αποθήκευση, ιδιοκατανάλωση ή πώληση ηλεκτρικής ή
θερμικής ή ψυκτικής ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ ή Σ.Η.Θ.Υ.Α ή Υβριδικούς
Σταθμούς και πολλά άλλα. Σ’ αυτές τις Ενεργειακές Κοινότητες, δυνητικά
μπορούν να συμμετέχουν ως μέλη με μετοχές (φυσικά πρόσωπα, ΟΤΑ α΄ βαθμού
της ίδιας Περιφέρειας εντός της οποίας βρίσκεται η έδρα της Ενεργειακής
Κοινότητας ή επιχειρήσεις αυτών, ΟΤΑ β’ βαθμού κατ’ εξαίρεση και τέλος
νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου εκτός των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού ή νομικά
πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου). Ένα τέτοιο σχήμα είναι και αυτό που
προωθείτε σήμερα, με ομπρέλα το Υπουργείο Ενέργειας.
Αντίστοιχα σχήματα ενθαρρύνθηκαν και δημιουργήθηκαν πανελλαδικά και στη
Θεσσαλία, με την συμμετοχή της Περιφέρειας, Δήμων, επαγγελματικών φορέων
και ιδιωτών. Η σύσταση «Ενεργειακών Κοινοτήτων» αποτελεί πλευρά της
αντιλαϊκής πολιτικής της Ε.Ε. για την απελευθερωση και ιδιωτικοποίηση
της αγοράς ενέργειας και την εξασφάλιση νέων πεδίων κερδοφορίας στους
επιχειρηματικούς ομίλους, με την ενίσχυση του μεριδίου των ΑΠΕ στο
συνολικό ενεργειακό μείγμα.
Παρά τις υποκριτικές διακηρύξεις για «αντιμετώπιση της ενεργειακής
φτώχειας», «την πράσινη ανάπτυξη», οι Ενεργειακές Κοινότητες αποτέλεσαν
και αποτελούν νέο πεδίο κερδοφορίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους
που επενδύουν στον χώρο των ΑΠΕ, οι οποίοι θα απολαμβάνουν σκανδαλώδεις
παροχές (επιδοτήσεις, μακροχρόνιες φορολογικές ελαφρύνσεις, εγγυημένες
από το κράτος τιμές πώλησης του ρεύματος, δάνεια και προνομιακή ένταξη
στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του αναπτυξιακού νόμου και προγραμμάτων ΕΣΠΑ,
κ.ά.).
Η μέχρι τώρα πραγματικότητα επιβεβαιώνει ότι η απελευθέρωση της ενέργειας δεν αντιμετωπίζει, αλλά οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη ενεργειακή φτώχεια την πλειοψηφία του λαού, με πολύχρωμους μεν πλην φουσκωμένους λογαριασμούς ρεύματος, που δεν ήρθαν ουρανοκατέβατοι αλλά ως συνέπεια των παραπάνω σχεδιασμών την οποία απογειώνει τώρα η κυβέρνηση ΝΔ πατώντας σε όσα έχτισαν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και όλες οι κυβερνήσεις την τελευταία 20ετία. Ο ΣΥΡΙΖΑ θεσμοθέτησε το χρηματιστήριο Ενέργειας το 2019 και η ΝΔ το επέκτεινε. Πλέον η Ενέργεια είναι χρηματιστηριακό προϊόν, οι τιμές της καθορίζονται από τις αγοραπωλησίες στο χρηματιστήριο.
Είναι επίσης συνέπεια των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης στην Ενέργεια που όλοι μαζί ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ έχουν ψηφίσει, και επίσης της «πράσινης μετάβασης» που εκτοξεύει τα κέρδη για τα «πράσινα κοράκια» και φέρνει ενεργειακή φτώχεια για τις λαϊκές οικογένειες, με οδυνηρές συνέπειες για το περιβάλλον. Η μεγαλύτερη συμβολή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα δεν οδήγησε σε φθηνότερο ρεύμα. Ακόμη είναι συνέπεια της πολιτικής που απαξιώνει εγχώριες φτηνές πηγές Ενέργειας, όπως τον λιγνίτη που θα μπορούσε να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες του λαού, του στόχου να μετατραπεί η χώρα σε ενεργειακό κόμβο, κάτι που δεν προστατεύει από τους υπέρογκους λογαριασμούς τα λαϊκά νοικοκυριά αλλά ευνοεί τις διεθνείς μπίζνες των ομίλων της Ενέργειας που βρίσκουν πιο κερδοφόρες αγορές στο εξωτερικό, αυξάνοντας ταυτόχρονα την εγχώρια τιμή (!), και τέλος των κυρώσεων της Ε.Ε. στη Ρωσία, που σημαίνει αντικατάσταση του φτηνού ρωσικού αερίου με το πανάκριβο υγροποιημένο αέριο (LNG) των ΗΠΑ.
Και όλα αυτά έχουν μια ακόμη συνέπεια, το κόστος να γίνεται ακόμα μεγαλύτερο, καθώς η πιο ακριβή Ενέργεια «ενσωματώνεται» σε όλα τα είδη λαϊκής κατανάλωσης, εκτοξεύοντας παραπέρα τις τιμές.
Την ίδια ώρα τα κέρδη Α’ τριμήνου 2024 για τους ομίλους της Ενέργειας είναι: Mytilineos: 184 εκατ. Ευρώ, ΔΕΗ: 459 εκατ. Ευρώ, Motor Oil Hellas: 49 εκατ. Ευρώ, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ: 81,7 εκατ. Ευρώ, με τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους της «πράσινης μετάβασης» να ξεκοκαλίζουν τα δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ, για τους οποίους φτιάχτηκε και όχι για υποδομές και έργα στην υπηρεσία του λαού, για τα οποία παλεύει η δημοτική μας αρχή όπως και άλλοι Δήμοι, πλην όμως στις πλείστες των περιπτώσεων θεωρούνται ως «μη επιλέξιμα».
Αυτή είναι η μόνη πραγματικότητα που βιώνει το κάθε λαϊκό νοικοκυριό, αλλά και οι ΟΤΑ που καλούμαστε να πληρώνουμε υπέρογκους και ασήκωτους λογαριασμούς ρεύματος, ενώ οι φρενήρεις επενδύσεις στις ΑΠΕ υπονομεύει και τον αγροτικόπαραγωγικό χαρακτήρα της περιοχής, με εγκατάλειψη της καλλιέργειας αγροτικών εκτάσεων που παράγουν, είτε διατροφικά, είτε βιομηχανικά προϊόντα απαραίτητα για ανθρώπινες ανάγκες (ένδυση) ή για την κτηνοτροφία, για να εγκατασταθούν φωτοβολταϊκά, που έχουν και περιορισμένο χρόνο ζωής (15-20 έτη), και με βαριές επιπτώσεις για το λαό. Και τέτοια παραδείγματα έχουμε πολλά και στην περιοχή του Τυρνάβου – Αμπελώνα, όπου δημιουργήθηκαν ή σχεδιάζονται πλήθος από τέτοιες μεγάλες και μικρές ιδιωτικές επενδύσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά, βιοενέργεια, ανεμογεννήτριες κ.α., με χαρακτηριστική της περίπτωση της Περαχώρας.
Ως δημοτική αρχή Τυρνάβου θεωρούμε, πως η ενέργεια αποτελεί κοινωνικό
αγαθό που πρέπει να αξιοποιείται για την ικανοποίηση των διευρυμένων αναγκών της λαϊκής οικογένειας (είτε για την οικιακή κατανάλωση, είτε για την παραγωγή), στη βάση της αξιοποίησης της σύγχρονης επιστήμης και τεχνικής.
Μετά από αυτά, εισηγούμαστε την μη συμμετοχή του Δήμου Τυρνάβου στην υπό σύσταση Ενεργειακή Κοινότητα της Περιφέρειας Θεσσαλίας, γιατί πρόκειται για ένα καθαρά επιχειρηματικό σχήμα, που θα προσφέρει πελατεία στους ιδιώτες επενδυτές παραγωγούς των ΑΠΕ, που θα δίνει ρεύμα σε εγγυημένες τιμές πώλησης χωρίς να μπει σε ανταγωνιστική διαδικασία υποβολής προσφορών και δηλώνουμε από την πλευρά μας ότι θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για :
– δραστική μείωση και πλαφόν στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου, πετρελαίου θέρμανσης.
– Κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του ΦΠΑ σε ηλεκτρική ενέργεια – πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
– Την κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής και των χρεώσεων για ΑΠΕ και του Χρηματιστηρίου Ενέργειας.
– Έκτακτη κρατική οικονομική ενίσχυση η οποία θα καλύπτει την οικονομική επιβάρυνση των Δήμων, των ΔΕΥΑ και όλων των λοιπών Οργανισμών, από τη αύξηση του ενεργειακού τους κόστους, από τον Σεπτέμβριο του 2021 έως σήμερα.
– Να ενταχθούν οι Δήμοι και οι ΔΕΥΑ στους δικαιούχους μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ για να αντιμετωπιστεί η αύξηση της τιμής του ρεύματος. Να μην πληρώσουν οι δημότες τις αυξήσεις αυτές.
– Απαγόρευση των διακοπών ρεύματος σε οικογένειες που αδυνατούν να πληρώσουν. Επανασυνδέσεις στο κομμένο ρεύμα με μόνη προϋπόθεση τη συμφωνία σε διακανονισμό των οφειλών με ευνοϊκούς όρους, χωρίς προκαταβολή και με πολλές χαμηλές δόσεις για αποπληρωμή των λογαριασμών.
– Ενάντια στην πολιτική απελευθέρωσης και ιδιωτικοποίησης της ενέργειας, της απολιγνιτοποίησης και της λεγόμενης «πράσινης μετάβασης», που υπηρετούν τις ανάγκες επιχειρηματικών συμφερόντων και όχι του λαού.