Συνολικά 14,5 εκατ. ευρώ βρίσκονται στον «αέρα» και άλλα 10,3 εκατ. ευρώ έχουν οριστικά χαθεί μέσω περίεργων χειρισμών του υπουργείου, εις βάρος των ελαιοπαραγωγών
Στον «αέρα» βρίσκονται κοινοτικές ενισχύσεις ύψους 14,5 εκατ. ευρώ για τις ενώσεις των ελαιοπαραγωγών της χώρας για τo έτος 2024, εξαιτίας της προκλητικής ολιγωρίας ορισμένων υψηλά ιστάμενων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και μάλιστα σε μια περίοδο όπου η ξηρασία έχει κτυπήσει για τα καλά τον κλάδο, με σημαντικές ζημιές να καταγράφονται για δεύτερη χρονιά εξαιτίας της κλιματικής κρίσης.
Εάν το ποσό αυτό χαθεί, το συνολικό κόστος της ζημιάς για τους ελαιοπαραγωγούς θα φτάσει τα 24,8 εκατ. ευρώ, καθώς πέρυσι, οι αντίστοιχες επιδοτήσεις ύψους 10,3 εκατ. ευρώ δεν δόθηκαν ποτέ και επιστράφηκαν στα κοινοτικά ταμεία με ευθύνη του υπουργείου.
Σκάνδαλο
Το θέμα έχει πάρει πλέον την μορφή σκανδάλου, γιατί πίσω από την αδικαιολόγητη ολιγωρία των δύο χρόνων προκύπτουν αρκετές συμπτώσεις που οδηγούν στο συμπέρασμα, ότι αυτή συνδέεται στενά με τη σχέση του υπεύθυνου στο υπουργείο με συγκεκριμένο πάροχο συμβουλευτικών υπηρεσιών στους συνεταιρισμούς/οργανώσεις των ελαιοπαραγωγών.
Ο συγκεκριμένος πάροχος προσπαθεί να δρομολογήσει την κατάσταση -με την βοήθεια πάντα του υπεύθυνου του υπουργείου- ώστε πέρα από τις σχετικές μελέτες των αιτήσεων για ένταξη στην κοινοτική χρηματοδότηση, να υπεισέλθει και στην παροχή εξοπλισμού και άλλων άυλων δραστηριοτήτων με απώτερο στόχο να μεταφέρει τους κοινοτικούς πόρους από τους φορείς στο εαυτό του, όπως κάνει και με άλλα θέματα απλών αγροτών σε άλλες μορφές ενισχύσεων από την Κοινή Αγροτική Πολιτική.
Η φόρμουλα
Η φόρμουλα που ακολουθείται είναι παρόμοια με αυτή που εφαρμόσθηκε την μεταβατική περίοδο 2021-2022 όπου και πάλι, εντελώς συμπτωματικά, στη θέση βρισκόταν ο ίδιος υπεύθυνος στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Τότε, από τους 115 φορείς που υπέβαλαν αίτηση και εγκρίθηκαν για ένταξη, πάνω από το 70% είχαν κρίνει ως πιο ευεργετικές τις υπηρεσίες του συγκριμένου παρόχου. Τα αποτελέσματα όμως εκτός από στρεβλά ήταν και πενιχρά για τους ελαιοκομικούς φορείς και δεν είχαν βέβαια καμία σχέση με τις ανάγκες των ελαιοπαραγωγών. Το εντυπωσιακό είναι ότι στη λίστα των ωφελούμενων ελαιοπαραγωγών υπάρχουν κι εταιρείες που δεν έχουν σχέση με την παραγωγή ελαιόλαδου, όπως μαρτυρά τουλάχιστον η επωνυμία τους, καθώς συναντάμε και συνεταιρισμούς… γαλακτοκομικών προϊόντων!
Οι δράσεις που επιλέχθηκαν απείχαν πολύ από την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, της εφαρμογής νέων καλλιεργητικών τεχνικών για βελτίωση της ποιότητας των ελαιόλαδου και των ελαιών καθώς και την εξοικονόμηση ενέργειας για μείωση του κόστους. Τα ποσά των φορέων καλύφθηκαν από τιμολόγια αχρείαστων ή υπερκοστολογημένων υπηρεσιών πράγμα που έδωσε αφορμή στον τότε υπουργό, μετά το θόρυβο που έγινε, να ζητήσει και για αυτό τον λόγο την απομάκρυνση του.
Τώρα επανακάμπτοντας ο ίδιος, από τον Ιούνιο του 2023 στην ίδια θέση του υπευθύνου, άρχισε την υπόγεια διεργασία και πάλι, ωστόσο, επειδή υπήρχαν νέες νόρμες από την νέα ΚΑΠ που ξεκίνησε το 2023 και δεν μπορούσε να κάνει αυτό που είχε προηγηθεί το 2021-22 άφησε τη χρονιά του 2023 να περάσει άπρακτη και έτσι χάθηκαν 10,3 εκατ. ευρώ κοινοτικής χρηματοδότησης την ώρα που το υπουργείο ψάχνει έστω και λίγα εκατομμύρια για να χρηματοδοτήσει τις ζημιές από την ακαρπία της ελιάς το 2023 ένεκα της ξηρασίας.
Το ίδιο φαίνεται ότι θα επαναληφθεί και την τρέχουσα χρονιά όπου θα χαθούν άλλα 14,5 εκατ. ευρώ κοινοτικής χρηματοδότησης για τους ελαιοκομικούς φορείς και τους ελαιοπαραγωγούς.
Πού βρίσκεται η μεθόδευση που οδήγησε στην απώλεια των κονδυλίων;
Τα προγράμματα για τους ΟΕΦ – οργανώσεις των ελαιοπαραγωγών – αποτελούν μέρος της ΚΑΠ και χρηματοδοτούνται, προέρχονται, από την παρακράτηση 2% επί των ενισχύσεων που λαμβάνουν οι πάνω από 350.000 ελαιοπαραγωγοί της χώρας και συνεπώς είναι απολύτως επιβεβλημένη η «επιστροφή» των κρατήσεων, στις οργανώσεις παραγωγών μέσω των προγραμμάτων, κατά τρόπο αναλογικό.
Αυτό δεν έγινε το 2021-22 και πολύ περισσότερο δεν θα γίνει και σήμερα όπως θα εξηγηθεί. Με βάση το Στρατηγικό Σχέδιο της χώρας η προκήρυξη των προγραμμάτων για τους ελαιοκομικούς φορείς έπρεπε να έχει ήδη γίνει από το 2023. Αυτό δεν έγινε οπότε οι ενισχύσεις του 2023 χάθηκαν από τους ελαιοπαραγωγούς.
Για το 2024 πέρασαν 7,5 μήνες χωρίς να γίνει τίποτε, μέχρι να φτάσουμε στα μέσα Ιουλίου για να γίνει η σχετική προκήρυξη- έγινε στις 15.7.2024. Από το σημείο αυτό όμως αρχίζει να γίνεται αντιληπτή πέρα από την καθυστέρηση και η μεθόδευση που έχει η οσμή του σκανδάλου.
Ενώ τα προγράμματα είναι τετραετή και πολύπλοκα, παρόλα αυτά οι λεπτομέρειες εφαρμογής τους έγιναν γνωστές στις 15 Ιουλίου 2024, ο ιθύνων δηλαδή πέρασε 15,5 μήνες για να το… προετοιμάσει και ζητούσε στις 15/7/2024 στο πολύ μικρό διάστημα 10 εργάσιμων ημερών, εν μέσω αδειών έως τις 30 Ιουλίου, οι ΟΕΦ να καταθέσουν τις σχετικές προτάσεις ηλεκτρονικά για να αξιολογηθούν και να εγκριθούν.
Για να διασκεδάσει τις ισχυρές αντιδράσεις και πιέσεις έδωσε παράταση υποβολής των αιτήσεων ένταξης έως τις 2 Αυγούστου. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι για να προλάβει κάποιος πάροχος να προετοιμάσει τις αιτήσεις των ΟΕΦ θα πρέπει να έχει προηγουμένως ενημερωθεί κατάλληλα μέσω προ -δημοσίευσης και ανοικτής διαβούλευσης που εφαρμόζεται σε όλα τα προγράμματα της ΚΑΠ.
Αυτό δεν έγινε και φαίνεται ότι ο ιθύνων κράτησε τα χαρτιά κλειστά και όπως λέγεται και ψιθυρίζεται ανάμεσα στους ΟΕΦ δημιούργησε συνθήκες ευνοϊκότερες για τον επιλεγμένο σύμβουλο όπως στο παρελθόν.
Αντιδράσεις οργανώσεων και κομμάτων
Οι έντονες αντιδράσεις οργανώσεων των αγροτών και κομμάτων ήταν τέτοιες που έδειχναν ότι βρισκόμαστε μπροστά στο σκάνδαλο και οι κοινοβουλευτικές ερωτήσεις και ανακοινώσεις από τις Περιφέρειες Ελαιοκομικών Περιοχών (Κρήτη, Πελοπόννησος, Δυτική Ελλάδα, Νησιά Αιγαίου κλπ) στο τέλος Ιουλίου, διαδεχόταν η μια την άλλη.
Κοινός παρονομαστής των ανακοινώσεων ήταν πως οι προθεσμίες ήταν εξαιρετικά σφιχτές, γεγονός που θα είχε ως αποτέλεσμα πολλοί φορείς να μην έχουν τη δυνατότητα να ετοιμάσουν φάκελο και να μείνουν εκτός προγράμματος. Αντιθέτως, όσοι φορείς είχαν πρότερη πληροφόρηση, είχαν τη δυνατότητα κατάθεσης φακέλου, άρα θα ήταν και εμπρόθεσμοι στην υποβολή του.
Παραγωγοί δύο ταχυτήτων
Αυτό σήμαινε πως είτε από πρόθεση είτε από ανικανότητα, το υπουργείο δημιουργούσε ΟΕΦ δυο ταχυτήτων. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι «προνομιακή» πληροφόρηση είχαν εκείνοι οι ΟΕΦ που διατηρούν από το παρελθόν καλές σχέσεις με τον πάροχο, εκ των οποίων πολλοί συμμετείχαν και στις επιδοτήσεις του 2022.
Μέσα σε αυτό το κλίμα και τις ασφυκτικές προθεσμίες υποβλήθηκαν περίπου 78 αιτήσεις ενίσχυσης, αλλά η οσμή σκανδάλου παραμένει για δύο επιπρόσθετους λόγους.
Ο πρώτος είναι ότι ενώ το υπουργείο και ο υπεύθυνος ζήτησαν επιτακτικά μέσα σε 10 ημέρες, μετά μάλιστα από αδικαιολόγητη καθυστέρηση 15,5 μηνών, να υποβληθούν οι αιτήσεις για ένταξη στο πρόγραμμα από τους ΟΕΦ, σήμερα, 40 και πλέον ημέρες μετά την υποβολή των έστω και κουτσουρεμένων αιτήσεων από τους 78 ΟΕΦ δεν έχει γίνει καμία αξιολόγηση και έγκριση ώστε να γνωρίζουν ποιοι εγκρίθηκαν για να μπορέσουν να υποβάλουν φάκελο μέχρι 25 Σεπτεμβρίου για να λάβουν έστω και με χρήση εγγυητικής προκαταβολή ενίσχυσης πριν την καταληκτική ημερομηνία τις 15 Οκτωβρίου 2024.
Όπως είναι κατανοητό υλοποίηση δράσεων πριν τις 15 Οκτωβρίου δεν μπορεί να γίνει αφού για τις οποιαδήποτε διαδικασίες προμήθειας υλικών ή μελετών χρειάζεται στοιχειώδης διαγνωστική διαδικασία από τους ΟΕΦ μια και πρόκειται για κοινοτική χρηματοδότηση.
Επίσης ή ίδια η διαδικασία που φαίνεται ως κομμένη και ραμμένη για κάποιους οδήγησε αρκετούς σοβαρούς φορείς να μην υποβάλλουν πρόγραμμα φέρνοντας χωρίς δική τους ευθύνη σε άνιση μεταχείριση τους ελαιοπαραγωγούς τους για την περίοδο 2023-2027.
Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με τη στενότητα υλοποίησης και υποβολής του φακέλου της προκαταβολής οδηγεί σε μονόδρομο της αποδοχής λύσης πακέτου που προσφέρεται από τον συγκεκριμένο πάροχο με την μεσολάβηση σε τράπεζα ως εγγυητής για την έκδοση εγγυητικής και την αποδοχή στην συνέχεια από τους φορείς πακέτου έτοιμων υπηρεσιών φασόν σε όσους δεχθούν.
Το πρόβλημα είναι οι εν λόγω υπηρεσίες, ως άυλες, απέχουν πολύ από τις ανάγκες για δράσεις και επενδύσεις βελτίωσης της ποιότητας του ελαιόλαδου και των ελιών, ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση και εξοικονόμηση ενέργειας.
Έτσι έχοντας την λύση αυτή που μόνο υπό την πίεση χρόνου μπορούν να δεχθούν οι ΟΕΦ ο υπεύθυνος του υπουργείου βοηθάει να γίνει αποδεκτή με την εξάντληση των οργανώσεων μέσω της καθυστέρησης της αξιολόγησης και της έγκρισης.
Το όλο θέμα οδηγεί στο να πεταχτούν στον κάλαθο των άχρηστων ακόμη και τα ποσά που θα εγκριθούν γιατί σημαντικό ποσοστό όσων υπέβαλαν βρίσκεται στο δίλημμα της χρήσης του πακέτου υπηρεσιών του προνομιούχου παρόχου και αυτός το μόνο που έχει στο μυαλό του είναι όλα όσα αφορούν τα συμφέροντά του και όχι αυτά των ελαιοπαραγωγών που έχουν και πικρή πείρα από τις υπηρεσίες του.
in.gr – Ρεπορτάζ Δημήτρης Τερζής