
Την ανάγκη άμεσης λήψης μέτρων από την κυβέρνηση για να αντιμετωπιστούν οι πυρκαγιές, να μη χαθούν περιουσίες και φυσικός πλούτος, ανέδειξε η Επιτροπή Περιοχής Θεσσαλίας του ΚΚΕ, με συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε σήμερα στην αίθουσα του Εμπορικού Επιμελητηρίου στη Λάρισα.
Στη συνέντευξη μίλησαν ο Γιώργος Λαμπρούλης, βουλευτής Λάρισας, ο Βασίλης Μεταξάς, βουλευτής Μαγνησίας και ο Τάσος Τσιαπλές, περιφερειακός σύμβουλος και επικεφαλής της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Θεσσαλίας.
Παρεμβάσεις στην συνέντευξη έγιναν, επίσης, από τον Στέλιο Τσικριτσή, δήμαρχο Τυρνάβου με την «Λαϊκή Συσπείρωση», τον Αριστείδη Λαμπρούλη, δημοτικό σύμβουλο δήμου Λάρισας με την «Λαϊκή Συσπείρωση», τον Αποστόλη Ριζόπουλο, δημοτικό σύμβουλο Βόλου με την «Λαϊκή Συσπείρωση» και τον Γιώργο Καΐκη, δημοτικό σύμβουλο δήμου Τρικάλων με την «Λαϊκή Συσπείρωση».
Μέσα από τις παρεμβάσεις τους παρουσιάστηκε η δραματική κατάσταση στην οποία βρίσκονται μια σειρά από υποδομές πολιτικής προστασίας στην περιοχή και η ανυπαρξία ολοκληρωμένου σχεδιασμού με επίκεντρο την πρόληψη, εξαιτίας της πολιτικής κόστους – οφέλους, που ακολουθούν διαχρονικά κυβερνήσεις και τοπικές αρχές , ενώ κατατέθηκαν μια σειρά από διεκδικήσεις που χρειάζεται να γίνουν υπόθεση του λαϊκού κινήματος. Αναδείχθηκαν, επίσης, οι κίνδυνοι που εγκυμονούνται για τον λαό της περιοχής από την κλιμάκωση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και την εμπλοκή της χώρας και ιδιαίτερα της περιοχής της Θεσσαλίας σε αυτούς.
Οι αιτίες για νέες καταστροφές είναι εδώ!
Στην ομιλία του ο Γιώργος Λαμπρούλης, σημείωσε μεταξύ άλλων ότι: «το αστικό κράτος και η κυβέρνηση (όπως και οι προηγούμενες), ούτε θέλουν ούτε μπορούν να διασφαλίσουν ολοκληρωμένη πολιτική προστασία. Και αυτό δεν οφείλεται στην «έλλειψη σχεδίου» αλλά στο ότι ο σχεδιασμός αυτός γίνεται με κριτήρια «κόστους-οφέλους» για τη διασφάλιση των «ματωμένων» πρωτογενών πλεονασμάτων του κρατικού προϋπολογισμού και για την εξυπηρέτηση των κερδών των εγχώριων και ξένων μονοπωλιακών ομίλων, μέσω των συμβάσεων προμηθειών.
Βάζουν στο ζύγι, το κόστος λήψης αναγκαίων μέτρων προστασίας, με το κόστος υποτυπωδών αποζημιώσεων στους πληγέντες. Συγχρόνως, η πλήρης εμπορευματοποίηση της χρήσης γής, των δασών, του νερού, αντιμετωπίζει ολόκληρες περιοχές ως ευκαιρίες για «πράσινες επενδύσεις».
Σε αυτή την κατεύθυνση εξάλλου είναι και η εξαγγελία για αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος, που αφορά στην προστασία των δασών.
Τα αποτελέσματα αυτής της εγκληματικής πολιτικής τα έζησε ο λαός μας, με τον πιο τραγικό τρόπο και εδώ στη Θεσσαλία (πλημμύρες, σεισμοί) αλλά και στη Δαδιά, στην Ευβοια, στο Μάτι, στα Τέμπη κ.α».
Καταλήγοντας ο βουλευτής του Κόμματος ανέδειξε ότι «το ΚΚΕ έχει ολοκληρωμένη πρόταση για την προστασία και την ανάπτυξη του φυσικού πλούτου, συνολικά για την προστασία της ανθρώπινης ζωής από τις φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές, που βασίζεται στην κοινωνική ιδιοκτησία, στη συνδυασμένη κάλυψη του συνόλου των κοινωνικών αναγκών, μέσω του κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας.
Για ανατροπή του σημερινού χωροταξικού σχεδιασμού, με κριτήρια τις λαϊκές ανάγκες, την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων, την ολοκληρωμένη αντιπυρική, αντιπλημμυρική και αντισεισμική προστασία. Σε αντίθεση με την εμπορευματοποίηση της γής, τα αυθαίρετα, την εκτός σχεδίου δόμηση, την επέκταση των σχεδίων πόλεων χωρίς όρους και προϋποθέσεις, μέσα ή δίπλα σε δάση και αγροτικές εκτάσεις».
Υποστελεχωμένες και χωρίς μέσα τα κλιμάκια της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας
Ο Βασίλης Μεταξάς, ανέδειξε, μεταξύ άλλων, ότι «είναι κυρίαρχη η υποστελέχωση και οι σοβαρές ελλείψεις σε όλες τις Υπηρεσίες. Την ίδια στιγμή παραμένει η αναγκαιότητα της αναβάθμισης των σταθμών με αλλαγή των ξεπερασμένων οργανογραμμάτων και αύξηση των οργανικών θέσεων, που να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες συνθήκες, του τεράστιου όγκου των επιχειρησιακών συμβάντων αλλά και του μεγέθους του τομέα των περιοχών ευθύνης μετά και την αποδυνάμωση των δασικών υπηρεσιών και το πέρασμα των αρμοδιοτήτων στην πυροσβεστική».
Ενδεικτικά σημείωσε ότι:
«Στην Π.Υ. Λάρισας τα ίδια τα στελέχη εξέφρασαν την αγωνία για τα οχήματα που πολλά είναι παμπάλαια ακόμα και Στάγιερ της δεκαετίας του ’70 και ’80, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα στην επιχειρησιακή δράση και την σωματική τους ακεραιότητα. Όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε ενώ κάθε χρόνο ακούνε από την κυβέρνηση ότι έρχονται νέα οχήματα, στο σταθμό τους έχουν τουλάχιστον 3 χρόνια να δούνε νέο όχημα.
Στη Σκιάθο οι εγκαταστάσεις του Εποχικού Κλιμακίου Σκιάθου (στις Κουκουναριές) είναι τριτοκοσμικές! Οι συνθήκες υγιεινής είναι άθλιες αφού υπάρχει έλλειψη βασικών υποδομών, όπως νερού και υγειονομικών εγκαταστάσεων! Επιπλέον, οι εγκαταστάσεις παρουσιάζουν σοβαρές φθορές, με αποτέλεσμα να εισέρχονται νερά στον εσωτερικό χώρο σε περίπτωση βροχόπτωσης.
Στα Τρίκαλα είναι αίτημα χρόνων η κατασκευή νέου κτιρίου με σύγχρονες προδιαγραφές αφού το υπάρχον κτίριο που στεγάζεται σήμερα η πυροσβεστική, λόγω της παλαιότητάς του και των περιορισμένων χώρων δεν είναι κατάλληλο για τη λειτουργία των υπηρεσιών.
Στο Βόλο, όλο ανακοινώνεται και δρομολογείται η κατασκευή καινούργιου κτιρίου και όλο κτίριο δεν βλέπουμε. Υπήρξε φέτος η μεταφορά διοικητικών υπηρεσιών, ωστόσο, τα πράγματα προχωρούν με ρυθμούς χελώνας, γι’ αυτό κρατάμε και μικρό καλάθι!».
Η Θεσσαλία εκτεθειμένη στις πυρκαγιές με ευθύνες κυβερνήσεων, περιφέρειας και δήμων
Ο Τάσος Τσιαπλές στην παρέμβαση του σημείωσε, μεταξύ άλλων ότι: «ο περιφερειάρχης που δηλώνει ετοιμότητα για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών, ενάμισι χρόνο τώρα ως διοίκηση, δεν έκανε τίποτα ουσιαστικά για την κάλυψη των μεγάλων ελλείψεων σε μόνιμο προσωπικό της Πολιτικής Προστασίας που έχει μόλις 7 υπαλλήλους σε όλη την Θεσσαλία και των Τεχνικών Υπηρεσιών της Περιφέρειας, ούτε διεκδίκησε ποτέ ενίσχυση με μόνιμο προσωπικό των Δασαρχείων, των Πυροσβεστικών σταθμών και κλιμακίων της Θεσσαλίας.
Δεν λέει κουβέντα για το γεγονός ότι η κρατική χρηματοδότηση της περιφέρειας για την αντιπυρική περίοδο του 2025 είναι «ψίχουλα» και ότι δεν έκανε τίποτα για να διεκδικήσει ουσιαστική αύξηση.
Δεν λέει κουβέντα για το που βρίσκεται ο καθαρισμός χόρτων σε εθνικό & επαρχιακό οδικό δίκτυο, ο καθαρισμός των δασών, δασικών δρόμων, η διάνοιξη αντιπυρικών ζωνών, ο έλεγχος και η συντήρηση των πυροσβεστικών κρουνών, των δεξαμενών νερού σε δασικές περιοχές και ποιά είναι η συνεργασία του με τα δασαρχεία.
Ούτε για το ποιά μέτρα προστασίας έχουν παρθεί για τις ΒΙΠΕ, το δίκτυο μεταφοράς Φυσικού Αερίου, τις στρατιωτικές μονάδες που διαθέτουν πολεμικό υλικό.
Οι κομμουνιστές περιφερειακοί σύμβουλοι, θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε μαζί με το λαό, απαιτώντας από την εκάστοτε κυβέρνηση, περιφέρεια και δήμους, η δασοπροστασία – πυροπροστασία, όπως και η αντιπλημμυρική και αντισεισμική θωράκιση, να μπουν σε προτεραιότητα».
Με διεκδίκηση και αγώνα μπορούμε να εξασφαλίσουμε την προστασία της ζωής και του τόπου μας
«Εδώ και ενάμιση χρόνο που έχουμε την ευθύνη της διοίκησης του Δήμου, κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας» σημείωσε ο Στέλιος Τσικριτσής και πρόσθεσε ότι «παραλάβαμε μία υδροφόρα σε παροπλισμένη κατάσταση και καταφέραμε να την επισκευάσουμε και να την επαναφέρουμε σε λειτουργία. Δεν υπήρχε καν Τμήμα Πολιτικής Προστασίας. Το δημιουργήσαμε από το μηδέν, με έναν μόνιμο υπάλληλο, και σήμερα λειτουργεί- αλλά είναι προφανές ότι χρειάζεται άμεσα ενίσχυση και στελέχωση με το αναγκαίο ανθρώπινο δυναμικό.
Το κράτος φέτος μας δίνει μόλις 90.000 ευρώ για την πυροπροστασία. Ένα ποσό εντελώς ανεπαρκές. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι στον Τύρναβο δεν υπάρχει καν πυροσβεστικός σταθμός. Η κοντινότερη μονάδα είναι στη Λάρισα, σε απόσταση περίπου 20 λεπτών. (…)
Δεν μπορεί η πυροπροστασία, η πολιτική προστασία συνολικά, να εξαρτάται από το φιλότιμο και την αυταπάρνηση των εργαζομένων και των εθελοντών. Δεν μπορεί να βασίζεται σε αποσπασματικά μέτρα, σε ελάχιστους πόρους, σε προγράμματα που εγκρίνονται με το σταγονόμετρο.
Ο λαός σώζει τον λαό. Και αυτό είναι το μήνυμα που θέλουμε να εκπέμψουμε – ότι μόνο με διεκδίκηση, αγώνα, ενότητα και αποφασιστικότητα μπορούμε να εξασφαλίσουμε την προστασία της ζωής, του περιβάλλοντος και της περιουσίας των ανθρώπων του τόπου μας».
Παρεμβάσεις των εκλεγμένων με την «Λαϊκή Συσπείρωση»
Από το γεγονός ότι πριν λίγες μέρες με το πρώτο έντονο καλοκαιρινό μπουρίνι ξηλώθηκε η στέγη του γυμναστηρίου του 5ου ΓΕΛ στη Λάρισα ξεκίνησε την παρέμβασή του, ο Αριστείδης Λαμπρούλης για να καταδείξει την «άσχημη κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι σχολικές και άλλες υποδομές στην πόλη εξαιτίας της πολιτικής που εξυπηρετεί τις ανάγκες των μεγάλων επιχειρήσεων και ομίλων και όχι αυτές του λαού». Ενώ σε άλλο σημείο τόνισε ότι στους δήμους «δίνονται μικρά ποσά δυσανάλογα με τις ανάγκες και τους κινδύνους. Βρισκόμαστε σε μία κατάσταση όπου στους Δήμους δεν υπάρχει το μέτρο των δασοφυλάκων που με βάσει προγράμματα κοινωφελούς εργασίας προσλαμβάνονταν και μόλις προλάβαιναν να εκπαιδευτούν αναγκάζονταν να απολυθούν».
Στην μεγάλη φωτιά που ξέσπασε τον Ιούλιο του 2023 στη Μαγνησίας αναφέρθηκε ο Αποστόλης Ριζόπουλος σημειώνοντας ότι αυτή «απέδειξε πλήρως την ανεπάρκεια του αντιπυρικού σχεδιασμού, υποδομών και μέσων πυροπροστασίας. Η γρήγορη επέκταση της φωτιάς και το αποτύπωμα της με καταστροφές σε σπίτια, επιχειρήσεις, κτηνοτροφικές μονάδες και καλλιέργειες αποκάλυψε και στη περίπτωση της Μαγνησίας και του Βόλου την επιλεκτική ανικανότητα του κράτους σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο, στο να προστατεύσει τη ζωή και την περιουσία του λαού γιατί την θεωρεί κόστος. Αποκάλυψε την έλλειψη στοιχειώδους σχεδιασμού, τα αποτελέσματα της εμπορευματοποίησης της γης, την επικίνδυνη συνύπαρξη και γειτνίαση βιομηχανιών, εγκαταστάσεων καυσίμων και στρατιωτικών εγκαταστάσεων με αποθήκες πυρομαχικών με κατοικημένες περιοχές. Πιο χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Νέας Αγχιάλου, όπου στην κυριολεξία ήταν βομβαρδισμένο τοπίο από τις εκρήξεις πυρομαχικών της 111 Πτέρυγας Μάχης από τη φωτιά τον Ιούλιο του 2023».
«Πουθενά δε διασφαλίζεται το αναγκαίο προσωπικό και οι απαιτούμενοι πόροι για την πυροπροστασία» τόνισε ο Γιώργος Καΐκης προσθέτοντας ότι «άλλωστε η ευκαιριακή πρόσληψη εργαζομένων με ολιγόμηνες συμβάσεις –κυρίως για την κοπή των χόρτων- αποτελεί την άλλη όψη της υποχρηματοδότησης και στο ζήτημα της πυροπροστασίας.
Η περσινή μεγάλη φωτιά στον σταθμό μεταφόρτωσης απορριμμάτων στην περίμετρο της πόλης των Τρικάλων,ανέδειξε την απουσία ενός σοβαρού αντιπυρικού σχεδιασμού την έλλειψη μέσων και προσωπικού, και μόνο με την «συνδρομή» των ιδιωτών κατάφεραν μετά από μέρες να ελέγξουν την κατάσταση»