Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Βαγγέλης Αποστόλου κατά την πρόσφατη ομιλία του στη Βουλή, στη συζήτηση του σχεδίου νόμου του ΥΠΑΑΤ για την «Κύρωση του Μνημονίου Κατανόησης μεταξύ του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Γεωργίας και Εγγείων Βελτιώσεων της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου
για συνεργασία στον τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας», αναφερόμενος, μεταξύ άλλων, στη ρύθμιση για την παράταση στην έκδοση άδειας των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων επεσήμανε τα εξής:
«Η στήριξη και προώθηση της αιγοπροβατοτροφίας αποτελεί μια από τις βασικές στρατηγικές επιλογές του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, γιατί είναι ο κλάδος που μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στην μεγέθυνση του αγροτικού Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ).
Για να ξεπεράσει όμως τις δομικές του αδυναμίες πρέπει, μεταξύ άλλων, οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις του να αποκτήσουν άδεια.
Είναι γεγονός ότι από την εφαρμογή του ν. 4056/2012 ανέκυψαν αρκετά θέματα που προκάλεσαν δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις στη διαδικασία αδειοδότησης.
Η λήξη της προθεσμίας στις 12.9.2015 όπως αναφέρεται στο αρ. 14 του ν. 4056/2012 δεν αφορούσε τη μη συνέχιση λήψης των σχετικών δικαιολογητικών από πλευράς της δημόσιας διοίκησης.
Αντίθετα σηματοδοτούσε την έναρξη σχετικών κυρώσεων και προστίμων, πράγμα το οποίο θα δημιουργούσε ασφυκτικό κλίμα στην κτηνοτροφία της χώρας.
Κύρια αίτια μη αδειοδότησης αποτελούν: η γραφειοκρατία, το υψηλό πολεοδομικό κόστος και πολλές φορές, η έλλειψη ενημέρωσης και η αδιαφορία των ίδιων των κτηνοτρόφων.
Προκειμένου να αποφευχθούν οι δυσχέρειες εφαρμογής του νόμου που έχουν εντοπιστεί, το Υπουργείο βρίσκεται ήδη σε διαδικασία απλούστευσης του, που ενδεχόμενα να οδηγήσει σε νέο θεσμικό πλαίσιο.
Στην παρούσα ρύθμιση εισάγονται διατάξεις οι οποίες παρατείνουν τις προθεσμίες αδειοδότησης και αναστολής κυρώσεων του ισχύοντος νόμου έως ότου ολοκληρωθεί η διαδικασία για το νέο θεσμικό πλαίσιο.
Επιπλέον, αντιμετωπίζονται σειρά προβλημάτων που δημιουργούν ασφυκτικές καταστάσεις και κοινωνικά προβλήματα στους κτηνοτρόφους και τις τοπικές κοινωνίες.
Αναλυτικότερα:
Με την παρ. 1 της προτεινόμενης τροπολογίας παρατείνεται η σχετική προθεσμία έκδοσης άδειας εγκατάστασης όλων των κατηγοριών των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
Η συγκεκριμένη ρύθμιση παρέχει τον απαραίτητο χρόνο, ώστε οι κτηνοτρόφοι της χώρας να ολοκληρώσουν εμπρόθεσμα και χωρίς επιβολή προστίμων τις σχετικές διαδικασίες αδειοδότησης.
Με την παρ. 2 της προτεινόμενης τροπολογίας:
α) δίνεται η δυνατότητα έκδοσης άδειας εγκατάστασης σε κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις εντός δομών που έχουν ως κύριο σκοπό την εκπαίδευση, την έρευνα, τον αθλητισμό, τη ψυχαγωγία και την υγεία και
β) Οι υφιστάμενες κτηνοτροφικές μονάδες κατά την έναρξη του ν. 4056/2012, οι οποίες βρίσκονταν πλησίον εθνικού ή επαρχιακού οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου αποκτούν τη δυνατότητα έκδοσης σχετικής άδειας εγκατάστασης.
Στην παράγραφο 3 της προτεινόμενης τροπολογίας, αφενός παρέχεται το δικαίωμα παράτασης ισχύος της άδειας προέγκρισης γιατί μεγάλος αριθμός κτηνοτρόφων δεν συγκέντρωσε τα απαραίτητα δικαιολογητικά είτε λόγω καθυστέρησης της δημόσιας διοίκησης,
είτε ελλιπούς ενημέρωσης ή/και οικονομικών δυσχερειών, με αποτέλεσμα οι κτηνοτρόφοι αυτοί να μην μπορούν να ασκήσουν νομίμως την κτηνοτροφική τους δραστηριότητα κινδυνεύοντας με οικονομικές κυρώσεις και σφράγισμα των εγκαταστάσεών τους.
Αφετέρου, η άδεια προέγκρισης της εγκατάστασης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως δικαιολογητικό εν ισχύ οπουδήποτε στη δημόσια διοίκηση ζητείται η άδεια εγκατάστασης, γεγονός που εξυπηρετεί ιδιαίτερα στα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, στη λήψη σχετικών οικονομικών ενισχύσεων από τους κτηνοτρόφους και στη μη απένταξή τους από τα συγκεκριμένα προγράμματα.
Τέλος με την παρ. 4 της προτεινόμενης τροπολογίας ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την εφαρμογή κυρώσεων σε κτηνοτροφικές μονάδες, οι οποίες υφίστανται εντός ή πλησίον οικισμού και οι οποίες δεν διαθέτουν άδεια διατήρησης όχι από ευθύνη των ίδιων των κτηνοτρόφων αλλά από καθυστερήσεις της δημόσιας διοίκησης, αναφορικά με την έκδοση των σχετικών αποφάσεων λόγω της πολυπλοκότητας και της παράλληλης υφιστάμενης νομοθεσίας (πολεοδομικές διατάξεις, οικοδομικός κανονισμός, δασική νομοθεσία κλπ)».