Η Ε.Λ.Μ.Ε. ν. Λάρισας με ανακοίνωσή της καταγγέλλει το Υπ. Παιδείας για προχειρότητα, αφού, όπως υποστηρίζει, “στα μέσα της σχολικής χρονιάς αποφασίζει να αλλάξει και τους όρους διεξαγωγής των Πανελλαδικών εξετάσεων, όπου μέσω διαρροών η ημερομηνία έναρξης τους μεταφέρετε μέσα στον Ιούνιο σπέρνοντας ανησυχία και αναστάτωση στην εκπαιδευτική κοινότητα”.
Και συνεχίζει η ΕΛΜΕ:
“Το ράβε ξήλωνε στη παιδεία συνεχίζεται.
Οι αλλαγές αυτές έχουν στόχο τον μαθητή ή να καλύψουν τις αστοχίες του Υπουργείου;
Ο προηγούμενος Υπουργός παιδείας ανακοινώνοντας τη λήξη του διδακτικού έτους στις 31 Μαΐου για τα Γυμνάσια, «ξέχασε» τους μαθητές που δίνουν Πανελλαδικές εξετάσεις. Έτσι τώρα το Υπουργείο αναγκάζεται να μεταφέρει τη διεξαγωγή τους μέσα στο μήνα Ιούνιο, προκειμένου οι εκπαιδευτικοί που συμμετέχουν στις επιτηρήσεις να έχουν αποδεσμευθεί από τις υποχρεώσεις τους στα γυμνάσια , αδιαφορώντας για το ότι :
η μετατόπιση του χρόνου διεξαγωγής θα επιβαρύνει σημαντικά το οικογενειακό βαλάντιο και μάλιστα σε περιόδους κρίσης, αφού θα αυξήσει τα έξοδα προετοιμασίας τους με τα έξοδα επιπλέον ενός περίπου μήνα.
η διεξαγωγή των πανελλαδικών εξετάσεων σε σημαντικά θερμότερο μήνα του χρόνου και σε συνθήκες υψηλών θερμοκρασιών, θα επιδράσει αρνητικά στην απόδοση των μαθητών.
η αίσθηση κλίματος ανασφάλειας και αμφισβήτησης που δημιουργείται στους υποψηφίους και σχετίζεται με τη μέριμνα της πολιτείας γι’ αυτούς όσον αφορά τη συνεχή αλλαγή των συστημάτων εξέτασης των πανελλαδικών εξετάσεων.
Η κατάργηση των επαναληπτικών εξετάσεων, προφανώς λόγω χρονικού περιορισμού , θα αποβεί σε βάρος των μαθητών οι οποίοι θα έχουν την ατυχία, κυρίως για λόγους υγείας, να μη συμμετέχουν στις εξετάσεις, πράγμα άδικο γι’ αυτούς.
Για όλα τα παραπάνω προτείνουμε η διεξαγωγή των πανελλαδικών εξετάσεων να γίνει σε χρόνο αντίστοιχο με εκείνο στον οποίο διεξήχθησαν οι εξετάσεις των τελευταίων ετών και γνώριζαν μαθητές και γονείς κατά την έναρξη της σχολικής χρονιάς, κάνοντας τον αντίστοιχο προγραμματισμό τους και η εφαρμογή ενός συστήματος πανελλαδικών εξετάσεων το οποίο να παραμείνει σταθερό σε μεγάλο βάθος χρόνου, με βάση την κοινή συναίνεση όλων των παραγόντων της Πολιτείας και κυρίως της εκπαίδευσης”.