Τοποθέτηση του βουλευτή του ΚΚΕ Γιώργου Λαμπρούλη, στη Βουλή επί του πολυνομοσχεδίου.
«Μέτρα και ”αντίμετρα” αποτελούν τις δύο πλευρές του ίδιου αντιλαϊκού σχεδίου, που στο διηνεκές θα έχει κόφτες και μνημόνια διαρκείας για τις λαϊκές οικογένειες», τόνισε ο βουλευτής του ΚΚΕ Γιώργος Λαμπρούλης, μιλώντας στη Βουλή επί του πολυνομοσχεδίου.
Όπως είπε, τα λεγόμενα «αντίμετρα» αποτελούν μέτρα διαχείρισης των συνεπειών της αντιλαϊκής πολιτικής που η κυβέρνηση υλοποιεί και προϋποθέτουν την επίτευξη των «ματωμένων» πρωτογενών πλεονασμάτων.
Ο Γ. Λαμπρούλης αναφέρθηκε ενδεικτικά στο παράδειγμα των κινήτρων που δίνονται για την προώθηση των γενόσημων φαρμάκων. Το πολυνομοσχέδιο προβλέπει μηδενική συμμετοχή, από 10% που είναι σήμερα, για τους ασθενείς που λαμβάνουν φάρμακα για τη θεραπεία χρόνιων και σοβαρών παθήσεων, εάν επιλέξουν γενόσημα. Όμως, παράλληλα, θεσπίζει ένα νέο «χαράτσι» προς τους φαρμακοποιούς, επιβάλλοντάς τους φόρο (rebate) επί της λιανικής τιμής κάθε φαρμάκου που έχει λήξει η πατέντα του (off patent). Όπως εξήγησε ο βουλευτής του ΚΚΕ, η μηδενική συμμετοχή με την επιλογή γενόσημου φαρμάκου δεν σημαίνει ότι οι ασθενείς δεν θα πληρώνουν, γιατί η ασφαλιστική τιμή δεν ταυτίζεται με την εμπορική, επομένως τη διαφορά θα την πληρώνει ο ασθενής. Μάλιστα, το συγκεκριμένο «αντίμετρο» δεν καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά είτε από άλλα έσοδα του ΕΟΠΥΥ, είτε πιθανόν από το χαράτσι στους φαρμακοποιούς «και αυτό το βαφτίζει η κυβέρνηση αντίμετρο, κερνώντας με ξένα κόλλυβα». Την ίδια ώρα βέβαια, οι νέες περικοπές στις συντάξεις θα δυσκολέψουν ακόμη περισσότερο την πρόσβαση των συνταξιούχων στα φάρμακα.
Ένα ακόμη ζήτημα στο οποίο επικεντρώθηκε στην ομιλία του ήταν η επέκταση του συστήματος της ηλεκτρονικής καταγραφής για τους δικαιούχους των αναπηρικών επιδομάτων, που προβλέπει το πολυνομοσχέδιο. «Δεν αφορά απλά τη διευκόλυνση της καταγραφής τους, αλλά το με ποιες παροχές και δικαιώματα διασυνδέεται αυτό το σύστημα», ανέφερε. Όπως είπε, η γενική κατεύθυνση της λεγόμενης «αποϊατροποίησης» των αναπηρικών επιδομάτων και της «λειτουργικότητας» των αναπήρων που ακολουθεί η κυβέρνηση, σημαίνει ότι η χορήγηση αναπηρικής σύνταξης ή επιδόματος δεν θα εξαρτάται μόνο από το ποσοστό αναπηρίας, αλλά θα συνυπολογίζονται η δυνατότητα του ανάπηρου να δουλέψει, η κοινωνικότητά του, το μορφωτικό του επίπεδο, οι δυνατότητες που έχει λόγω οικογενειακής και οικονομικής κατάστασης να αντιμετωπίζει μια σειρά καθημερινά προβλήματα, που απορρέουν από το είδος της αναπηρίας. Δηλαδή, στην πράξη, ακόμα και αυτές τις σημερινές κομμένες παροχές προς τους ανάπηρους, «θα μπορούν να τις παίρνουν μόνο όσοι εντάσσονται στη βαριά αναπηρία, σε συνδυασμό με την ανυπαρξία άλλου εισοδήματος, οικογενειακής στήριξης, περιουσίας στοιχείων, κλπ.».