Ο αν. Τομεάρχης Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων της ΝΔ, βουλευτής Ν. Λάρισας κ. Χρήστος Κέλλας, που λόγω κοινοβουλευτικών υποχρεώσεων δεν παρέστη στη συζήτηση – σύσκεψη, που συγκάλεσε ο Δήμαρχος Λαρισαίων κ. Απ. Καλογιάννης για το νέο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, προέβη στην ακόλουθη δήλωση:
«Από την αρχή της συζήτησης για τη συγχώνευση των Τριτοβάθμιων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της χώρας, τόσο προσωπικά, όσο και ως παράταξη, είχαμε υποστηρίξει πως δεν είμαστε αρνητικοί στην προοπτική των συγχωνεύσεων, εφόσον υπάρχει σχέδιο που θα πληροί βασικά κριτήρια, όπως:
Να έχει στο επίκεντρό του το έμψυχο δυναμικό, λαμβάνοντας σοβαρά υπ’ όψιν το επιστημονικό και επαγγελματικό μέλλον των φοιτητών, τις θέσεις και τις προτάσεις των ακαδημαϊκών εκπροσώπων που συμμετέχουν στις επιτροπές συγχωνεύσεων και διασφαλίζοντας τις θέσεις εργασίας του διδακτικού, ερευνητικού και διοικητικού προσωπικού.
Να είναι κοστολογημένο και λειτουργικό, εξασφαλίζοντας τη λειτουργία Σχολών, Τμημάτων και Υποδομών την επόμενη ημέρα των συγχωνεύσεων.
Να ανταποκρίνεται στα πληθυσμιακά και παραγωγικά χαρακτηριστικά του κάθε νομού και της κάθε πόλης, να εγκοιτώνει την αναπτυξιακή τους προοπτική και να υπάρχει εδραιωμένη σύνδεση της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης και έρευνας με την αγορά εργασίας και την κοινωνία.
Να προάγει την ακαδημαϊκή έρευνα, την τεχνολογική εξέλιξη και καινοτομία και να προκρίνει τη διασύνδεση των ιδρυμάτων, τόσο με το ευρωπαϊκό, όσο και το διεθνές περιβάλλον, προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα τους και να αναβαθμισθούν στη διεθνή κατάταξη.
Δυστυχώς, το συγκεκριμένο σχέδιο για το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, που ήρθε στο φως της δημοσιότητας, προ ολίγων ημερών, είναι πρόχειρο, μη κοστολογημένο και καθόλου λειτουργικό.
Η διαβούλευση είναι μάλλον προσχηματική, ενώ αγνοούνται οι προτάσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας και των τοπικών κοινωνιών.
Η Λάρισα αποτελεί την καρδιά της ελληνικής επικράτειας και την ατμομηχανή της αγροτικής οικονομίας, ενώ διαθέτει ένα από τα καλύτερα Τεχνολογικά Ιδρύματα της χώρας, που παράγει αξιόλογο έργο και έχει πετύχει τη διασύνδεσή του με την αγορά εργασίας, γεγονός που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποβαθμιστεί.
Φρονώ, λοιπόν, ότι με υπευθυνότητα, σοβαρότητα και ψυχραιμία θα πρέπει να εξετάσουμε όλες τις παραμέτρους και να λάβουμε την καλύτερη δυνατή απόφαση, με γνώμονα το μέλλον των παιδιών μας και το συμφέρον της κοινωνίας μας».