Ανακοίνωση της ΛΑΪΚΗΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ
Τη θέση τους κατά της αξιοποίησης του κοιτάσματος λιγνίτη στην περιοχή της Ελασσόνας εξηγούν με ανακοίνωσή τους τα μέλη της Λαίκής Συσπείρωσης στο Περιφερειακό Συμβούλιο Βαγγέλης Μπούτας – Νίκος Γκατζής – Βασίλης Κρανιάς, υποστηρίζοντας ότι διαφωνούν διότι δε διασφαλίζονται οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος αλλά, αντίθετα, αυτή η αξιοποίηση θα γίνει με γνώμονα τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου σε βάρος του λαού, Στην ανακοίνωσή τους οι τρεις περιφερειακοί σύμβουλοι αναφέρουν τα εξής:
“Ο προβληματισμός για την εκμετάλλευση του λιγνίτη παραμένει επιφανειακός και η επιλογή ενεργειακής πολιτικής αντιμετωπίζεται σαν ένα δήθεν τεχνοκρατικό και όχι πολιτικό πρόβλημα.
Είναι επικίνδυνη και αποπροσανατολιστική η θεώρηση, που επιχειρεί να ιεραρχήσει τις πηγές ενέργειας με βάση τις υποτιθέμενες μικρότερες αρνητικές επιπτώσεις για το λαό, ανεξάρτητα απ’ τον προσανατολισμό της εκάστοτε αναπτυξιακής και ενεργειακής πολιτικής, ανεξάρτητα δηλαδή απ’ τα κοινωνικά συμφέροντα που αυτή υπηρετεί.
Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης θεώρησης, αναδεικνύονται σήμερα ψευτοδιλήμματα επιλογών μεταξύ της ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα ή από φυσικό αέριο ή από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, σύμφωνα με πραγματικά ή φανταστικά πλεονεκτήματα που διασφαλίζει η κάθε μια επιλογή. Η λαθεμένη αυτή θεώρηση συγκαλύπτει το βασικό ερώτημα ποιος αποφασίζει και με ποια κριτήρια και εύκολα μπορεί να μετατρέψει το λαϊκό κίνημα σε «αχθοφόρο» των συμφερόντων ορισμένων μονοπωλιακών ομίλων που ανταγωνίζονται τους υπόλοιπους για τη διανομή μεριδίων της αγοράς του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας.
Για μας το πραγματικό πρόβλημα είναι ποια πολιτική μπορεί να διασφαλίσει τη συνδυασμένη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών και όχι η ενοχοποίηση ορισμένων πηγών ενέργειας, σε σχέση με άλλες. Το ζήτημα, δηλαδή, είναι ποια πολιτική μπορεί να διασφαλίσει ταυτόχρονα την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος και τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας και τη φτηνή κατανάλωση.
Στο πλαίσιο της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας η αξιοποίηση όλων των πηγών (του λιγνίτη, του λιθάνθρακα, του φυσικού αερίου, των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας) γίνεται με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος σε βάρος των λαϊκών αναγκών. Ετσι η αξιοποίηση και η χωροθέτηση των λιγνιτικών ή λιθανθρακικών μονάδων δε διασφαλίζει, σήμερα, την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος. Το 52% της συνολικής παραγωγής προέρχεται από καύση λιγνίτη (πριν 10 χρόνια ήταν 85%), το 0,30% από πετρέλαιο, το 20% από φυσικό αέριο, το 12% από υδροηλεκτρικούς σταθμούς, το 4,3% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) και το 12% από διασυνδέσεις.
Αυτό που πραγματικά ενοχλεί στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη είναι το χαμηλό κόστος. Αυτό είναι το πρόβλημα. Τα μονοπώλια του κλάδου θέλουν να αγοράζουν φτηνή ενέργεια από άλλες χώρες, (τα πυρηνικά εργοστάσια της Τουρκίας ανήκουν στη Γερμανία), να καταναλώνουν φτηνά και στη συνέχεια, να διαμορφώνουν ψηλές τιμές στην αγορά. Ο ελληνικός λιγνίτης τους εμποδίζει γιατί είναι ανταγωνίσιμος. Σπρώχνουν, λοιπόν τα πράγματα, σε πρώτη φάση, στο να ανέβει το κόστος του. Βάζουν ανταποδοτικό τέλος. Την ίδια ώρα όμως, δε βάζουν τέτοιο φόρο στον λιθάνθρακα και στα καύσιμα της Γερμανίας.
Δεύτερη επίθεση στο εθνικό καύσιμο γίνεται με το θόρυβο για το περιβάλλον, χωρίς να θίγεται η ουσία του προβλήματος. Μεσοπρόθεσμα προβάλλουν το φυσικό αέριο. Το τελικό αποτέλεσμα όλης αυτής της ιστορίας είναι να οδηγείται η ΔΕΗ σε αγορά ρεύματος απ’ έξω. Βλέπουμε λοιπόν ένα πλέγμα σχέσεων που οδηγεί σε αύξηση κόστους, κλείσιμο μονάδων, κλείσιμο ορυχείων, αγορά εισαγόμενου ρεύματος.
Η κατάσταση έχει γίνει ήδη αφόρητη. Αντί να κλαίμε για το περιβάλλον, να χρησιμοποιήσουμε την επιστήμη και την τεχνολογία για να ενισχύσουμε και το περιβάλλον και την ανάπτυξη της χώρας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα η αξία των αποθεμάτων λιγνίτη στη χώρα μας ξεπερνά τα 300 δις ευρώ !
Η διέξοδος βρίσκεται στην ανατροπή αυτής της αντιλαϊκής πολιτικής, στην κατεύθυνση της κοινωνικής κρατικής ιδιοκτησίας συνολικά στον τομέα της ενέργειας και γενικότερα στα βασικά μέσα παραγωγής, σε συνθήκες λαϊκής οικονομίας. Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Ενιαίος Αποκλειστικά Κρατικός Φορέας Ενέργειας μπορεί να διασφαλίσει τη συνδυασμένη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Μπορεί να αξιοποιήσει τον εγχώριο λιγνίτη στην κατεύθυνση της μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης και της συγκράτησης του κόστους ηλεκτροπαραγωγής, με δεδομένο ότι η Ελλάδα είναι η 2η λιγνιτοπαραγωγός χώρα της ΕΕ χωρίς να αποβαίνει σε βάρος του περιβάλλοντος και της υγείας του λαού, υλοποιώντας αντιρρυπαντικά συστήματα ολοκληρωμένης προστασίας, τεχνικές βελτίωσης του καυσίμου, τη μέθοδο της πυρολυτικής αεριοποίησης κ.α. τεχνικές που η επιστήμη και η τεχνολογία έχουν αναπτύξει.
Με βάση τα παραπάνω εκφράζουμε την αντίθεσή μας στις σχεδιαζόμενες επενδύσεις λιγνιτικών μονάδων αφού η χωροθέτησή τους και γενικότερα ο βαθμός διείσδυσης τους στο ενεργειακό μείγμα της χώρας καθορίζονται από τον ανταγωνισμό των ιδιωτικών ομίλων και όχι από τις ανάγκες της κοινωνίας.
Σ΄ αυτή τη λογική εκφράζουμε τη διαφωνία μας στην αξιοποίηση των κοιτασμάτων λιγνίτη στην επαρχία Ελασσόνας διότι δε διασφαλίζονται οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος αλλά, αντίθετα, αυτή η αξιοποίηση θα γίνει με γνώμονα τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου σε βάρος του λαού”.