Ανακοίνωση των ΣΥΝΕΚ
Με το νέο νόμο για την ηλεκτρονική ψηφοφορία στις εκλογές για την ανάδειξη αιρετών στα Υπηρεσιακά Συμβούλια, η κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας συνεχίζουν την πολιτική του αυταρχισμού και της άρνησης συνάντησης και ουσιαστικού διαλόγου με τους εκπροσώπους των εκπαιδευτικών. Η τελευταία συνάντηση της ΟΛΜΕ με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, που αφορούσε πλήθος ζητημάτων που ταλαιπωρούν σοβαρά επί μήνες τη σχολική κοινότητα, κατέληξε στα διαβόητα «οκτώ όχι» της υπουργού.
Η αδιάλλακτη στάση της κυβέρνησης, συνέχεια της πολιτικής 2012-2014, αποτυπώνεται ήδη σε μια σειρά αναχρονιστικών, αντιεκπαιδευτικών και ταξικών πολιτικών οι οποίες επιβλήθηκαν παρά τις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών, της ETUCE (Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Εκπαιδευτικών), των μαθητών και των γονέων: Τράπεζα θεμάτων, αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, αναγραφή διαγωγής στα απολυτήρια, κάμερες στην τάξη, τηλεκπαίδευση με απουσίες στα υπό κατάληψη σχολεία, αλλαγές ωρολόγιων προγραμμάτων εις βάρος των μαθητών, νόμος για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, εξίσωση επαγγελματικών δικαιωμάτων αποφοίτων ιδιωτικών κολλεγίων και αποφοίτων δημόσιων πανεπιστημίων, ανεπαρκής διαχείριση της πανδημίας στα σχολεία και απόρριψη όλων των σχετικών μέτρων που πρότεινε η εκπαιδευτική κοινότητα (μείωση μαθητών ανά τμήμα, διορισμοί εκπαιδευτικών και προσωπικού καθαριότητας, διενέργεια δωρεάν τεστ κλπ).
Αποκορύφωμα της τακτικής του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» και της απαξίωσης όλου του εκπαιδευτικού κόσμου είναι ο τρόπος διορισμού των προσωρινών Διευθυντών Εκπαίδευσης αιφνιδιαστικά το καλοκαίρι του 2020, χωρίς μοριοδότηση, χωρίς λίστα υποψηφίων μέσα σε μια ημέρα, με βασικό κριτήριο την κομματική ταυτότητα και χωρίς συμμετοχή των αιρετών. Η αξιοκρατία και η αριστεία τους είναι μόνο στα λόγια! Οι παρεμβάσεις στη λειτουργία των ΠΥΣΔΕ συνεχίστηκαν με τις δύο εγκυκλίους ΥΠΑΙΘ: α) για συνεδριάσεις των ΠΥΣΔΕ μέσα στον Αύγουστο χωρίς συνεδριάσεις των συλλόγων διδασκόντων για προσδιορισμό των κενών και β) για παραβίαση της σειράς των τοποθετήσεων αντίθετα με ό,τι προβλέπει το Π.Δ. 50 και το Π.Δ. 100, καθώς και με παρεμβάσεις κορυφής στα διορισμένα μέλη των ΠΥΣΔΕ.
Ως επιστέγασμα έρχεται ο νόμος για την ηλεκτρονική ψηφοφορία στην ανάδειξη αιρετών των υπηρεσιακών συμβουλίων, ο οποίος αποφασίστηκε χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με τις ομοσπονδίες, ώστε να τεθεί το πλαίσιο διασφάλισης των δημοκρατικών και συνδικαλιστικών μας δικαιωμάτων και να ασκηθεί ανεμπόδιστα το δικαίωμα του συνέρχεσθαι. Συγκεκριμένα, ο νόμος προβλέπει τη διεξαγωγή της εκλογικής διαδικασίας με ηλεκτρονικό τρόπο, με πρόσχημα την πανδημία, τη στιγμή που έχει ήδη δοθεί παράταση της θητείας των ΔΣ των ΕΛΜΕ και παρόλο που ο ίδιος ο νόμος δίνει την εναλλακτική της παράτασης της θητείας των αιρετών και της αναβολής της εκλογικής διαδικασίας. Μάλιστα ορίζει ως ημέρα εκλογών το Σάββατο, δήθεν για την εύρυθμη λειτουργία των σχολείων, παρόλο που εμείς ζητάμε να γίνονται καθημερινή χωρίς άδεια. Η τακτική του «εντέλλεσθε», η άρνηση οποιουδήποτε διαλόγου συνιστούν ευθεία βολή κατά της δημοκρατικής εκλογής των αιρετών, κατά της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των μελών τους και κατά της αυτονομίας του συνδικαλιστικού κινήματος γενικότερα. Συνιστούν απαξίωση του θεσμού των υπηρεσιακών συμβουλίων, προετοιμάζοντας το έδαφος για πλήρη κατάργησή του, ενός θεσμού που θεσμοθετήθηκε από το 1911 για τον περιορισμό της κομματικοποίησης του δημοσίου. Με τη χειραγώγηση των Υπηρεσιακών Συμβουλίων γυρνάμε σε σκοτεινές εποχές όπου ο δημόσιος υπάλληλος ήταν έρμαιο πολιτικών εκβιασμών. Από την άλλη, η διεξαγωγή εκλογών σε συνθήκες πανδημίας θέτει σοβαρά εμπόδια στο δικαίωμα του συνέρχεσθαι, καθώς είναι αδύνατη η πραγματοποίηση γενικών συνελεύσεων για απολογισμό του έργου των αιρετών και καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη η διαδικασία των ενημερώσεων στα σχολεία, προϋποθέσεις απαραίτητες για τη ζύμωση και ανταλλαγή απόψεων. Τίθεται λοιπόν σοβαρό ζήτημα δημοκρατίας.
Επιπρόσθετα, η Υπουργική απόφαση που ρυθμίζει τη διαδικασία δεν υπακούει στο πλαίσιο που ορίζει ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων (GDPR) ο οποίος απαιτεί: α) προηγούμενη διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους φορείς (παρατάξεις και ομοσπονδίες), β) εκτίμηση αντικτύπου, γ) πλαισίωση από την πολιτική απορρήτου του ΥΠΑΙΘ, η οποία δεν είναι δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του υπουργείου. Με τον τρόπο αυτόν δεν διασφαλίζεται η μυστικότητα της ψήφου και μια σειρά από άλλα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.
Το υπουργείο και ολόκληρη η κυβέρνηση γνωρίζουν πολύ καλά ότι το νεοφιλελεύθερο μοντέλο που εφαρμόζουν θα οδηγήσει στη διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης και της κοινωνίας και γι’αυτό προσπαθούν με κάθε τρόπο να αμβλύνουν και να κάμψουν τις αντιδράσεις του εκπαιδευτικού κινήματος, που επί μήνες αντιστέκεται σθεναρά και χαλάει την ακριβοπληρωμένη εικόνα της κυβέρνησης.
Η λήψη αποφάσεων με αυταρχικό τρόπο, η απουσία των προϋποθέσεων του συνέρχεσθαι και η σωρεία θεσμικών εκτροπών στη διασφάλιση των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων είναι οι λόγοι για τους οποίους είμαστε αντίθετοι στη διενέργεια των εκλογών, όπως προκηρύχθηκαν για τις 7 Νοεμβρίου.
Για όλους αυτούς τους λόγους, ως ΣΥΝΕΚ καταγγέλλουμε την προσπάθεια χειραγώγησης των Υπηρεσιακών Συμβουλίων και συντασσόμενοι εξ αρχής με την ομόφωνη απόφαση της ΟΛΜΕ αποσύρουμε τις υποψηφιότητές μας από την εκλογική διαδικασία. Καλούμε όλους/όλες τους/τις συναδέλφους να απέχουν από αυτήν την παρωδία εκλογών. Απαιτούμε αναβολή των εκλογών σε χρόνο που να διασφαλίζεται το συνέρχεσθαι και το απρόσκοπτα και δημοκρατικά διαλέγεσθαι και ανάλογη παράταση της θητείας των υφιστάμενων αιρετών, όπως άλλωστε προβλέπεται και από το νόμο.
Καλούμε όλες τις ΕΛΜΕ και όλες τις δυνάμεις να πρωτοστατήσουν στην ενημέρωση των συναδέλφων και συναδελφισσών και να στηρίξουν την απόφαση της Ομοσπονδίας καταγγέλλοντας τις εκλογές παρωδία.
ΑΠΟΣΥΡΟΥΜΕ ΤΙΣ ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΕΣ ΜΑΣ
ΑΠΕΧΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΠΑΡΩΔΙΑ
ΔΕΝ ΘΑ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΟΥΜΕ ΟΥΤΕ ΜΕ ΤΗΝ ΨΗΦΟ ΜΑΣ
ΟΥΤΕ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΑ ΜΑΣ ΤΟΝ ΑΥΤΑΡΧΙΣΜΟ
ΓΙΑ ΕΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΖΗΤΗΜΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ